Η ορθοστατική υπόταση (orthostatic hypotension) μπορεί να αποτελεί ένδειξη νευρολογικής πάθησης και αυξημένου κινδύνου πρόωρου θανάτου, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Neurology.
Ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, με επικεφαλής τον Κρίστοφερ Γκίμπσον, εξέτασαν στοιχεία τόσο για την ορθοστατική υπόταση, όσο και για την καθυστερημένη ορθοστατική υπόταση.
Η ορθοστατική υπόταση είναι η πτώση της αρτηριακής πίεσης του αίματος εντός τριών λεπτών από την έγερση του σώματος από καθήμενη στάση, ενώ η καθυστερημένη ορθοστατική υπόταση είναι η πτώση της αρτηριακής πίεσης που συμβαίνει μετά τα τρία λεπτά από την έγερση.
Οι ερευνητές εξέτασαν τα ιατρικά αρχεία 165 ατόμων οι οποίοι είχαν ελεγχθεί το 2002 και 2003 σχετικά με το αν ο οργανισμός τους λειτουργεί σωστά ως προς την ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και του καρδιακού ρυθμού.
Αυξημένος κίνδυνος εκφυλιστικής πάθησης
Το ποσοστό θνησιμότητας στην δεκαετία ήταν 29% στα άτομα με καθυστερημένη ορθοστατική υπόταση. Στα άτομα που εκδήλωσαν ορθοστατική υπόταση (ενώ αρχικά είχαν καθυστερημένη ορθοστατική υπόταση) το ποσοστό ήταν 54%. Στα άτομα που είχαν εξ αρχής ορθοστατική υπόσταση, το ποσοστό θνησιμότητας ήταν 64%.
Το 35% της ομάδα των ασθενών με ορθοστατική υπόταση εκδήλωσε κάποια εκφυλιστική εγκεφαλική πάθηση, όπως νόσο Πάρκινσον ή άνοια. Θα πρέπει πάντως να αναφερθεί ότι η μελέτη ήταν μικρή.
«Οι γιατροί θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η πτώση της αρτηριακής πίεσης λόγω ορθοστατικής υπότασης μπορεί να σηματοδοτεί κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας» ανέφερε ο Γκίμπσον.
Ξεκαθάρισε πάντως ότι τα άτομα που νιώθουν κάποια ζαλάδα όταν σηκώνονται απότομα όρθια -τα οποία δεν είναι λίγα – δεν πρέπει να θεωρείται ότι κινδυνεύουν από κάποια σοβαρή πάθηση. Αν όμως κάποιος ζαλιστεί αρκετά έστω και μια φορά ή λιποθυμήσει, πρέπει να επισκεφθεί οπωσδήποτε το γιατρό του.
Μερικές φορές η ζαλάδα έρχεται ύστερα από πολύωρη ορθοστασία όταν κάποιος παρακολουθεί όρθιος μια ομιλία ή στέκεται στο ήλιο. Αυτό εν μέρει μπορεί να οφείλεται και σε αφυδάτωση. Οι περιπτώσεις αυτές θεωρούνται λιγότερο επικίνδυνες.