Είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια ότι ένα υψηλό ποσοστό λιπαρών στη διατροφή δεν σημαίνει απαραίτητα παχυσαρκία. Για παράδειγμα, η Μελέτη των Επτά Χωρών που στη δεκαετία του 1960 είχε συμπεριλάβει πληθυσμούς από την Κρήτη και την Κέρκυρα είχε καταγράψει ότι οι Έλληνες λάμβαναν ένα μεγάλο ποσοστό λιπαρών που έφτανε το 42% (κυρίως από το ελαιόλαδο) αλλά δεν ήταν παχύσαρκοι και είχαν τις λιγότερες καρδιακές προσβολές.
Ωστόσο, οι Αμερικανοί ερευνητές πιστεύοντας ότι θα βοηθούσε ο περιορισμός του λίπους στη διατροφή συνέστησαν ως ανώτατο όριο το 30% επί των συνολικών προσλαμβανόμενων θερμίδων. Επίσης δεν πρότειναν το μονοακόρεστο ελαιόλαδο αλλά τα πολυακόρεστα φυτικά έλαια όπως είναι το καλαμποκέλαιο και το σογιέλαιο πιστεύοντας ότι είναι πιο υγιεινά διότι οι μελέτες τότε είχαν δείξει πως έριχναν περισσότερο τη χοληστερίνη.
Οι συστάσεις αυτές στη συνέχεια αποδείχτηκαν προβληματικές καθώς δεν αναχαίτισαν ούτε τα ποσοστά παχυσαρκίας αλλά ούτε τις καρδιακές προσβολές στις ΗΠΑ. Οι νεότερες μελέτες έδειξαν ότι το ελαιόλαδο είναι στην πραγματικότητα υγιεινό ενώ δεν φαίνεται να ισχύει το ίδιο για τα πολυακόρεστα φυτικά έλαια. Επίσης η κατανάλωση ενός μεγαλύτερου ποσοστού λίπους δεν φαίνεται να αυξάνει την παχυσαρκία περισσότερο από τους υδατάνθρακες οι οποίοι έχουν αρχίσει να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2 και μεταβολικό σύνδρομο.
Υψηλότερο ποσοστό λίπους ίσον λιγότερη παχυσαρκία
Τώρα, μια μεγάλη ισπανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet Diabetes & Endocrinology και αφορούσε 7.447 άνδρες και γυναίκες οι οποίοι ήταν υπό παρακολούθηση 11 ιατρικών κέντρων για 4,8 χρόνια, κατά μέσο όρο, έδειξε ότι η μεσογειακή διατροφή, αν και πλούσια σε λίπος, είναι καλύτερη από μια δίαιτα χαμηλών λιπαρών όσον αφορά τη διατήρηση ενός υγιούς βάρους.
Οι συμμετέχοντες είχαν ηλικία άνω των 50 ετών και έπασχαν από διαβήτη τύπου 2 ή είχαν τουλάχιστον τρεις παράγοντες κινδύνου για καρδιοπάθεια. Οι ερευνητές τους χώρισαν σε τρεις ομάδες:
- 2.543 άτομα ακολούθησαν μια παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή εμπλουτισμένη με έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, δίχως περιορισμούς στην κατανάλωση θερμίδων.
- 2.454 άτομα ακολούθησαν την παραπάνω διατροφή η οποία όμως ήταν εμπλουτισμένη με ξηρούς καρπούς.
- 2.450 άτομα ακολούθησαν μια δίαιτα χαμηλών λιπαρών.
Η πρόσληψη λιπαρών στα μεσογειακά διαιτολόγια έφτανε το 42% των ημερήσιων θερμίδων και σ’ αυτά τα άτομα δεν είχαν δοθεί οδηγίες για μείωση του καταναλισκόμενου λίπους.
Μετά από πέντε χρόνια, αυτοί που ακολούθησαν την διατροφή με το πρόσθετο ελαιόλαδο είχαν χάσει περίπου 0,9 κιλά, κατά μέσον όρο, ενώ όσοι ακολούθησαν τη δίαιτα χαμηλών λιπαρών είχαν χάσει 0,6 κιλά. Αυτοί που έτρωγαν και ξηρούς καρπούς είχαν χάσει 0,4 κιλά.
Σχετικά με την περίμετρο της μέσης, τα στοιχεία ήταν τα εξής:
Αυτοί που ακολούθησαν τη δίαιτα χαμηλών λιπαρών παρουσίασαν αύξηση της περιμέτρου μέσης κατά 1,2 εκατοστά, αυτοί που ακολουθούσαν την μεσογειακή διατροφή με ελαιόλαδο είχαν αύξηση κατά 0,85 εκατοστά και αυτοί που ακολούθησαν την μεσογειακή διατροφή με τους ξηρούς καρπούς είχαν αύξηση κατά 0,37 εκατοστά. Με άλλα λόγια, αυτοί που τρέφονταν μεσογειακά είχαν μικρότερη συσσώρευση λίπους στην κοιλιά.
Παρωχημένες οι συστάσεις για μείωση του συνολικού λίπους στη διατροφή
«Εδώ και τέσσερις δεκαετίες οι διατροφικές πολιτικές επικεντρώνονται στους κινδύνους από τα πολλά λιπαρά, αλλά ελάχιστα έχουν επηρεάσει τα αυξανόμενα επίπεδα της παχυσαρκίας», δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης Ramon Estruch, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι η μεσογειακή διατροφή που είναι πλούσια σε λιπαρά, όπως αυτά που περιέχονται στο ελαιόλαδο και στα καρύδια, ασκεί μικρότερη αρνητική επίδραση στο σωματικό βάρος και στην περίμετρο της μέσης, σε σύγκριση με τα διαιτολόγια χαμηλών λιπαρών. Είναι λάθος να περιορίζει κανείς τα υγιεινά λιπαρά, πιστεύοντας ότι θα διατηρήσει ένα φυσιολογικό ή έστω σταθερό βάρος. Πόσο μάλλον που η μεσογειακή διατροφή, η οποία κατ’ εξοχήν περιέχει πολλά ωφέλιμα λίπη, είναι η καλύτερη διατροφή για την προστασία από την καρδιοπάθεια, τον καρκίνο και την άνοια».
Την παραπάνω άποψη υποστηρίζει και ο καθηγητής Dariush Mozaffarian, πρύτανης στη Σχολή Επιστήμης της Διατροφής του Πανεπιστημίου Tufts της Βοστώνης, ο οποίος έγραψε, με αφορμή τη μελέτη, ότι ήρθε η ώρα να αποσυρθούν οι “παρωχημένες” συστάσεις για την κατανάλωση λίπους.
«Οι διατροφικές οδηγίες πρέπει να αναθεωρηθούν ώστε να αποσυρθούν τα παρωχημένα, αυθαίρετα όρια στην συνολική κατανάλωση του λίπους», γράφει ο Mozaffarian. «Πρέπει να εγκαταλείψουμε τον μύθο ότι τα τρόφιμα με λίγα λιπαρά και λίγες θερμίδες οδηγούν σε μικρότερη αύξηση του σωματικού βάρους και ίσως ακόμα να εγκαταλείψουμε τις εμμονικές προειδοποιήσεις για τις υγιεινές αλλά πλούσιες σε λίπη επιλογές όπως οι ξηροί καρποί, τα φυτικά έλαια, το γιαούρτι και ίσως ακόμα το τυρί».