Ο άνθρακας του δέρματος αποτελεί ένα ασύνηθες συμβάν σε όλο σχεδόν τον κόσμο, καθώς η ανθρώπινη λοίμωξη γενικά προκαλείται από μολυσμένα ζώα ή από επαφή με το δέρμα ή άλλα ζωικά προϊόντα ενός κοπαδιού, το οποίο έχει πεθάνει από σπληνικό πυρετό.
Οι πλέον επιρρεπείς ομάδες είναι οι κτηνοτρόφοι, εκείνοι που ταξινομούν το μαλλί, οι βυρσοδέψες, οι κρεοπώλες, και όσοι εργάζονται στη βιομηχανία επεξεργασίας του μαλλιού της γίδας.
Έχει παρουσιαστεί μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω επαφής με τα επιθέματα που τοποθετούνται στις βλάβες.
Η απειλή για βιοτρομοκρατία και η διανομή των σπόρων του βακίλου του άνθρακα μέσω της αλληλογραφίας που είχε ως αποτέλεσμα το ξέσπασμα της νόσου στις ΗΠΑ έχει οδηγήσει σε αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την κατάσταση αυτή.
Ο άνθρακας είναι μια οξεία λοιμώδης πάθηση, η οποία χαρακτηρίζεται από την ταχύτατη ανάπτυξη μιας νεκρωτικής, ανώδυνης εσχάρας με συνοδό διαπυημένη επιχώριο λεμφαδενίτιδα.
Συμπτώματα
Στους ανθρώπους εκδηλώνεται με τρεις κλινικές μορφές: η δερματική, που αφορά το 95% των περιπτώσεων παγκοσμίως αλλά σχεδόν το σύνολο των περιπτώσεων στις ΗΠΑ, η πνευμονική, γνωστή ως νόσος των ατόμων που ταξινομούν το μαλλί και η γαστρεντερική, η οποία δεν έχει μέχρι στιγμής αναφερθεί στις ΗΠΑ.
Η πρώτη κλινική εκδήλωση της δερματικής μορφής είναι μια φλεγμονώδης βλατίδα, η οποία πρωτοεμφανίζεται 3 έως 5 ημέρες περίπου μετά από τον ενοφθαλμισμό, συνήθως σε ακάλυπτη θέση του σώματος. Η φλεγμονή αναπτύσσεται ταχέως, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται τις επόμενες 24 με 36 ώρες μια πομφόλυγα περιβαλλόμενη από έντονο οίδημα και διήθηση. Η πομφόλυγα εν συνεχεία ρήγνυται αυτομάτως και δημιουργείται μια σκοτεινόχροη καφεοειδής ή μαύρη εσχάρα, η οποία περιβάλλεται από φυσαλίδες που εδράζονται σε μια εξέρυθρη, θερμή, οιδηματώδη και σκληρή περιοχή. Η βλάβη δεν είναι ούτε ευαίσθητη, ούτε επώδυνη, γεγονός που έχει διαγνωστική αξία. Φλύκταινες δεν αναπτύσσονται σχεδόν ποτέ. Οι επιχώριοι λεμφαδένες καθίστανται ευαίσθητοι, ευμεγέθεις και συχνά διαπυούνται.
Σε σοβαρές περιπτώσεις τα σημεία της φλεγμονής αυξάνονται. Παρατηρείται εκσεσημασμένο οίδημα και άλλες πομφολυγώδεις και νεκρωτικές βλάβες που συνοδεύονται από υψηλή θερμοκρασία και εξάντληση του ασθενούς, ο οποίος καταλήγει σε μερικές μέρες ή εβδομάδες. Ο θάνατος επέρχεται στο 20% των περιπτώσεων που έχουν παραμείνει αθεράπευτες.
Στις ήπιες περιπτώσεις τα συστηματικά συμπτώματα είναι μερικές φορές ελάχιστα. Το γαγγραινώδες δέρμα εσχαροποιείται και το έλκος που προκύπτει επουλώνεται.
Εσωτερικά, ο εισπνεόμενος άνθρακας εκδηλώνεται ως μια νεκρωτική, αιμορραγική λοίμωξη του μεσοθωρακίου. Οι σπόροι του άνθρακα προσβάλλουν τις κυψελίδες, στη συνέχεια την πύλη και τους τραχειοβρογχικούς λεμφαδένες.
Η βακτηριαιμία που ακολουθείται από αιμορραγική μηνιγγίτιδα αποτελεί τη συνήθη αλληλουχία γεγονότων, τα οποία καταλήγουν σχεδόν πάντα σε θάνατο.
Η γαστρεντερική μορφή άνθρακα προκύπτει όταν οι σπόροι καταπίνονται και πολλαπλασιάζονται στο υποβλεννογόνιο τμήμα του εντέρου. Μια νεκρωτική ελκωτική βλάβη στον τελικό ειλεό ή το τυφλό μπορεί να οδηγήσει σε αιμορραγία.
Αιτία
Η νόσος οφείλεται στον Bacilllus anthracis, έναν μεγάλο gram θετικό μικροοργανισμό, με ραβδοειδές σχήμα και τετράγωνα άκρα, ο οποίος εμφανίζεται μόνος ή κατά ζεύγη σε επίχρισμα αίματος ή σε υλικό που έχει ληφθεί από τοπική βλάβη ή σε μακρές αλυσίδες σε τεχνητό υλικό, όπου συνήθως σχηματίζει σπόρους.
Ο βάκιλλος διαθέτει τρεις παράγοντες λοιμογόνου δράσης: μια κάψα πολυγλουταμικού οξέος αναστέλλει τη φαγοκυττάρωση- μια τοξίνη που προκαλεί οίδημα και συντίθεται από τον παράγοντα που προκαλεί οίδημα και μια πρωτεΐνη μεταφοράς αποκαλούμενη προστατευτικό αντιγόνο- και μια θανατηφόρο τοξίνη, η οποία συντίθεται από το θανατηφόρο παράγοντα και το προστατευτικό αντιγόνο.
Διάγνωση
Θα πρέπει να διενεργείται βιοψία, καθώς αυτή επιτρέπει την ανοσοϊστοχημική μελέτη και τη δοκιμασία της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR), όπως επίσης και τη συνήθη ιστολογική εξέταση και τη χρώση των ιστών κατά gram.
Μικροσκοπικά, παρατηρείται απώλεια της επιδερμίδας στη θέση του έλκους, με περιβάλλουσα σπογγίωση και ενδοεπιδερμιδικές φυσαλίδες. Τα λευκοκύτταρα αφθονούν στην επιδερμίδα. Το χόριο είναι οιδηματώδες και διηθημένο με άφθονα ερυθροκύτταρα και ουδετερόφιλα. Η αγγειοδιαστολή είναι έκδηλη. Οι υπεύθυνοι μικροοργανισμοί είναι πολυάριθμοι και ευκρινώς ορατοί, ειδικά μετά από χρώση κατά gram.
Η διάγνωση τίθεται με την ανεύρεση του υπεύθυνου παράγοντα σε επιχρίσματα και καλλιέργειες τοπικού υλικού. Επειδή οι αερόβιοι μη παθογόνοι βάκιλλοι είναι δυνατόν να συγχέονται με τον Bacilllus anthracis, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένας ειδικός γ-βακτηριοφάγος για την ταυτοποίηση του μικροοργανισμού. Όλα τα λοιμογόνα στελέχη είναι παθογόνα για τα ποντίκια. Μια τετραπλάσια αύξηση κατά τη μέθοδο ELISA του τίτλου των αντισωμάτων έναντι του προστευτικού αντιγόνου ή των αντιγόνων της κάψας που περιέχονται σε ζεύγη δειγμάτων ορού, επιβεβαιώνει τη διάγνωση.
Η χαρακτηριστική γαγγραινώδης βλάβη, που περιβάλλεται από φυσαλίδες, το έντονο οίδημα και ερύθημα, η απουσία άλγους και η επαγγελματική ενασχόληση του θύματος συνιστούν επικουρικούς παράγοντες. Ο ψευδάνθρακας που οφείλεται σε σταφυλόκοκκο αποτελεί τη νοσολογική οντότητα, από την οποία θα πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί, στην περίπτωση όμως αυτή η ευαισθησία είναι έντονη.
Θεραπεία
Η έγκαιρη διάγνωση και η άμεση αντιμετώπιση με τη χορήγηση σιπροφλοξασίνης σε δόση 500 mg ή δοξυκυκλίνης σε δόση 100 mg, δυο φορές ημερησίως για 60 μέρες, είναι θεραπευτική στην περίπτωση της δερματικής μορφής, όταν δεν υπάρχουν συστηματικά συμπτώματα, οι βλάβες δεν εντοπίζονται στην κεφαλή ή τον τράχηλο και δεν συνοδεύονται από εκσεσημασμένο οίδημα, καθώς επίσης και όταν ο ασθενής δεν είναι παιδί ηλικίας κάτω των 2 ετών.
Στις τελευταίες αυτές καταστάσεις, απαιτείται επιθετικότερη ενδοφλέβια θεραπεία, όπως υπογραμμίζεται στις καθοδηγητικές αρχές αντιμετώπισης του CDC που διατίθενται στην ιστοσελίδα του CDC. Στα ασυμπτωματικά εκτεθειμένα άτομα θα πρέπει να δίδεται προφυλακτική θεραπεία για 6 εβδομάδες με δοξυκυκλίνη ή σιπροφλοξασίνη. Έχει εγκριθεί ένα εμβόλιο και αλληλοδιάδοχα εμβόλια βρίσκονται υπό ανάπτυξη.