Το περικάρδιο είναι ένας θύλακας που περιβάλλει την καρδιά. Έχει λεία εσωτερική επιφάνεια. Στην εξωτερική πλευρά βρίσκεται το σκληρό (ινώδες) τοιχωματικό περικάρδιο (περίτονο).
Η περικαρδίτιδα είναι μία φλεγμονή του περικαρδίου που μπορεί να προκληθεί από βακτηριακή ή ιογενή λοίμωξη. Συμβαίνει κυρίως σε άνδρες μεταξύ των 30 και 50 ετών, συχνά έπειτα από μια λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος.
Το αποτέλεσμα της φλεγμονής είναι πόνος, όταν το περικάρδιο και η εξωτερική πλευρά της καρδιάς τρίβονται μεταξύ τους. Μπορεί να υπάρχει συσσώρευση υγρού μεταξύ του περικαρδίου και της καρδιάς (περικαρδιακή συλλογή υγρού).
Αν συσσωρευτεί αρκετό υγρό στο περικάρδιο και πιέζει την καρδιά εμποδίζοντας τη να γεμίσει πλήρως, η πάθηση ονομάζεται καρδιακός επιπωματισμός.
Σημεία και συμπτώματα
- Οξύς, διαπεραστικός πόνος πάνω από την κεντρική ή αριστερή πλευρά του στήθους, που μπορεί να εκτείνεται μέχρι τον αριστερό ώμο και να επιδεινώνεται κατά τις βαθιές αναπνοές ή όταν ξαπλώνετε.
- Δύσπνοια.
- Μία γενική αίσθηση αδιαθεσίας.
- Χαμηλός πυρετός.
- Πρήξιμο της κοιλιακής χώρας.
Ο τραυματισμός στο περικάρδιο κατά τη διάρκεια μίας εγχείρησης ή σε κάποιο ατύχημα μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση υγρού και σε καρδιακό επιπωματισμό. Η φυματίωση, οι όγκοι ή οξείες ιογενείς λοιμώξεις μπορεί να προκαλέσουν συσσώρευση υγρού και καρδιακό επιπωματισμό. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι περιορισμός της ροής του αίματος προς τους πνεύμονες και το υπόλοιπο σώμα. Ο οξύς καρδιακός επιπωματισμός αποτελεί επείγον ιατρικό περιστατικό.
Μία από τις απώτερες επιπλοκές σε μερικές περιπτώσεις περικαρδίτιδας είναι η μόνιμη πάχυνση, η ουλοποίηση και η μόνιμη συστολή του περικαρδίου. Κάποιες φορές μια προηγούμενη φλεγμονή μπορεί να ευθύνεται για τη μείωση της ικανότητας της καρδιάς να διαστέλλεται μεταξύ των συσπάσεων και να γεμίζει με υγρό (συμπιεστική περικαρδίτιδα).
Διάγνωση
Ο γιατρός μπορεί να ζητήσει ακτινογραφία, ηλεκτροκαρδιογράφημα και υπερηχογράφημα της καρδιάς, για να μπορέσει να διαχωρίσει την περικαρδίτιδα από το έμφραγμα.
Μπορεί επίσης να γίνουν εξετάσεις αίματος. Αν και οι υποτροπές είναι συχνές, τα περισσότερα επεισόδια περικαρδίτιδας διαρκούν 2 με 6 εβδομάδες και υποχωρούν χωρίς περαιτέρω προβλήματα. Η διάγνωση της συμπιεστικής περικαρδίτιδας μπορεί να απαιτεί επιπλέον εξετάσεις, όπως υπολογιστική αξονική τομογραφία (CT) του θώρακα και αγγειογραφία της καρδιάς.
Για τη διάγνωση και τη θεραπεία του καρδιακού επιπωματισμού μπορεί να είναι ωφέλιμη μία επέμβαση που ονομάζεται περικαρδιοκέντηση. Με αυτή γίνεται παροχέτευση του περίσσιου υγρού από την περικαρδιακή κοιλότητα με τη χρήση ενός μικρού σωλήνα (καθετήρα).
Θεραπεία
Η θεραπεία της περικαρδίτιδας μπορεί να γίνεται με αντιφλεγμονώδη αναλγητικά για την ανακούφιση από τον πόνο και την καταστολή της φλεγμονής. Αν υπάρχει κατακράτηση υγρών και οίδημα, μπορεί να συστηθούν διουρητικά φάρμακα. Αν εντοπιστεί μία υποκείμενη αιτία, όπως φυματίωση ή κάποια άλλη βακτηριακή λοίμωξη, μπορεί να χορηγηθούν αντιβιοτικά φάρμακα.
Σε μερικές περιπτώσεις συμπιεστικής περικαρδίτιδας μπορεί να είναι απαραίτητη η εγχείρηση, για να αφαιρεθούν τα άκαμπτα μέρη του περικαρδίου που περιορίζουν τη λειτουργία της καρδιάς. Αυτή η επέμβαση ονομάζεται περικαρδιεκτομή. Η καρδιά θα συνεχίσει να λειτουργεί φυσιολογικά, ακόμα και αν αφαιρεθεί ολόκληρος ο περικαρδιακός θύλακας.