Η πλειονότητα των δερματικών παθήσεων προκαλεί ή εκδηλώνεται κατά κανόνα με βλάβες που διαθέτουν περισσότερο ή λιγότερο χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Μπορεί να είναι ομοιόμορφες ή διαφορετικές σε μέγεθος, σχήμα και χρώμα και να βρίσκονται σε διαφορετικό στάδιο εξέλιξης ή υποστροφής.
Οι πρωτογενείς βλάβες είναι οι ακόλουθες: οι κηλίδες, οι βλατίδες (ή πλάκες), τα οζίδια, οι όγκοι, οι πομφοί, οι φυσαλίδες, οι πομφόλυγες και οι φλύκταινες.
Κηλίδες
Οι κηλίδες είναι ποικίλου μεγέθους, περιγεγραμμένες αλλοιώσεις της χροιάς του δέρματος, χωρίς να παρουσιάζουν έπαρση ή καθίζηση (μη ψηλαφητές).
Μπορεί να έχουν στρογγυλό, ωοειδές ή ακανόνιστο σχήμα ή να έχουν αχνό περίγραμμα και να μην διακρίνονται ευκρινώς από το περιβάλλον δέρμα. Οι κηλίδες είναι δυνατόν να συνιστούν ολόκληρο ή μέρος του εξανθήματος, ή μπορεί απλώς να αποτελούν μια πρώιμη φάση. Αν οι βλάβες καταστούν ελαφρώς επηρμένες, ορίζονται ως βλατίδες ή μερικές φορές, ως ιλαροειδή εξανθήματα.
Οι μεγάλες κηλίδες (patches) είναι μεγαλύτερες σε διάμετρο από 1 εκατοστό και μπορεί να παρατηρηθεί στο σπίλο flammeus ή τη λεύκη.
Βλατίδες
Οι βλατίδες είναι περιγεγραμμένα, συμπαγή επάρματα χωρίς υγρό, ποικίλου μεγέθους, από κεφαλή καρφίτσας μέχρι 1 εκατοστό. Μπορεί να είναι οξυτενείς, στρογγυλές, κωνικές, αποπλατυσμένες, ή ομφαλωτές και να εμφανίζονται λευκωπές (όπως στα κέγχρια), ερυθρές (όπως στο έκζεμα), κιτρινωπές (όπως στα ξανθώματα), η μελανές (όπως στο μελάνωμα).
Οι βλατίδες εδράζονται κατά κανόνα στο χόριο και μπορεί να είναι συγκεντρωμένες γύρω από τα στόμια των ιδρωτοποιών πόρων ή στους τριχικούς θύλακας. Μ σύσταση τους μπορεί να είναι μαλακή ή σκληρή. Στην περίπτωση που καλύπτονται από λέπια είναι γνωστές ως λεπίδωδεις βλατίδες.
Μερικές βλατίδες είναι διακριτές και εμφανίζουν ανώμαλη κατανομή, όπως στη βλατιδώδη κνίδωση, ενώ άλλες είναι ομαδοποιημένες, όπως στον στιλπνό λειχήνα. Μερικές παραμένουν ως βλατίδες, ενώ οι φλεγμονώδεις τύποι μπορεί να εξελιχθούν σε φυσαλίδες ή ακόμη και φλύκταινες ή μπορεί να διαβρωθούν η να εξελκωθούν προτού λάβει χώρα η υποστροφή.
Πλάκες
Η πλάκα είναι μια βλατίδα μεγάλου εύρους (ή συρροή βλατίδων), διαμέτρου 1 εκατοστό ή μεγαλύτερης.
Είναι γενικά επίπεδη αλλά είναι δυνατόν κεντρικά να εμφανίζεται εμθυθισμένη. Το κέντρο της πλάκας μπορεί να είναι υγιές δέρμα.
Οζίδια
Τα οζίδια μπορεί μορφολογικά να είναι παρόμοια με τις βλατίδες αλλά έχουν διάμετρο μεγαλύτερη από 1 εκατοστό. Εδράζονται συχνότερα στο χόριο ή το υποδόριο λίπος.
Όγκοι
Οι όγκοι είναι ευκίνητες ή σταθερές μάζες ποικίλων μεγεθών ή σχημάτων (αλλά κατά κανόνα διαμέτρου μεγαλύτερης των 2 cm), που έχουν μαλακή ή σκληρή σύσταση. Η γενική χρήση υπαγορεύει ότι ο όρος “όγκος” σημαίνει νεόπλασμα (καρκίνος). Μπορεί να είναι υπεγερμένοι ή εν τω βάθει κείμενοι και σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι μισχωτοί (ινώματα). Οι όγκοι έχουν την τάση να είναι στρογγυλοί. Η σύσταση τους εξαρτάται από τα στοιχεία της βλάβης. Μερικοί όγκοι παραμένουν στάσιμοι επ’ αόριστον, ενώ άλλοι αυξάνονται σε μέγεθος ή ρήγνυνται.
Πομφοί
Οι πομφοί είναι παροδικές, οιδηματώδεις υπεγέρσεις ποικίλου μεγέθους που μοιάζουν με οροπέδιο. Έχουν συνήθως ωοειδές ή τοξοειδές περίγραμμα, ρόδινη ή ερυθρή χροιά και περιβάλλονται από μια άλω κηλιδώδους ερυθήματος. Μπορεί να είναι διακριτοί ή να συρρέουν.
Οι βλάβες αυτές συχνά αναπτύσσονται ταχέως. Επειδή ο πομφός είναι η χαρακτηριστική βλάβη της κνίδωσης, οι παθήσεις, όπου προεξάρχουν οι πομφοί περιγράφονται συχνά ως “κνιδωτικές” (π.χ. κνιδωτική αγγειίτιδα). Μερικές φορές παρατηρείται δερμογραφισμός ή ανάπτυξη πομφών εκ πιέσεως.
Φυσαλίδες
Οι φυσαλίδες είναι περιγεγραμμένα, επιδερμιδικά επάρματα μεγέθους 1 έως 10 χιλιοστά που περιέχουν υγρό. Μπορεί να έχουν ωχρή ή κιτρινωπή χροιά οφειλόμενη στο ορώδες εξίδρωμα ή ερυθρή εξαιτίας της ανάμιξης του αίματος με τον ορό. Η κορυφή μπορεί να είναι στρογγυλή, οξύαιχμη ή ομφαλωτή,όπως στο ερπητικό έκζεμα.
Οι φυσαλίδες είναι διακριτές, ανομοιόμορφα διάσπαρτες, ομαδοποιημένες όπως στον έρπητα ζωστήρα, ή γραμμοειδείς όπως στην αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από urushiol (δηλητηριώδης κισσός/δρυς). Είναι δυνατόν να αναπτυχθούν απευθείας στο δέρμα ή εξορμώνται από μια κηλίδα ή βλατίδα. Χάνουν κατά κανόνα τη χαρακτηριστική τους εικόνα σε βραχύ χρονικό διάστημα εφόσον είτε ρήγνυνται αυτομάτως, είτε μεταπίπτουν σε πομφόλυγες μετά από συρροή ή μεγέθυνση ή μετατρέπονται σε φλύκταινες. Όταν το περιεχόμενο έχει οροπυώδη χαρακτήρα, οι βλάβες είναι γνωστές ως φυσαλιδοφλύκταινες. Οι φυσαλίδες αποτελούνται είτε από μία μόνο κοιλότητα (μονόχωρες) ή από διάφορα διαμερίσματα (πολύχωρες) που περιέχουν υγρό.
Πομφόλυγες
Οι πομφόλυγες είναι στρογγυλές ή ανώμαλου σχήματος μεγάλες φυσαλίδες που περιέχουν υγρό ή οροπυώδες υγρό. Διαφέρουν από τις φυσαλίδες μόνο στο μέγεθος, εφόσον είναι μεγαλύτερες από 1 cm. Είναι συνήθως μονόχωρες αλλά μπορεί να είναι και πολύχωρες. Οι πομφόλυγες είναι δυνατόν να εδράζονται επιφανειακά στην επιδερμίδα, κατά συνέπεια τα τοιχώματα τους είναι πλαδαρά και λεπτά και υπόκεινται σε ρήξη, η οποία επέρχεται αυτόματα ή μετά από ανεπαίσθητο τραυματισμό.
Μετά από τη ρήξη, τα συντρίμματα του λεπτού τοιχώματος μπορεί να παραμείνουν και μαζί με το εξίδρωμα να αποξηρανθούν και να σχηματίσουν μια λεπτή εφελκίδα. Σε άλλη περίπτωση η ραγείσα πομφόλυγα καταλείπει μια ερυθρά υγρή βάση, η οποία μπορεί να καλύπτεται με οροπυωδες ή πυώδες εξίδρωμα. Σπανιότερα, αναπτύσσονται στη βάση ανώμαλες εκβλαστήσεις (όπως στη βλαστική πέμφιγα). Όταν η πομφόλυγες είναι υποεπιδερμιδικές, εμφανίζονται τεταμένες και μπορεί να προκύψει εξέλκωση και ουλοποίηση.
Φλύκταινες
Οι φλύκταινες είναι μικρά επάρματα της επιδερμίδας που περιέχουν πυώδες υλικό (συνήθως νεκρωτικά φλεγμονώδη κύτταρα). Έχουν παρόμοιο σχήμα με τις φυσαλίδες και συνήθως περιβάλλονται από φλεγμονώδη άλω. Το κέντρο τους είναι τις περισσότερες φορές λευκωπό ή κιτρινωπό αλλά μπορεί να είναι και ερυθρό αν υπάρχει και αιματηρό περιεχόμενο. Μπορεί από την αρχή να ξεκινούν ως φλύκταινες ή να αποτελούν την τελική κατάληξη βλατίδων ή φυσαλίδων, περνώντας από μεταβατικά πρώιμα στάδια, κατά τα οποία οι βλάβες αυτές είναι γνωστές με τον όρο βλατιδοφλύκταινες ή φυσαλιδοφλύκταινες.
Δευτερογενείς βλάβες
Υπάρχουν πολλών ειδών δευτερογενείς βλάβες, οι πιο σημαντικές εκ των οποίων είναι τα λέπια, οι εφελκίδες, οι διαβρώσεις, τα έλκη, οι ρωγμές και οι ουλές.
Λέπια
Τα λέπια είναι ξηρές ή λιπαρές φυλλώδεις μάζες κερατίνης. Το σώμα κανονικά αποβάλλει διαρκώς ανεπαίσθητα μικροσκοπικά λεπτά συντρίμματα κεράτινης στιβάδας. Όταν ο σχηματισμός των επιδερμιδικών κυττάρων είναι ταχύς ή η λειτουργία της φυσιολογικής κερατινοποίησης έχει διαταραχθεί με παθολογικά αποτελέσματα αποφολίδωσης, δημιουργούνται τα λέπια. Αυτά ποικίλλουν σε μέγεθος, μερικά είναι λεπτά και πιτυρώδη, όπως στην ποικιλόχρου πιτυρίαση, άλλα είναι τραχύτερα, όπως στο έκζεμα και την ιχθύαση, ενώ άλλα είναι στρωματοποιημένα, όπως στην ψωρίαση.
Εφελκίδες
Οι εφελκίδες αποτελούνται από αποξηραμένο ορό, πύον ή αίμα, που συνήθως είναι αναμεμιγμένα με επιθηλιακά και μερικές φορές βακτηριακά νεκρικά υπολείμματα. Ποικίλουν εξαιρετικά σε μέγεθος, πάχος, σχήμα και χροιά, ανάλογα με την προέλευση, τη σύσταση και τον όγκο τους. Μπορεί να είναι ξηρές, χρυσοκίτρινης χροιάς, μαλακής συστάσεως, εύθρυπτες και επιφανειακές, όπως στο μολυσματικό κηρίο, κιτρινωπές, όπως στον άχωρα, παχιές, σκληρής συστάσεως και τραχιές, όπως στα εγκαύματα τρίτου βαθμού ή πεταλιοειδείς, επηρμένες, καστανόχροες, μελανές ή πρασινωπές μάζες, όπως στην όψιμη σύφιλη.
Δρυφάδες και εκδορές
Η εκδορά είναι μια στικτή ή γραμμοειδής αμυχή που προκαλείται από μηχανικά μέσα και προσβάλλει συνήθως μόνο την επιδερμίδα αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνει στο θηλώδες στρώμα του χορίου. Οι δρυφάδες οφείλονται στον ξεσμό με τους όνυχες των δακτύλων σε μια προσπάθεια, ανακούφισης από τον ξεσμό που προκαλούν ποικίλες παθήσεις.
Αν η βλάβη του δέρματος προκύψει μετά από μηχανικό τραυματισμό ή συνεχή τριβή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο όρος εκδορά. Συχνά υπάρχει μια φλεγμονώδης άλως γύρω από τη εκδορά ή αυτή καλύπτεται από κιτρινωπό αποξηραμένο ορό ή ερυθρό αποξηραμένο αίμα. Οι εκδορές επιτρέπουν την πρόσβαση πυογόνων μικροοργανισμών και το σχηματισμό εφελκίδων, φλυκταινών ή κυτταρίτιδας, που σε ορισμένες περιπτώσεις συνοδεύονται από διόγκωση των γειτονικών λεμφαδένων. Γενικά, όσο μεγαλύτερο είναι το μήκος και το βάθος των εκδορών, τόσο πιο έντονος ήταν ο κνησμός που τις προκάλεσε. Ο ομαλός λειχήνας που χαρακτηρίζεται από σοβαρής μορφής κνησμό αποτελεί μια εξαίρεση, εφόσον σπανίως προκαλεί την εμφάνιση εκδορών.
Ραγάδος (Ρωγμές, σχισμές)
Η ραγάδα είναι μια γραμμοειδής σχισμή δια μέσου της επιδερμίδας ή μέσα στο χόριο. Οι βλάβες αυτές μπορεί να είναι μονήρεις ή πολλαπλές και ποικίλλουν σε μέγεθος από μικροσκοπικού μεγέθους μέχρι αρκετών εκατοστών σε μήκος σχισμές με σαφώς αφοριζόμενα όρια. Εμφανίζονται ξηρές ή έφυγρες, ερυθρές, ευθείες ή καμπυλωτές, ανώμαλες ή διακλαδιζόμενες. Όταν το δέρμα είναι ξηρό, η έκθεση στο ψύχος, τον αέρα, το νερό και τα προϊόντα καθαρισμού (σαπούνι,απορρυπαντικά) μπορεί να προκαλέσει αίσθημα νυγμών και καύσου που υποδηλώνει την παρουσία μικροσκοπικών ραγάδων. Η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως σκάσιμο, όπως “σκασμένα χείλη”.
Διαβρώοεις
Η απώλεια όλων των τμημάτων της επιδερμίδας μόνο, όπως λόγου χάρη συμβαίνει στο μολυσματικό κηρίο ή τον έρπητα ζωστήρα ή τον απλό έρπητα μετά από τη ρήξη των φυσαλίδων, προκαλεί μια διάβρωση. Η βλάβη αυτή μπορεί ή όχι να εφελκιδοποιηθεί αλλά επουλώνεται χωρίς να καταλείπει ουλή.
Ελκη
Τα έλκη είναι εκσκαφές στρογγυλού ή ακανόνιστου σχήματος που προκύπτουν από την πλήρη απώλεια της επιδερμίδας και ενός τμήματος του χορίου. Ποικίλλουν σε διάμετρο και κυμαίνονται από μερικά χιλιοστά έως αρκετά εκατοστά. Μπορεί να είναι αβαθή, και να εκτείνονται ελάχιστα πιο κάτω από την επιδερμίδα, όπως στην δυστροφική πομφολυγώδη επιδερμόλυση.
Ουλές
Οι ουλές δημιουργούνται από νεοπαραγόμενο συνδετικό ιστό, ο οποίος αντικατέστησε στο χόριο ή τα βαθύτερα τμήματα τη θεμέλια ουσία που απολέσθη εξαιτίας τραυματισμού ή πάθησης, ως μέρος της φυσιολογικής επανορθωτικής λειτουργίας. Το μέγεθος και το σχήμα τους καθορίζονται από τη μορφή της προηγηθείσας βλάβης. Η ουλοποίηση αποτελεί χαρακτηριστική εξέλιξη συγκεκριμένων φλεγμονωδών εξεργασιών, ως εκ τούτου έχει μεγάλη διαγνωστική αξία. Ο τύπος της ουλοποίησης μπορεί να είναι χαρακτηριστικός κάποιας ειδικής πάθησης. Οι ουλές μπορεί να είναι λεπτές και ατροφικές, ή τα ινώδη στοιχεία να αναπτυχθούν μέσα σε νεοπλαστικές υπερτροφίες, όπως στα χηλοειδή. Μερικά άτομα και ορισμένες περιοχές του σώματος, όπως είναι το πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στην ανάπτυξη ουλών.