To 1971, ο Wells περιέγραψε τέσσερις ασθενείς με οξεία εμφάνιση πλακών, οι οποίες έμοιαζαν κλινικά με κυτταρίτιδα που επέμενε για διάστημα πολλών εβδομάδων.
Το σύνδρομο Wells παρουσιάζεται σε όλες τις ηλικίες και συχνά συνοδεύεται από φαγούρα.
Η κατάσταση συνήθως υποτροπιάζει και σε σπάνιες περιπτώσεις η διάρκεια των μεμονωμένων επεισοδίων μπορεί να είναι παρατεταμένη. Η αποκοκκίωση των ηωσινόφιλων του χορίου προκαλεί τις γλώσσες φωτιάς που παρατηρούνται στις ιστολογικές τομές. Αυτές αποτελούνται από χοριακό κολλαγόνο, όπου βρίσκονται προσκολλημένα ηωσινόφιλα κοκκία. Μπορεί επίσης να υπάρχει ηωσινοφιλική υποδερματίτιδα.
Δεν έχει αποσαφηνισθεί αν το σύνδρομο Wells είναι μια χαρακτηριστική ιδιόμορφη διαταραχή, ή ένας τύπος αντίδρασης σε πολλά πιθανά αλλεργικά ερεθίσματα. Πολλές (ίσως οι περισσότερες) περιπτώσεις αντιπροσωπεύουν αντιδράσεις σε τσίμπημα από αρθρόποδα.
Η κατάσταση αυτή έχει συσχετισθεί επίσης με ογκοκέρκωση, παρασίτωση εντέρου, ανεμευλογιά, επιδημική παρωτίτιδα, ανοσοποίηση, φαρμακευτικές αντιδράσεις, μυελοϋπερπλαστικές παθήσεις, υπερηωσινοφιλικό σύνδρομο, σύνδρομο Churg-Strauss και μυκητιασική λοίμωξη.
Η έκφραση της α-αλυσίδας των υποδοχέων (CD25) της IL-2 στα ηωσινόφιλα φαίνεται ότι είναι σημαντική για τον καθορισμό της έκτασης της ηωσινοφιλικής αποκοκκίωσης και του βαθμού ιστικής βλάβης στις διαταραχές που προκαλούνται από τα ηωσινόφιλα, συμπεριλαμβανομένου και του συνδρόμου Wells.
Η θεραπεία περιλαμβάνει τα τοπικά και ενδοβλαβικά κορτικοοτεροειδή, τα αντιισταμινικά από το στόμα, τη μινοκυκλίνη, την υπεριώδη ακτινοβολία (UV) Β, την PUVA, τη δαψόνη και τις χαμηλές δόσεις πρεδνιζόνης. θα πρέπει να εξαλείφεται οποιοσδήποτε εκλυτικός παράγοντας, όπως είναι τα τσιμπήματα αρθροπόδων.