Όταν ο μυς της καρδιάς υποστεί βλάβες ή είναι ελαττωματικός, η πάθηση ονομάζεται μυοκαρδιοπάθεια. Τα σημεία και συμπτώματα είναι:
- Επεισόδια γρήγορων καρδιακών χτύπων (φτερουγίσματα).
- Δύσπνοια.
- Αδυναμία.
- Πόνος και πίεση στο στήθος (στηθάγχη).
- Λιποθυμίες.
- Κατακράτηση υγρών.
Η μυοκαρδιοπάθεια μπορεί να εμφανιστεί σε μία από τις ακόλουθες μορφές:
Συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια
Στη συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια το μυοκάρδιο εξασθενεί και δεν μπορεί να αντλήσει αποτελεσματικά. Αυτό μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, όπως δύσπνοια και κατακράτηση υγρών, που οδηγούν σε πρήξιμο (οίδημα), που είναι πιο εμφανές στις κνήμες και στους αστραγάλους.
Η συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια προκαλεί επίσης διογκωμένες καρδιακές κοιλότητες και μπορεί να οδηγήσει στο σχηματισμό θρόμβων μέσα στις κοιλότητες. Οι θρόμβοι μπορεί να ταξιδέψουν σε άλλα μέρη του σώματος και να προκαλέσουν εμβολή.
Η συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια εκδηλώνεται σε οποιαδήποτε ηλικία και φαίνεται να είναι κληρονομική. Οι αλκοολικοί μπορεί να εκδηλώσουν συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια μετά από κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ για πολλά χρόνια. Αν το πρόβλημα δεν έχει προχωρήσει μέχρι το σημείο της καρδιακής ανεπάρκειας, η αποφυγή του αλκοόλ μπορεί να σταματήσει την εξέλιξη της νόσου. Η συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια μπορεί να εκδηλωθεί και μετά από κάποια ιογενή νόσο.
Υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια
Η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια εκδηλώνεται, όταν αυξάνεται ο καρδιακός μυς. Η αύξηση μειώνει το μέγεθος των κοιλοτήτων άντλησης και μπορεί να προκαλέσει απόφραξη της ροής έξω από την καρδιά. Επίσης, δυσχεραίνει την ανάπαυση της καρδιάς ανάμεσα στους χτύπους. Αυτό δεν επιτρέπει το κανονικό γέμισμα της καρδιάς μειώνοντας έτσι επιπλέον τον όγκο του αίματος που αντλείται.
Επειδή η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια μπορεί να είναι κληρονομική, συνιστάται η εξέταση όλων των στενών συγγενών ενός ατόμου που πάσχει, ακόμα και αν δεν εμφανίζουν συμπτώματα.
Περιοριστική μυοκαρδιοπάθεια
Η περιοριστική μυοκαρδιοπάθεια χαρακτηρίζεται από την ακαμψία του καρδιακού μυ και τη μειωμένη ικανότητα της καρδιάς να διασταλεί και να γεμίσει με αίμα ανάμεσα στις συσπάσεις. Η ανάπτυξη θρόμβων αίματος μέσα στην καρδιά, η κατακράτηση υγρών και το ευαίσθητο ήπαρ είναι άλλα συνηθισμένα σημεία και συμπτώματα.
Η πάθηση είναι σπάνια στις αναπτυγμένες χώρες, αλλά σε άλλα μέρη του κόσμου, όπως η κεντρική Αφρική είναι συνηθισμένη.
Διάγνωση
Για τη διάγνωση της μυοκαρδιοπάθειας ο γιατρός θα εκτιμήσει τα συμπτώματα και μπορεί να κάνει μία ακτινογραφία και ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Ο γιατρός θα ζητήσει πιθανότατα μία εξέταση υπερήχου (υπερηχογράφημα της καρδιάς), για να παρατηρήσει τις κινήσεις της καρδιάς, ενώ δουλεύει. Ένα υπερηχογράφημα της καρδιάς μπορεί να δείξει τη μορφή της μυοκαρδιοπάθειας που υπάρχει. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται μία μέθοδος που ονομάζεται καρδιακός καθετηριασμός. Κατά τη διάρκεια αυτής της μεθόδου ο γιατρός μπορεί επίσης να πάρει ένα δείγμα ιστού (βιοψία) από την καρδιά για μικροσκοπική εξέταση.
Πόσο σοβαρή είναι η μυοκαρδιοπάθεια; Στις περισσότερες περιπτώσεις η μυοκαρδιοπάθεια δεν εμφανίζει συμπτώματα, μέχρι η νόσος να προχωρήσει αρκετά. Σπανίως η νόσος προκαλεί ξαφνικό θάνατο.
Ορισμένες μορφές μυοκαρδιοπάθειας μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο λοίμωξης του εσωτερικού υμένα της καρδιάς (ενδοκαρδίτιδα). Ως μέτρο προφύλαξης μπορεί να είναι κατάλληλη η προληπτική χρήση αντιβιοτικών πριν από οδοντικές και ορισμένες χειρουργικές επεμβάσεις.
Θεραπεία
Η θεραπεία εξαρτάται από το είδος της μυοκαρδιοπάθειας. Συχνά οι θεραπείες μπορούν να απαλύνουν τα συμπτώματα και να βελτιώσουν την προσδοκώμενη διάρκεια ζωής. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να απαιτείται εγχείρηση.
Φάρμακα. Η επιλογή των φαρμάκων εξαρτάται από το είδος της μυοκαρδιοπάθειας που εκδηλώθηκε. Τα πιθανά φάρμακα είναι αυτά που χρησιμοποιούνται συνήθως για την αντιμετώπιση της καρδιακής ανεπάρκειας, όπως οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης (ΜΕΑ) για τη βελτίωση της ικανότητας άντλησης της καρδιάς, διουρητικά, για να μειωθεί η κατακράτηση υγρών, βήτα αναστολείς, για να αντισταθμιστούν οι επιδράσεις της αδρεναλίνης (επινεφρίνης), και αντιπηκτικά, για να προληφθούν οι θρόμβοι, του αίματος. Αυτά τα φάρμακα έχουν παρενέργειες που πρέπει να συζητηθούν με το γιατρό, πριν ξεκινήσει η θεραπευτική αγωγή.
Επειδή η απόφραξη που προκαλείται από την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια αυξάνεται, όταν η καρδιά συστέλλεται, οι γιατροί χορηγούν συνήθως φάρμακα, για να μειώσουν τη δύναμη συστολής της καρδιάς. Αυτά είναι βήτα αναστολείς και κάποιοι αναστολείς διαύλων ασβεστίου. Όταν υπάρχουν παθήσεις του ρυθμού, μπορεί να χρειαστούν αντιαρρυθμικά φάρμακα.