Η χρόνια ακτινική δερματίτιδα αντιπροσωπεύει το τελικό στάδιο τη εξελικτικής φωτοευαισθησίας σε μερικούς ασθενείς. Έχει αντικαταστήσει τους όρους: έντονη αντιδραστικότητα στο φως, ακτινική δικτύωση, φωτοευαίσθητο έκζεμα και χρόνια δερματίτιδα φωτοευαισθησίας.
Το βασικά γνωρίσματα της νόσου είναι:
- ένα επίμονο, χρόνιο, εκξεματικό εξάνθημα που εκδηλώνεται απουσία έκθεσης σε γνωστούς φωτοευαισθητοποιητές
- φωτοευαισθησία συνήθως σε ευρύ φάσμα με μειωμένη έκθεση στη UVA ή/και στη UVB και ενίοτε στο ορατό φως
- ιστολογική εικόνα συμβατή με μια χρόνια δερματίτιδα με ή χωρίς τα γνωρίσματα του λεμφώματος.
Κλινικά, η νόσος προσβάλλει κυρίως μεσήλικες ή ηλικιωμένους άντρες.
Συμπτώματα
Οι δερματικές βλάβες συνίστανται σε οιδηματώδεις, λεπιδώδεις, πεπαχυσμένες μεγάλες κηλίδες και πλάκες που έχουν την τάση να συρρέουν.
Οι βλάβες παρουσιάζονται κατά κύριο λόγο ή είναι περισσότερο σοβαρές στο εκτεθειμένο δέρμα και μπορεί να αφήνουν ελεύθερα προσβολής τα άνω βλέφαρα, πίσω από τα αυτιά και την κάτω επιφάνεια των ρυτίδων.
Συχνά παρατηρείται προσβολή των μη εκτεθειμένων περιοχών του δέρματος, που εξελίσσεται σε ερυθροδερμία στις πιο βαριές περιπτώσεις. Είναι δυνατόν να αναπτυχθεί εκσεσημασμένος αποχρωματισμός που θυμίζει λεύκη. Οι ασθενείς είναι δυνατόν να μην συνειδητοποιούν ότι η κατάσταση τους επιδεινώνεται με την ηλιακή έκθεση. Η κατάσταση μπορεί να παραμείνει κατά τη διάρκεια όλων των εποχών.
Η αιτία είναι άγνωστη. Σε μερικούς ασθενείς εμπλέκεται ένας τοπικός ή λαμβανόμενος από το στόμα ευαισθητοποιητής, όμως η κατάσταση δεν βελτιώνεται με τη εξάλειψη του εκλυτικού παράγοντα.
Στο ένα τρίτο περίπου των ασθενών, οι φωτοεπιδεμιδικές δοκιμασίες δίνουν θετική αντίδραση σε παράγοντες που έχουν εφαρμοστεί προηγουμένως, ειδικά σε musk ambrette, συστατικά των αντιηλιακών και εξαχλωροφένιο.
Οι επιδερμιδικές δοκιμασίες στους συνήθεις παράγοντες μπορεί να έχουν θετικά αποτελέσματα στο 30% περίπου των ασθενών αλλά δεν ανευρίσκεται κάποια ιδιαίτερη συσχέτιση. Ωστόσο στην Ευρώπη, έχει διαπιστωθεί σε ποσοστό μέχρι 85% των περιπτώσεων, ευαισθησία εξ επαφής στην sesquiterpene lactone που προέρχεται από το Gompositm.
Διάγνωση
Η διάγνωση της χρόνιας ακτινικής δερματίτιδας τίθεται με την ιστολογική εξέταση και τη διενέργεια φωτοδοκιμασιών.
Οι φωτοδοκιμασίες συχνά προκαλούν την επανεμφάνιση των βλαβών. Ποσοστό 65% των ασθενών είναι ευαίσθητο στη UVA και στη UVΒ, καθώς και στο ορατό φως, 22% στη UVA και UVΒ, και 5% αποκλειστικά στη UVB ή sth UVA.
Η διαπίστωση της φωτοευαισθησίας τόσο στη UVA, όσο και τη UVB βοηθά στη διάκριση της χρόνιας ακτινικής δερματίτιδας από τη φαρμακογενή φωτοευαισθησία, η οποία συνήθως αφορά μόνο τη UVA. Θα πρέπει να αποκλεισθούν το πολύμορφο εφύθημα εκ φωτός η φωτοαλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής, η δερματίτιδα εξ επαφής από αερομεταφερόμενες ουσίες και η σπογγοειδής μυκητίαση ή σύνδρομο Sezary.
To πολύμορφο ερύθημα λόγω φωτός αποκλείεται λόγω της μειωμένης ακτινοβολίας σε ευρύ φάσμα που χρειάζεται για να προκαλέσει χρόνια ακτινική δερματίτιδα, αν και μερικοί ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν αρχικά μια νόσο που μοιάζει με πολύμορφο ερύθημα εκ φωτός, η οποία πληροί τα κριτήρια για τη χρόνια ακτινική δερματίτιδα.
Η δερματίτιδα εξ επαφής αποκλείεται με τη διενέργεια επιδερμιδικών και φωτοεπιδερμιδικών δοκιμασιών.
Η σπογγοειδής μυκητίαση μπορεί να είναι δύσκολο να διαφοροδιαγνωσθεί από τη χρόνια ακτινική δερματίτιδα σε περιπτώσεις με άτυπη ιστολογική εικόνα. Η φωτοδοκιμασία είναι εξαιρετικής σπουδαιότητος στις περιπτώσεις αυτές. Στη σπογγοειδή μυκητίαση θα πρέπει να υπάρχει αναδιάταξη του υποδοχέα των Τ-λεμφοκυττάρων στις βλάβες του δέρματος ή στο περιφερικό αίμα και συνήθως εμφανίζει επικράτηση των CD 4 (βοηθητικών) Τ-λεμφοκυττάρων στις βλάβες και στην περίπτωση του συνδρόμου Sezary, στο περιφερικό αίμα.
Θεραπεία
Η θεραπεία της χρόνιας ακτινικής δερματίτιδας είναι δύσκολη. Ίσως θα πρέπει να αναγνωρισθούν οι πιθανοί τοπικοί φωτοευαισθητοποιητές με φωτοεπιδερμιδικές δοκιμασίες και να αποφεύγονται σχολαστικά.
Εξαιρετικά σημαντική είναι η αποφυγή του ήλιου και ή χρήση αντιηλιακών ευρέος φάσματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις η τοπική και συστηματική χρήση κορτικοστεροειδών είναι αποτελεσματική αλλά η χρόνια τοξικότητα των συστηματικών κορτικοστεροειδών περιορίζει τη χρόνια χρήση τους.
Σε μερικούς ασθενείς είναι χρήσιμη η τοπική τακρολίμη.
Η αζαθειοπρίνη σε δόση 50 έως 200 mg/μέρα αποτελεί την πλέον αναπαραγώγιμη αποτελεσματική θεραπεία και μπορεί να κρίνεται αναγκαία η ετήσια χορήγηση της σε περιόδους αυξημένης ηλιακής έντασης.
Μερικές φορές επιχειρείται η χορήγηση χαμηλών δόσεων PUVA (ψωραλένιο + UVA) αλλά συνήθως δεν γίνεται ανεκτή, ακόμη και όταν συνδυάζεται με τοπικά και συστηματικά στεροειδή.
Η κυκλοσπορίνη και η μυκοφαινολάτη mofetil είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε ανθεκτικές περιπτώσεις.
Η χρήση ανοσοκατασταλτικών μπορεί να επιτρέψει σε ασθενείς να ανεχτούν τη θεραπεία με PUVA.
Με προσεκτική αντιμετώπιση 1 στους 10 περίπου ασθενείς θα απολέσει την φωτοευαισθησία του μέσα σε 5 χρόνια, 1 στους 5 μέσα σε 10 χρόνια και οι μισοί ασθενείς μέσα σε 15 χρόνια.