Η υπόσχεση των προβιοτικών τροφίμων και ποτών, όπως π.χ. το γιαούρτι και το κεφίρ, είναι ότι τα «καλά βακτήρια» που περιέχουν θα αντικαταστήσουν τα “κακά βακτήρια” που προκαλούν μεταβολικές ασθένειες και γαστρεντερικά προβλήματα. Όμως ερευνητές από τη Δανία λένε τα προϊόντα είναι απλώς “σπατάλη χρημάτων” για τους υγιείς ανθρώπους.
Η κατανάλωση προβιοτικών (καλών βακτηρίων) μπορεί να είναι ωφέλιμη στους πάσχοντες από μεταβολικά και γαστρεντερικά προβλήματα αλλά δεν φαίνεται να βοηθάει τους υγιείς ανθρώπους, σύμφωνα με μία μετα-ανάλυση από ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Genome Medicine.
Ο καθηγητής Oluf Pedersen, επικεφαλής της μελέτης είπε ότι ενώ προηγούμενες μελέτες έχουν υποδείξει ότι κάποια προβιοτικά μπορούν να βοηθήσουν ανθρώπους με ανισορροπίες του εντέρου, λίγα είναι τα στοιχεία για όφελος σε άτομα που δεν ασθενούν.
Οι εταιρείες τροφίμων τα τελευταία αρκετά χρόνια διαλαλούν τα προβιοτικά προϊόντα τους, π.χ. η ιστοσελίδα της Danone λέει ότι η σειρά γιαουρτιών Activia περιέχει το προβιοτικό BifidusActiRegularis που παραδίδει “δισεκατομμύρια ενεργών προβιοτικών Bifidus ActiRegularis®” για τη βελτίωση του πεπτικού συστήματος.
Ωστόσο, οι σκεπτικιστές επισημαίνουν την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με τα ευεργετικά οφέλη και κάποιοι από αυτούς ισχυρίζονται ότι τα προβιοτικά σκοτώνονται από τα οξέα του στομάχου πριν φτάσουν στο έντερο.
Από την άλλη μεριά, όλο και περισσότερες έρευνες δείχνουν ότι το μικροβίωμα (η εντερική χλωρίδα) παίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία.
Χωρίς εμφανή επίδραση στους υγιείς
Η μετα-ανάλυση εξέτασε επτά μελέτες που είχαν δημοσιευθεί μεταξύ των ετών 2013 και 2015 στις οποίες είχαν συμμετάσχει υγιή άτομα ηλικίας 19-81 ετών που έτρωγαν προβιοτικά επί 21-42 ημέρες, σε μορφή μπισκότων, ροφημάτων γάλακτος ή χαπιών. Πρόκειται για μικρές μελέτες που περιέλαβαν από 21 μέχρι 81 άτομα.
Πριν και μετά την έναρξη της κατανάλωσης των προβιοτικών, οι συμμετέχοντες είχαν υποβληθεί σε εξετάσεις κοπράνων για να καθοριστούν οι συγκεντρώσεις των βακτηρίων στο έντερό τους και οι αλλαγές αργότερα. Οι ερευνητές δεν διαπίστωσαν ότι οι μελέτες βρήκαν αλλαγές στη σύνθεση των βακτηρίων στα κόπρανα, εκτός από μία.
Η ισορροπία των καλών και κακών βακτηρίων στο παχύ έντερο θεωρείται σημαντική για την υγεία. Είναι απαραίτητη για την υγεία του εντέρου αλλά και ολόκληρου του σώματος καθώς τα βακτήρια συνθέτουν από τις τροφές κάποιες βιταμίνες, ιχνοστοιχεία και ορισμένα κορεσμένα λιπαρά βραχείας αλύσου που τρέφουν το έντερο. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ένα “σωστό” μικροβίωμα βελτιώνει το ανοσοποιητικό σύστημα και την παραγωγή ορμονών του εντέρου.
Μελέτες έχουν συσχετίσει μεταβολικά και γαστρεντερικά νοσήματα, όπως ο διαβήτης τύπου 2, η παχυσαρκία και ο καρκίνος του παχέος εντέρου, με ένα “κακό” μικροβίωμα. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι η προσθήκη ωφέλιμων βακτηρίων στη διατροφή των πασχόντων από αυτά τα νοσήματα είναι ευεργετική, για παράδειγμα, ίσως να μειώνει την παχυσαρκία και την αντοχή στην ινσουλίνη.
Στην παρούσα μετα-ανάλυση, οι ερευνητές έγραψαν: «Δεν υπάρχουν πειστικά στοιχεία ότι τα προβιοτικά ασκούν επίδραση στο μικροβίωμα του εντέρου των υγιών ανθρώπων. Μόνο όταν υπάρχει δυσβίωση, δηλαδή διαταραχή της φυσιολογικής σύστασης της εντερικής χλωρίδας, υπάρχουν ενδείξεις για τονωτική ή προστατευτική δράση».
Πηγή: Alterations in fecal microbiota composition by probiotic supplementation in healthy adults: a systematic review of randomized controlled trials. Nadja B. Kristensen, Thomas Bryrup, Kristine H. Allin, Trine Nielsen, Tue H. Hansen and Oluf Pedersen.