Όσοι πάσχουν από σχιζοφρένεια μπορεί να ακούνε φωνές, να βλέπουν πράγματα που δεν υπάρχουν ή να πιστεύουν ότι οι άλλοι άνθρωποι ελέγχουν τις σκέψεις τους. Αυτά τα συμπτώματα είναι τρομακτικά και συχνά οδηγούν σε απρόβλεπτη συμπεριφορά. Δεν υπάρχει ίαση για την σχιζοφρένεια, αλλά με σωστή φαρμακευτική αγωγή ελέγχονται τα πιο σοβαρά συμπτώματα.
Κάθε ασθενής με σχιζοφρένεια έχει διαφορετική εξέλιξη. Η ασθένεια έχει πολλές μορφές με διαφορετικό τρόπο έναρξης, με διαφορετική πορεία και έκβαση και διαφορετική ανταπόκριση στη θεραπεία. Συνήθως τα άτομα με σχιζοφρένεια έχουν ακουστικές ψευδαισθήσεις, λιγότερο συχνά οπτικές ψευδαισθήσεις, παρανοϊκές ιδέες και αποδιοργανωμένη ομιλία και σκέψη, γεγονός που τους δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην κοινωνική τους αλληλεπίδραση.
Η ασθένεια προσβάλει συνηθέστερα έφηβους και ενήλικους, και των δύο φύλων, και μέχρι 35 ετών. Σε παιδιά θεωρείται πολύ σπάνια ενώ σε άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών αποτελεί εξαίρεση. Στο 40% των ανδρών και στο 23% των γυναικών που διαγιγνώσκονται με σχιζοφρένεια η κατάσταση εκδηλώθηκε πριν από την ηλικία των 19 ετών. Μεγάλη έρευνα γίνεται γύρω από την αιτία και τη θεραπεία της νόσου.
Ψάχνοντας την αιτία
Η σχιζοφρένεια δεν είναι μια προσωπική επιλογή, ούτε ένα κοινωνικό φαινόμενο, αλλά μια αρρώστια, με παγκόσμια μάλιστα εξάπλωση. Μια αρρώστια που σε όλες τις κοινωνίες, από τις πιο αναπτυγμένες, μέχρι τις πιο πρωτόγονες, έχει την ίδια περίπου συχνότητα, που κυμαίνεται σταθερά γύρω στο 1,5% του πληθυσμού.
Η σχιζοφρένεια είναι ένα νόσημα με γενετική συνισταμένη. Σήμερα ξέρουμε ότι έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να νοσήσει κάποιος συγγενής ασθενούς, από κάποιον που δεν έχει σχιζοφρενή στην οικογένεια του. Ενώ γενικά όλοι μας έχουμε πιθανότητα 1,5% να νοσήσουμε, αν έχουμε έναν γονέα ή έναν αδελφό με σχιζοφρένεια, οι πιθανότητες ανεβαίνουν στο 14%. Και αυτό είναι άσχετο με την οικογένεια που μεγαλώσαμε, αφού έχουν μελετηθεί και αδέλφια, που είχαν υιοθετηθεί από διαφορετικές οικογένειες.
Από την άλλη όμως, έρευνες με μονοζυγωτικούς διδύμους, δηλαδή διδύμους με το ίδιο ακριβώς γενετικό υλικό, έδειξαν ότι η αιτία της σχιζοφρένειας δεν είναι μόνο γενετική. Καθότι μόνο κατά 50%, τα μονοζυγωτικά αδέλφια των σχιζοφρενών, ανέπτυξαν τη νόσο. Δηλαδή τα μισά αδέλφια δεν έπαθαν σχιζοφρένεια, ενώ ο άλλος πανομοιότυπος αδελφός τους έπασχε από τη νόσο. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι εκτός από τα γονίδια, χρειάζεται και κάτι άλλο για να εκδηλωθεί η νόσος.
Κάτι άλλο όμως, που δεν πρέπει να έχει σχέση με το περιβάλλον και τον τρόπο ανατροφής ή την κοινωνική πίεση που δέχεται ένα άτομο. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί οι γονείς των σχιζοφρενών δεν πρέπει να αισθάνονται ότι φταίνε που τα παιδιά τους εκδήλωσαν τη νόσο, εκτός βέβαια από τη μετάδοση των γονιδίων τους.
Η εμφάνιση ή μη της νόσου, σε δύο μονοζυγωτικούς διδύμους, πρέπει να έχει αιτία τη διαφορετικότητα των νευρωνικών οδών που έχει προτιμήσει να ενεργοποιήσει ο εγκέφαλος του ενός διδύμου, ενώ ο εγκέφαλος του άλλου προτίμησε, τυχαία προφανώς, άλλον, παραπλήσιο δρόμο επεξεργασίας των ερεθισμάτων. Έτσι ο ένας εγκέφαλος έπεσε σε ελαττωματικό αγωγό, με αποτέλεσμα, όταν στην ηλικία των 17-20 πέρασαν περισσότερα ερεθίσματα από τον «αγωγό» αυτόν, να προκύψουν τα βραχυκυκλώματα του μυαλού.
Ένα υπολογιστικό μοντέλο
Για να γίνουν αντιληπτά αυτά τα βραχυκυκλώματα ας θεωρήσουμε ότι υπάρχει στον εγκέφαλο μας ένας Κεντρικός Επεξεργαστής, ο οποίος επεξεργάζεται τα δεδομένα που λαμβάνει από διάφορες πηγές και με βάση αυτά, παράγει αποφάσεις και συμπεράσματα.
Αυτός ο Κεντρικός Επεξεργαστής λαμβάνει δεδομένα, αφενός από το Εξωτερικό Περιβάλλον, δηλαδή από διαφορετικές αισθητηριακές πηγές, όπως ακουστικές, οπτικές, οσφρητικές και άλλες, οι οποίες διοχετεύονται σε αυτόν από συγκεκριμένες εισόδους (αποκαλούνται «θύρες» στους υπολογιστές).
Αφετέρου ο Κεντρικός Επεξεργαστής λαμβάνει δεδομένα και από έναν άλλο επεξεργαστή, που ας τον ονομάσουμε Σκέψη. Η Σκέψη παράγει δεδομένα από στοιχεία που έχει αποθηκεύσει από το παρελθόν, από πεποιθήσεις που έχει διαμορφώσει και γενικότερα από δεδομένα που της έχει στείλει παλαιότερα ο Κεντρικός Επεξεργαστής.
Τα δεδομένα της Σκέψης διοχετεύονται στον Κεντρικό Επεξεργαστή από συγκεκριμένη και διαφορετική είσοδο, από ό,τι τα δεδομένα από το Εξωτερικό Περιβάλλον. Έτσι ο Κεντρικός Επεξεργαστής γνωρίζει ότι, εάν ένα δεδομένο του έρχεται από την είσοδο της Σκέψης, τότε σημαίνει ότι αυτό είναι προϊόν της δικής του Σκέψης, της δικής του φαντασίας.
Αντίθετα εάν ένα δεδομένο του έρθει από την είσοδο, που του έρχονται τα δεδομένα τού Εξωτερικού Περιβάλλοντος, τότε γνωρίζει ότι το δεδομένο αυτό είναι πραγματικό, είναι δηλαδή δεδομένο της εξωτερικής πραγματικότητας.
Εύκολα λοιπόν κανείς αντιλαμβάνεται ότι, εάν γίνει ένα βραχυκύκλωμα και δεδομένα που προέρχονται από τη σκέψη, διοχετευθούν στον Κεντρικό Επεξεργαστή από την είσοδο που εισέρχονται τα Εξωτερικά, ακουστικά δεδομένα για παράδειγμα, τότε ο Κεντρικός Επεξεργαστής θα πιστεύει ότι τα δεδομένα αυτά προέρχονται από τον εξωτερικό χώρο. Έτσι γεννώνται οι οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις, το περιεχόμενο των οποίων εκφράζει σκέψεις δικές μας, φόβους μας και ό,τι άλλο βγαίνει από τον επεξεργαστή της Σκέψης μας.
Για παράδειγμα ένας άνθρωπος που είναι πολύ θρήσκος και θα ήθελε πολύ να επικοινωνήσει με τον Θεό και τους Αγίους, εάν η θέληση του αυτή εισέλθει στον Κεντρικό Επεξεργαστή του μυαλού του από την είσοδο που μπαίνουν τα Εξωτερικά ερεθίσματα, τότε ο Κεντρικός Επεξεργαστής θα νομίζει ότι πράγματι ακούει τη φωνή του Θεού, ή των Αγίων.
Ενώ αν εισέλθει από την κανονική «θύρα», θα αναγνωρίσει ότι αυτές είναι δικές του Σκέψεις και επιθυμίες και άρα δεν είναι πραγματικές.
Με αυτό τον τρόπο εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι η θεραπεία της σχιζοφρένειας είναι η διακοπή των βραχυκυκλωμάτων που αποτελούν την αιτία της. Αυτό πραγματοποιείται με τη χορήγηση αντιψυχωσικών φαρμάκων.
Πηγή: Παύλος Σακκάς, “Η ψυχιατρική αλλιώς… μέσα από πραγματικές ιστορίες και κυκλώματα υπολογιστών”, Εκδόσεις Βήτα.