Η διατροφή αποτελεί σημαντικό μέρος της θεραπευτικής αντιμετώπισης της Χρόνιας Νεφρικής Νόσου, σε συνδυασμό με τα φάρμακα και την εξισορρόπηση και ρύθμιση των υγρών του σώματος.
Η δίαιτα όσων πάσχουν από Χρόνια Νεφρική Νόσο είναι εξατομικευμένη και διαφοροποιείται ανάλογα με το στάδιο (υπάρχουν 5 στάδια) στο οποίο βρίσκονται, καθώς και με τις ιδιαιτερότητες της θεραπείας τους.
Πολλές φορές η δίαιτα είναι τόσο περιοριστική που οι ασθενείς δυσκολεύονται να την ακολουθήσουν. Όπως έχουν δείξει μελέτες, όσοι υποβάλλονται σε περιοριστική δίαιτα ενδέχεται να λαμβάνουν πολύ λιγότερα θρεπτικά συστατικά από όσα θα έπρεπε ενώ ταυτόχρονα οι νεφροί τους δεν αποβάλλουν αποτελεσματικά τις επιβλαβείς ουσίες, με αποτέλεσμα να μειώνεται η άμυνα του οργανισμού, η ενεργητικότητα τους και συνεπώς να ασθενούν πιο εύκολα και να υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής τους.
Η παρουσία υποθρεψίας σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια αποτελεί σημαντικό προγνωστικό δείκτη νοσηρότητας και αναγνωρίζεται εργαστηριακά από τη μέτρηση των επιπέδων της πρωτεΐνης αλβουμίνης στο αίμα (όταν η αλβουμίνη είναι κάτω από 3,5 g/dl).
Ταυτόχρονα, εξαιτίας της νόσου, αλλά και της χρόνιας φλεγμονής, προκαλείται αλλοιωμένη αίσθηση της γεύσης, ναυτία και ανορεξία, που έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη πρόσληψη τροφής και θρεπτικών συστατικών. Επίσης, κατά την αιμοκάθαρση χάνονται πολύτιμα θρεπτικά συστατικά που θα πρέπει να αναπληρώνονται.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η χορήγηση θρεπτικών συστατικών μέσω διατροφικών συμπληρωμάτων αποτελεί μία λύση.
Γενικές Διατροφικές Συμβουλές για Ασθενείς Σταδίου 1-4
Έχει μεγάλη σημασία οι ασθενείς αυτοί να λαμβάνουν τις επαρκείς ποσότητες θερμίδων και πρωτεϊνών, περιορίζοντας όμως ταυτόχρονα συγκεκριμένα συστατικά, όπως το νάτριο, το κάλιο και ο φώσφορος και ελέγχοντας την ποσότητα των υγρών.
Οι θερμίδες. Οι ενεργειακές απαιτήσεις των ασθενών με Χρόνια Νεφρική Νόσο είναι παρόμοιες με αυτές των ατόμων του υγιούς πληθυσμού, περίπου στις 35 θερμίδες για κάθε κιλό σωματικού Βάρους (kcal/kg) την ημέρα. Η διατροφή πρέπει να περιλαμβάνει και τις τρεις βασικές κατηγορίες θρεπτικών συστατικών: τους υδατάνθρακες, τα λίπη και τις πρωτεΐνες (λευκώματα).
Οι ενεργειακές ανάγκες όσων πάσχουν από Χρόνια Νεφρική Νόσο είναι δύσκολο να καλυφθούν, ακόμη και σε ασθενείς που βρίσκονται σε στενή ιατρική παρακολούθηση.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία στη δίαιτα των ασθενών τρίτου και τέταρτου σταδίου είναι η επάρκεια της θερμιδικής κάλυψης και η αποφυγή δημιουργίας αρνητικού ισοζυγίου αζώτου που προκαλείται από τη μειωμένη πρόσληψη πρωτεϊνών. Το άζωτο είναι συστατικό των αμινοξέων από τα οποία αποτελούνται οι πρωτεΐνες.
Οι πρωτεΐνες. Όπως αναφέρθηκε, το άζωτο είναι το κύριο συστατικό των αμινοξέων τα οποία αποτελούν τις πρωτεΐνες. Όταν διασπώνται οι πρωτεΐνες στον οργανισμό προκύπτουν είτε αμινοξέα, τα οποία είναι απαραίτητα για τη σύνθεση των πρωτεϊνών του σώματος, είτε άλλες αζωτούχες ουσίες, όπως η ουρία, οι οποίες πρέπει να απομακρυνθούν από τον οργανισμό μέσω των νεφρών, γιατί, όταν βρίσκονται σε υψηλή ποσότητα στο αίμα, ασκούν τοξική δράση.
Οι χαμηλές σε πρωτεΐνες δίαιτες ελαττώνουν την παραγωγή των αζωτούχων ενώσεων, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν διαταραχές, όπως η ουραιμία. Επίσης, οι δίαιτες με χαμηλό ποσοστό πρωτεΐνης προφυλάσσουν από την υπερφωσφαταιμία, τη μεταβολική οξείδωση, την υπερκαλιαιμία και άλλες διαταραχές.
Στο σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή γιατί μπορεί η χαμηλή ποσότητα πρωτεΐνης να εξασφαλίζει χαμηλά επίπεδα ουρίας, όμως η υπερβολικά χαμηλή πρόσληψη μπορεί να οδηγήσει στην αποδυνάμωση των μυών και υποθρεψία, καθιστώντας τον οργανισμό αδύναμο και ευάλωτο στις μολύνσεις.
Να σημειωθεί ότι υπάρχουν δύο είδη λευκώματος:
- Το ζωικό λεύκωμα, που βρίσκεται στις ζωικές τροφές, όπως το αυγό, το γάλα, το ψάρι, το κρέας, το κοτόπουλο, και έχει υψηλή βιολογική αξία, επειδή περιέχει τα απαραίτητα αμινοξέα, που δεν μπορεί να τα συνθέσει ο οργανισμός – γι’ αυτό χαρακτηρίζεται και ως πρώτης ποιότητας λεύκωμα.
- Το φυτικό λεύκωμα, το οποίο βρίσκεται στις φυτικές τροφές, όπως τα όσπρια, το αλεύρι, οι ξηροί καρποί και έχει χαμηλή βιολογική αξία, επειδή δεν περιέχει τα απαραίτητα αμινοξέα και γι’ αυτό χαρακτηρίζεται ως δεύτερης ποιότητας λεύκωμα.
Μία βασική αρχή που τηρείται σε ένα διαιτολόγιο είναι ότι τα 2/3 της πρωτεΐνης που λαμβάνεται πρέπει να είναι υψηλής βιολογικής αξίας (δηλαδή ζωικές πρωτεΐνες) και το 1/3 χαμηλής (δηλαδή φυτικές πρωτεΐνες), ώστε να εξασφαλιστεί η επαρκής πρόσληψη των απαραίτητων αμινοξέων από τον οργανισμό.
Τα υγρά. Η πρόσληψη των υγρών διαφέρει σε κάθε ασθενή και γι’ αυτό καθορίζεται κατά περίπτωση από τον θεράποντα ιατρό. Αυτό όμως που ισχύει ως γενικός κανόνας είναι ότι η λήψη των υγρών πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή και ακρίβεια.
Το αλάτι και το νάτριο. Το νάτριο βρίσκεται με τη μορφή άλατος «κρυμμένο» σε πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα. Ο περιορισμός του αλατιού καθορίζεται με βάση την πίεση του αίματος του ασθενούς, δηλαδή αν πάσχει από υπέρταση ή όχι. Η πρόσληψη αλατιού από 1 γραμμάριο έως 4 γραμμάρια επαρκεί για τους περισσότερους ασθενείς. Κάποιος όμως που πάσχει από υπέρταση δεν επιτρέπεται να λαμβάνει αλάτι. Σημειώνεται ότι 6 γραμμάρια αλατιού αντιστοιχούν περίπου σε ένα γεμάτο κουταλάκι του γλυκού, άρα τα 3 γραμμάρια σε μισό.
Το κάλιο. Το κάλιο είναι ένα μέταλλο που βρίσκεται σε πολλά φρούτα και λαχανικά. Συμβάλλει στην ομαλή λειτουργία των νεύρων, των μυών και της καρδιάς.
Το κάλιο σπάνια περιορίζεται στο διαιτολόγιο, εκτός αν ο όγκος των ούρων ελαττωθεί σε λιγότερο από 1,000 ml/ημέρα (1 λίτρο/ημέρα) ή τα επίπεδα του καλίου στον ορό του αίματος είναι υψηλότερα από το φυσιολογικό. Σε περίπτωση που αυξηθούν πάνω από τα 5 mg/dL, τότε προτείνεται να περιοριστεί. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η μπανάνα περιέχει περίπου 422 mg καλίου και το γάλα περίπου 366 mg καλίου ανά ποτήρι.
Ο φώσφορος. Τις περισσότερες φορές μία δίαιτα χαμηλή σε πρωτεΐνη εξασφαλίζει χαμηλά επίπεδα πρόσληψης φωσφόρου, αν και υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί περαιτέρω μείωση του. Οι μεταβολές στην ισορροπία φωσφόρου/ ασβεστίου ξεκινούν από τα πρώτα στάδια της Χρόνιας Νεφρικής Νόσου και η ρύθμιση του φωσφόρου μπορεί να συμβάλει στην επιβράδυνση της τυχόν υπάρχουσας νεφρικής οστεοδυστροφίας. Με την εξέλιξη της Χρόνιας Νεφρικής Νόσου η διατροφή από μόνη της δεν επαρκεί για τη μείωση των επιπέδων φωσφόρου στο αίμα και γι’ αυτό πολλές φορές χρειάζεται κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Το ασβέστιο. Συνήθως, μία δίαιτα χαμηλή σε πρωτεΐνες και φώσφορο εξασφαλίζει και χαμηλά επίπεδα πρόσληψης ασβεστίου, κυρίως λόγω μειωμένης κατανάλωσης γαλακτοκομικών. Στη Χρόνια Νεφρική Νόσο οι μεταβολές ενεργοποίησης της βιταμίνης D3 συνεπάγονται μεταβολές και στην απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο. Σ’ αυτήν την περίπτωση, μειωμένη πρόσληψη ασβεστίου μπορεί να προκαλέσει αρνητικό ισοζύγιο ασβεστίου στον οργανισμό και τελικά απομετάλλωση των οστών.
Γενικές Διατροφικές Συμβουλές για Ασθενείς που Υποβάλλονται σε Αιμοκάθαρση
Οι θερμίδες. Οι ανάγκες των αιμοκαθαιρόμένων ασθενών σε ενέργεια κυμαίνονται στα ίδια περίπου επίπεδα με αυτές του υγιούς πληθυσμού. Παρ’ όλα αυτά, όπως έχει προκύψει από έρευνες, η πλειοψηφία των ασθενών αυτών δεν καλύπτουν επαρκώς τις ενεργειακές τους ανάγκες και πολλές φορές έχουν χαμηλό σωματικό βάρος, το οποίο μπορεί να επιβαρύνει δραματικά την κατάσταση της υγείας τους.
Η διατήρηση του ιδανικού σωματικού βάρους και η επαρκής πρόσληψη θερμίδων με βάση την ιατρική συμβουλή και τις διεθνείς οδηγίες έχει μεγάλη σημασία.
Οι πρωτείνες. Όπως αναφέρθηκε ήδη, ο οργανισμός χρειάζεται τις πρωτεΐνες για να αυξήσει τη μυϊκή μάζα του σώματος και να αντιμετωπίσει τις φλεγμονές. Κατά τη διάρκεια της αιμοκάθαρσης οι ανάγκες του οργανισμού για πρωτεΐνες αυξάνονται λόγω της απώλειας των αμινοξέων που προκαλείται (10-12 γραμμάρια αμινοξέων), γι’ αυτό οι υψηλής βιολογικής αξίας πρωτεΐνες, όπως το άπαχο κρέας, είναι απαραίτητες.
Οι υδατάνθρακες. Αν κάποιος που υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση πάσχει και από σακρώδη διαβήτη, τότε πρέπει οι υδατάνθρακες που καταναλώνει να ρυθμίζονται σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή και τη σωματική του δραστηριότητα, ώστε να διατηρεί το σάκχαρο στο αίμα του στα επιθυμητά επίπεδα.
Σωματικά υγρά. Η αναγκαία πρόσληψη των υγρών διαφέρει για κάθε ασθενή και γι’ αυτό καθορίζεται κατά περίπτωση από τον θεράποντα ιατρό. Η ποσότητα των υγρών στον οργανισμό μπορεί να αυξηθεί γρήγορα μεταξύ των αιμοκαθάρσεων και να προκαλέσει πρήξιμο ή και δυσφορία. Έχει μεγάλη σημασία η πρόσληψη υγρών να γίνεται με προσοχή και μεγάλη ακρίβεια ακολουθώντας πιστά την ιατρική συμβουλή.
Υπενθυμίζεται ότι στα υγρά συμπεριλαμβάνεται ό,τι μετατρέπεται σε υγρό στη θερμοκρασία δωματίου, όπως τα παγάκια, τα παγωτά, οι γρανίτες. Αποφεύγοντας το νάτριο αποφεύγετε την έντονη αίσθηση δίψας.
Το νάτριο. Όπως αναφέρθηκε, το νάτριο βρίσκεται με τη μορφή άλατος «κρυμμένο» σε πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα. Η μεγάλη κατανάλωση αλατιού, εκτός του ότι αυξάνει το αίσθημα της δίψας, παράλληλα, προκαλεί πρήξιμο και συσσώρευση υγρών στο σώμα, που επιβαρύνουν την καρδιά.
Για να αποφευχθεί η πρόσληψη μεγάλων ποσοτήτων νατρίου, συνιστώνται τρόφιμα που δεν περιέχουν αλάτι, όπως φρέσκα μυρωδικά.
Τονίζεται ότι πολλά τρόφιμα, αν και δεν περιέχουν αλάτι, περιέχουν κάλιο γι’ αυτό συνιστάται ο έλεγχος των συστατικών που αναγράφονται στη συσκευασία.
Το κάλιο. Οι νεφροί πολλών ασθενών που βρίσκονται στο στάδιο της αιμοκάθαρσης αδυνατούν να απομακρύνουν τη μεγάλη ποσότητα καλίου, με κίνδυνο συσσώρευσης του στο αίμα και την πρόκληση διαταραχών.
Σημειώνεται ότι έχει μεγάλη σημασία ο έλεγχος της ποσότητας του καλίου που λαμβάνεται με τη διατροφή. Γι’ αυτό πρέπει να ακολουθούνται με συνέπεια οι οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Ο φώσφορος. Πρέπει να επιλέγονται τροφές με χαμηλή περιεκτικότητα σε φώσφορο, γιατί κατά το στάδιο της αιμοκάθαρσης συσσωρεύεται στο αίμα και μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στα οστά και την καρδιά.
Ο φώσφορος βρίσκεται σε τροφές όπως το τυρί, το γάλα, η σοκολάτα. Όπως και το κάλιο, μπορεί να υπάρχει στα τρόφιμα αλλά να μην αναγράφεται στη συσκευασία.
Οι βιταμίνες. Λόγω της απώλειας βιταμινών κατά τη διάρκεια της αιμοκάθαρσης, πολλές φορές είναι αναγκαία η εξωγενής χορήγηση βιταμινών, κυρίως των υδατοδιαλυτών βιταμινών του συμπλέγματος Β (θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, νιασίνη, φολικό οξύ, παντοθενικό οξύ, βιοτίνη, βιταμίνη Β6, Β12) και της βιταμίνης C.