Τα παραισθησιογόνα ναρκωτικά είναι μια μεγάλη γκάμα ανόμοιων χημικά ουσιών, που επιδρούν στον εγκέφαλο για να αλλοιώσουν την αντίληψη μας για το τι είναι πραγματικό.
Εξουδετερώνουν ή παρακάμπτουν τους μηχανισμούς που φιλτράρουν τους ήχους, τις σκέψεις και τις εικόνες που συγκεντρώνονται στον εγκέφαλο μας σε ημερήσια βάση. Οι χρήστες οποιουδήποτε από αυτά τα ναρκωτικά ισχυρίζονται ότι έχουν εμπειρίες «ηχηρών χρωμάτων» ή «χρωματιστών ήχων» όταν τα παίρνουν. Υπό την επίδραση αυτών των ισχυρών ναρκωτικών, τα οράματα μπορεί να προκαλούν δέος και να κάνουν τη ζωή πιο «όμορφη», αλλά μπορεί να είναι εξίσου τρομακτικά.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο χρήστης γνωρίζει ότι οι παραισθήσεις δεν είναι πραγματικές, όμως με κάποιους τύπους παραισθησιογόνων αυτό δεν ισχύει. Το πώς ένα άτομο αντιδρά σε αυτά τα ναρκωτικά εξαρτάται κατά πολύ από τις συνθήκες και το περιβάλλον.
Πολλές από αυτές τις ουσίες τις βρίσκουμε σε φυτά που ευδοκιμούν στα δάση, στις έρημους και τις ζούγκλες, και ειδικά στο τροπικό δάσος της Νότιας Αμερικής, απ’ όπου προέρχονται τα περισσότερα παραισθησιογόνα είδη φυτών του κόσμου.
Το πιο γνωστό συνθετικό παραισθησιογόνο είναι το LSD, όμως και άλλα ναρκωτικά έχουν παρόμοιες ιδιότητες, κυρίως τα αναισθητικά, η φαινκυκλιδίνη και η κεταμίνη.
Η μαριχουάνα δεν περιλαμβάνεται σε αυτή την ενότητα, είναι γνωστό όμως ότι προκαλεί παραισθησιογόνα επίδραση κάτω από ορισμένες συνθήκες. Σε μεγάλες δόσεις και σε συγκεκριμένες ποικιλίες, η μαριχουάνα έχει παρόμοιες ιδιότητες με τα άλλα ναρκωτικά που καταγράφονται εδώ, ωστόσο σε κανονικές δόσεις δρα περισσότερο ως κατευναστικό, που χαλαρώνει και ηρεμεί το χρήστη.
Εξαιτίας του γεγονότος ότι πολλά παραισθησιογόνα ναρκωτικά προέρχονται από φυτά σε πολλές διαφορετικές περιοχές σε ολόκληρο τον κόσμο, ίσως και η χρήση τους να χρονολογείται πριν από τη γραπτή ιστορία. Μερικοί συγγραφείς ισχυρίζονται ότι η ανακάλυψη από τους προγόνους μας αυτών των φυτών με τις διεγερτικές για το μυαλό ιδιότητες μπορεί να συνέβαλε και στην εξέλιξη του ανθρώπου – αν και δεν τεκμηριώνεται κάτι τέτοιο. Αρχαία θρησκευτικά κείμενα μιλούν για διάφορα φυτά και βότανα, τα οποία είχαν παραισθησιογόνες ιδιότητες, και μεσαιωνικές ιστορίες για ιπτάμενες μάγισσες έχουν επίσης συνδεθεί με τη χρήση συγκεκριμένων φυτών από γυναίκες, τις οποίες τα κείμενα αποκαλούν «σοφές».
Οι ανθρωπολόγοι και άλλοι ερευνητές που τόλμησαν να εξερευνήσουν τη νοτιοαμερικανική ζούγκλα τον 20ό αιώνα ανακάλυψαν έναν ολόκληρο πλούτο από παραισθησιογόνα φυτά που χρησιμοποιούνται από τις φυλές των ιθαγενών για τελετουργίες, μυήσεις νέων ανδρών και ως φάρμακα.
Πολλά από τα ενεργά συστατικά αυτών των φυτών παρασκευάστηκαν αργότερα συνθετικά στα σύγχρονα εργαστήρια. Σε ένα τέτοιο εργαστήριο ανακαλύφθηκαν το 1943 οι ιδιότητες του LSD, ενός από τα πιο ισχυρά παραισθησιογόνα του πλανήτη.
Τα «πραγματικά» παραισθησιογόνα ναρκωτικά, όπως το LSD, η μεσκαλίνη και το μαγικό μανιτάρι ψιλοκυβίνης, έχουν μια σειρά από σχετικά ήπιες επιδράσεις στο σώμα, όπως αυξημένη αρτηριακή πίεση και καρδιακό παλμό, κράμπες στο στομάχι και ναυτία. Είναι
ήπιες συγκριτικά με την ένταση της επίδρασης που έχουν για τον εγκέφαλο.
Η μαριχουάνα συνδυάζει τη δράση ενός κατευναστικού, ενός ήπιου ως μέτριου παραισθησιογόνου, ακόμα κι ενός παυσίπονου, ενώ στην άλλη άκρη της κλίμακας, η φαινκυκλιδίνη και η κεταμίνη συνδυάζουν αναισθητικές ιδιότητες, παρεμφερείς με εκείνες των πιο ισχυρών παραισθησιογόνων.