Η ιδρώα (Miliaria) η κατακράτηση του ιδρώτα ως αποτέλεσμα απόφραξης των πόρων των εκκρινών ιδρωτοποιών αδένων, προκαλεί ένα εξάνθημα που είναι συχνό στα θερμά, υγρά κλίματα, όπως είναι τα τροπικά και κατά τη διάρκεια των θερμών καλοκαιρινών μηνών σε εύκρατα κλίματα.
O Staphylococcus epidermis, ο οποίος παράγει μια εξωκυττάρια πολυσακχαριδική ουσία, μπορεί να προκαλέσει ιδρώα. Αυτή η πολυσακχαριδική ουσία αναχαιτίζει τη μεταφορά του ιδρώτα στην επιφάνεια του δέρματος. Η απόφραξη εμποδίζει τη φυσιολογική έκκριση από τους ιδρωτοποιούς αδένες και τελικά η συσσωρευμένη πίεση οδηγεί σε ρήξη του ιδρωτοποιού αδένα ή του πόρου σε διαφορετικά επίπεδα. Η διαφυγή του ιδρώτα σε παρακείμενους ιστούς προκαλεί την ιδρώα.
Η αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση είναι η μεταφορά του ασθενούς σε ψυχρό περιβάλλον.
Τύποι
Αναγνωρίζονται διάφοροι τύποι ιδρώας ανάλογα με το επίπεδο όπου έχει επέλθει ο τραυματισμός στον ιδρωτοποιό αδένα ή πόρο.
Κρυσταλλική ιδρώα (Sudamina). Η κρυσταλλική ιδρώα χαρακτηρίζεται από μικρές, διαυγείς και πολύ επιφανειακές φυσαλίδες χωρίς φλεγμονώδη αντίδραση.
Παρατηρείται στους κλινήρεις ασθενείς, στους οποίους ο πυρετός προκαλεί αυξημένη εφίδρωση ή σε καταστάσεις όπου ο ρουχισμός εμποδίζει την αποβολή της θερμότητας και της υγρασίας, όπως συμβαίνει στα φασκιωμένα παιδιά.
Οι βλάβες αυτές είναι ασυμπτωματικές και η διάρκεια τους είναι μικρή εξαιτίας της τάσης τους να ρήγνυνται μετά από ελάχιστο τραυματισμό. Οι βλάβες είναι αυτοπεριοριζόμενες και δεν απαιτείται θεραπεία.
Ερυθρά ιδρώα (Prickly heat). Οι βλάβες της ερυθράς ιδρώας εμφανίζονται ως διακριτές, εξαιρετικά κνησμώδεις, ερυθηματώδεις βλατιδοφυσαλίδες που συνοδεύονται από αίσθημα νυγμών, καύσου ή αιμωδίας. Στη συνέχεια είναι δυνατόν να καταστούν συρρέουσες σε ερυθηματώδη βάση.
Οι συχνότερα προσβαλλόμενες θέσεις είναι οι πρόσθιοι αγκωνιαίοι και οι ιγνιακοί βόθροι, ο κορμός, οι υπομαζικές πτυχές (ιδίως κάτω από μαστούς σε χαλαρή πτώση), η κοιλιακή χώρα (ειδικά γύρω από τη μέση) και οι βουβωνικές περιοχές. Οι θέσεις αυτές συχνά εμφανίζουν διαβροχή επειδή εμποδίζεται η εξάτμιση της υγρασίας. Η θέση τραυματισμού και διαφυγής του ιδρώτα είναι η ακανθωτή στιβάδα, όπου δημιουργείται σπογγίωση.
Φλυκταινώδης ιδρώα. Η φλυκταινώδης ιδρώα έπεται μιας άλλης δερματίτιδας που έχει επιφέρει βλάβη, καταστροφή ή απόφραξη του ιδρωτοποιού αδένα. Οι φλύκταινες είναι ευδιάκριτες, επιφανειακές και ανεξάρτητες από τον τριχικό θύλακα. Οι κνησμώδεις φλύκταινες παρουσιάζονται συχνότερα στις παρατριμματικές περιοχές,τις καμπτικές επιφάνειες των άκρων, το όσχεο και τη ράχη των κατάκοιτων ασθενών.
Η δερματίτιδα εξ επαφής, ο χρόνιος απλός λειχήνας και το παράτριμμα είναι μερικές από τις συσχετιζόμενες παθήσεις, αν και η φλυκταινώδης ιδρώα μπορεί να παρουσιαστεί κάποιες εβδομάδες μετά από την υποχώρηση των δερματολογικών αυτών καταστάσεων. Τα υποτροπιάζοντα επεισόδια είναι δυνατόν να αποτελούν σημείο ψευδοϋποαλδοστερονισμού τύπου I, καθώς οι κρίσεις απώλειας άλατος μπορεί να οδηγήσουν σε ταχεία ανάπτυξη φλυκταινώδους ή ερυθράς ιδρώας, η οποία υποχωρεί μετά από τη σταθεροποίηση.
Εν τω βάθει ιδρώα. Αυτή η μορφή χαρακτηρίζεται από μη κνησμώδεις, σαρκόχροες, εν τω βάθει κείμενες, λευκωπές βλατίδες. Είναι ασυμπτωματική, συνήθως διαρκεί μόνο 1 ώρα μετά τη λήξη της υπερθέρμανσης και είναι επικεντρωμένη στον κορμό και τα άκρα. Όλοι οι ιδρωτοποιοί αδένες είναι μη λειτουργικοί εκτός από την περιοχή του προσώπου, της μασχάλης, τις άκρες χείρες και τους άκρους πόδες, όπου παρατηρείται αντισταθμιστική υπεριδρωσία. Η απόφραξη συντελείται στο άνω χόριο. Η μορφή αυτή παρατηρείται μόνο σε τροπικές περιοχές και συνήθως ακολουθεί ένα σοβαρό επεισόδιο ερυθράς ιδρώας.
Υποϊδρωσία που αναπτύσσεται μετά από την εμφάνιση ιδρώας. Η υποϊδρωσία που αναπτύσσεται μετά από την εμφάνιση ιδρώας οφείλεται στην απόφραξη των ιδρωτοποιών αδένων και πόρων και μπορεί να είναι αρκετά σοβαρή ώστε να διαταράξει την ικανότητα του ατόμου να εκτελεί παρατεταμένη εργασία σε θερμό περιβάλλον. Τα προσβεβλημένα άτομα μπορεί να εμφανίσουν μειωμένη αποδοτικότητα, ευερεθιστότητα, ανορεξία, υπνηλία, ίλιγγο και κεφαλαλγία. Είναι δυνατόν να τριγυρίζουν ζαλισμένοι.
Έχει διαπιστωθεί ότι κατά κανόνα η υποϊδρωσία ακολουθεί την ιδρώα και ότι η διάρκεια και η σοβαρότητα της συσχετίζονται με τη βαρύτητα της ιδρώας. Επιπλέον, η εφίδρωση μπορεί να περιοριστεί στο μισό της φυσιολογικής ποσότητας για διάστημα 3 εβδομάδων μετά από την ιδρώα.
Τροπική ανιδρωτική ασθενία. Πρόκειται για σπάνια μορφή με μεγάλης διάρκειας απόφραξη των πόρων, η οποία προκαλεί ανιδρωσία και κατακράτηση θερμότητας.
Ιδρώα οφειλόμενη σε απόφραξη. Είναι δυνατόν να αναπτυχθεί ιδρώα με συνοδό ανιδρωσία και αυξημένη ευπάθεια στη θερμοπληξία μετά από εφαρμογή εκτεταμένης περίδεσης με μεμβράνη πολυαιθυλενίου για 48 ώρες ή περισσότερο.
Θεραπεία
Η αποτελεσματικότερη θεραπεία για την ιδρώα είναι η μεταφορά του ασθενούς σε ψυχρό περιβάλλον.
Ακόμη και μία μόνο νύχτα διαμονής σε κλιματιζόμενο δωμάτιο βοηθά στο να ανακουφιστεί ο ασθενής. Το επόμενο καλύτερο μέτρο είναι η χρήση ανεμιστήρων που δροσίζουν το δέρμα.
Η άνυδρη λανολίνη προκαλεί λύση της απόφραξης των πόρων και μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση της φυσιολογικής εφίδρωσης.
Οι υδρόφιλες αλοιφές επίσης συντελούν στη διάλυση των κεράτινων βυσμάτων και διευκολύνουν τη φυσιολογική ροή του ιδρώτα.
Τα καταπραϋντικά, δροσιστικά λουτρά που περιέχουν κολλοειδή βρώμη Aveeno ή άλευρο αραβοσίτου είναι ευεργετικά αν χρησιμοποιηθούν με μέτρο.
Οι ήπιες περιπτώσεις είναι δυνατό να ανταποκριθούν στις κόνεις, όπως είναι το αραβοσιτάλευρο ή οι πούδρες για τα μωρά.