Υπάρχει εδώ και χρόνια μια μεγάλη διαμάχη για το ρόλο των φυτικών ελαίων στην υγεία. Τα φυτικά έλαια περιέχουν, σε γενικές γραμμές, λίγα κορεσμένα λιπαρά και πολλά πολυακόρεστα και συγκεκριμένα είναι πλούσια στο ωμέγα-6 λιπαρό που ονομάζεται λινελαϊκό οξύ.
Οι μελέτες της δεκαετίες του 1950 έδειξαν ότι τα κορεσμένα λιπαρά αυξάνουν τη χοληστερίνη στο ανθρώπινο αίμα ενώ τα το λινελαϊκό οξύ ρίχνει τη χοληστερίνη. Αυτός ήταν ο λόγος που τα φυτικά έλαια θεωρήθηκαν υγιεινά και τα ζωικά τρόφιμα ανθυγιεινά.
Γενικά, τα ζωικά λίπη έχουν υψηλότερα ποσοστά κορεσμένων λιπαρών απ’ ότι τα φυτικά έλαια αλλά υπάρχουν εξαιρέσεις. Για παράδειγμα, το κοκοφοινικέλαιο έχει 93% κορεσμένα λιπαρά και το φοινικέλαιο 52% κορεσμένα λιπαρά, ποσοστά που είναι μεγαλύτερα από αυτά που περιέχονται στο κρέας. Έτσι στις ΗΠΑ ξεκίνησε μια εκστρατεία υπέρ της εισαγωγής των φυτικών ελαίων στη διατροφή αλλά κατά του κοκοφοινικέλαιου και του φοινικέλαιου που χρησιμοποιούσαν τα fast foods. Ο καθηγητής Φρέντρικ Σταιρ, θεμελιωτής του τμήματος διατροφολογίας του Χάρβαρντ και σύμβουλος της αμερικανικής κυβέρνησης σε διατροφικά θέματα, σύστησε στους Αμερικανούς να καταναλώνουν ένα φλιτζάνι καλαμποκέλαιο κάθε μέρα.
Στη συνέχεια όμως, ήρθαν στο φως ορισμένα πράγματα που δεν ήταν καλά για το λινελαϊκό οξύ. Μπορεί να ρίχνει τη χοληστερίνη αλλά η μεγάλη κατανάλωσή του μέσω της διατροφής φάνηκε να έχει παρενέργειες αυξάνοντας την πιθανότητα καρκίνου, όπως έδειξαν μελέτες σε ζώα. Αυτός ήταν ο λόγος που στο τέλος της δεκαετίας του 1980 προτάθηκε η μεσογειακή διατροφή η οποία βασίζεται στο ελαιόλαδο, δηλαδή στο μονοακόρεστο λιπαρό που ονομάζεται ελαϊκό οξύ.
Ξεκίνησε όμως μια διαμάχη σχετικά με το ποια λιπαρά οξέα πραγματικά ωφελούν την υγεία και ορισμένοι είπαν ότι η αμερικανική κυβέρνηση είχε προτείνει το λινελαϊκό οξύ μόνο και μόνο επειδή οι ΗΠΑ παράγουν σογιέλαιο και καλαμποκέλαιο – αν οι ΗΠΑ παρήγαγαν ελαιόλαδο, ποτέ δεν θα είχε προταθεί η αύξηση των ωμέγα-6 λιπαρών στη διατροφή.
Υπερτιμημένα τα ωμέγα-6
Οι σημερινοί ερευνητές απαλλαγμένοι από το κλίμα που υπήρχε κάποτε υπέρ του λινελαϊκού οξέος διαπιστώνουν ότι δεν πρόκειται για το “θαυματουργό” λίπος που πιστευόταν κάποτε.
Το καλαμποκέλαιο και το σογιέλαιο ρίχνουν πράγματι τη χοληστερίνη όταν αντικαθιστούν τροφές με υψηλό ποσοστό κορεσμένων λιπαρών, όπως είναι το βούτυρο, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε μειωμένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας πρόσφατης μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό British Medical Journal.
Ερευνητές με επικεφαλής τον Christopher Ramsden, από τα National Institutes of Health των ΗΠΑ και του Πανεπιστημίου της North Carolina επαναξιολόγησαν τα στοιχεία μιας παλαιάς αδημοσίευτης τυχαιοποιημένης κλινικής δοκιμής, που είχε γίνει στη Μινεσότα την περίοδο 1968-73 (Minnesota Coronary Experiment) και αφορούσε πάνω από 9.000 άτομα.
Από την επεξεργασία των στοιχείων προέκυψε ότι η διατροφή με καλαμποκέλαιο μειώνει τα επίπεδα της χοληστερίνης αλλά δεν μειώνει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου ή πρόωρου θανάτου από έμφραγμα. Μέσα ένα χρόνο η χοληστερίνη των ανθρώπων που κατανάλωναν καλαμποκέλαιο είχε μειωθεί κατά μέσο όρο 13,8% και αυτών που έτρωγαν με με συνέπεια τρία κύρια γεύματα την ημέρα είχε μειωθεί 18%. Όμως παρότι μειώθηκε η χοληστερίνη, στην ομάδα αυτή αυξήθηκαν οι καρδιακές προσβολές. Μάλιστα παρατηρήθηκε ότι όσοι εμφάνιζαν τη μεγαλύτερη μείωση χοληστερίνης είχαν μεγαλύτερο, και όχι μικρότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιά.
Το συμπέρασμα είναι ακριβώς αντίθετο από αυτό που προσδοκούσαν οι ερευνητές, κι έτσι η μελέτη δεν δημοσιεύθηκε. Αν είχε δημοσιευτεί, η πορεία των ιδεών στη διατροφολογία θα είχε αλλάξει δραματικά. Η μείωση της χοληστερίνης ίσως τελικά να μην είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πρόληψης του εμφράγματος διότι προφανώς παίζουν ρόλο κι άλλα πράγματα που ακόμα και τώρα είναι άγνωστα. Το λινελαϊκό οξύ ρίχνει τη χοληστερίνη αλλά αυτό δεν αρκεί για να θεωρηθεί υγιεινό κάτι που δημιουργεί ερωτηματικά για τις συστάσεις των περισσότερων διατροφολόγων που ακόμα και σήμερα λένε ότι τα πολυακόρεστα λιπαρά (και συγκεκριμένα τα ωμέγα-6) είναι υγιεινά. Τα στοιχεία όμως που έχουν συγκεντρωθεί στη διάρκεια των δεκαετιών δείχνουν ότι το καλύτερο μαγειρικό λάδι για την υγεία είναι το ελαιόλαδο που αρχικά είχε υποτιμηθεί.
Το συμπέρασμα της μελέτης συμφωνεί με μια άλλη αδημοσίευτη αυστραλιανή κλινική δοκιμή του 2013, την Sydney Diet Heart Study, η οποία διαπίστωσε ότι ο κίνδυνος για θάνατο από στεφανιαία νόσο είναι τελικά μεγαλύτερος σε όσους έχουν αντικαταστήσει τα κορεσμένα λιπαρά με έλαια πλούσια σε λινελαϊκό οξύ.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Christopher Ramsden και οι συνεργάτες του βρίσκουν ότι τα πολλά ωμέγα-6 λιπαρά μπορεί να κάνουν κακό στην υγεία. Σε μια παλιότερη μετα-ανάλυσή τους, επανεξέτασαν μελέτες οι οποίες είχαν χρησιμοποιήσει ένα μείγμα ωμέγα-6 και ωμέγα-3 λιπαρών οξέων και έδειξαν ότι μειώνουν τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής κατά 27%. Οι ερευνητές τελικά βρήκαν ότι οι μελέτες που είχαν χρησιμοποιήσει μόνο ω-6 λιπαρά οξέα είχαν την τάση να αυξάνουν τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή. Τότε ο Ramsden και οι συνεργάτες του δήλωσαν ότι η αντικατάσταση του κορεσμένου λίπους με λινελαϊκό οξύ, όχι μόνο δεν είχε κανένα όφελος, αλλά “παρήγαγε έναν αυξημένο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες που προσέγγισε στατιστική σημασία.”
Η ερευνητική ομάδα λέει ότι έχουν υπερτιμηθεί τα οφέλη από την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών με φυτικά έλαια. Ενώ μικρές ποσότητες του λινελαϊκού οξέος είναι σημαντικές για την υγεία, οι μεγάλες ποσότητες μπορεί να επιφέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Να σημειωθεί ότι πριν από έναν αιώνα, το λινελαϊκό οξύ παρείχε το 2% των θερμίδων στην αμερικανική διατροφή ενώ σήμερα, ο δυτικός κόσμος έχει τριπλασιάσει την πρόσληψη του λινελαϊκού οξέος, κυρίως μέσω κατανάλωσης επεξεργασμένων τροφίμων.
Ο Ramsden τόνισε ότι οι διαπιστώσεις που ο ίδιος και οι συνεργάτες του κάνουν θα πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή. Η έρευνα δεν αποδεικνύει ότι τα κορεσμένα λίπη είναι ωφέλιμα, είπε: “Αλλά ίσως δεν είναι τόσο κακά όσο οι άνθρωποι νόμιζαν”.