Μια νέα μελέτη από ερευνητές του Χάρβαρντ και του Νοσοκομείού Brigham and Women’s στη Βοστώνη βρήκε ότι η υψηλή κατανάλωση τρανς και κορεσμένων λιπαρών καθώς και επεξεργασμένων υδατανθράκων συνδέεται με υψηλότερη θνησιμότητα σε σχέση με την κατανάλωση των καλών λιπών.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι το είδος του λίπους είναι αυτό που έχει σημασία για την υγεία και όχι η συνολική πρόσληψή του, καθώς υπάρχουν καλά και κακά λίπη.
Τα τρανς λιπαρά υπάρχουν στα μερικώς υδρογονωμένα φυτικά έλαια. Υπάρχουν σε σνακ, πατατάκια, γαριδάκια, αρτοσκευάσματα, κρουασάν, fast foods και γενικά σε κάθε τροφή στην οποία έχουν χρησιμοποιηθεί μερικώς υδρογονωμένα έλαια.
Τα κορεσμένα λιπαρά υπάρχουν κυρίως σε ζωικής προέλευσης τρόφιμα (λ.χ. κρέατα, γαλακτοκομικά, βούτυρο, αλλαντικά) και σε ορισμένα φυτικά έλαια (φοινικέλαιο και έλαιο καρύδας).
Η αντικατάσταση των τρανς και κορεσμένων λιπαρών με άλλα λιπαρά όπως είναι αυτά που περιέχονται τα ψάρια (ωμέγα-3 λιπαρά), τα περισσότερα φυτικά έλαια (ωμέγα-6) και το ελαιόλαδο (ελαϊκό οξύ) κάνει καλό κάνει στην υγεία. Οι υδατάνθρακες, όταν αντικαθιστούν τα κορεσμένα λίπη βελτιώνουν κάπως η υγεία αλλά όταν αντικαθιστούν τα καλά λίπη χειροτερεύει την υγεία αρκετά.
Η ζάχαρη κάνει χειρότερο κακό στην υγεία από τα λίπη
Η μελέτη περιέλαβε 126.233 συμμετέχοντες από την Nurses’ Health Study και την Health Professionals Follow-Up Study. Οι διατροφικές συνήθειες αξιολογήθηκαν κατά την έναρξη της μελέτης και στη συνέχεια ανά 2-4 έτη. Μετά από 32 χρόνια παρακολούθησης, 33.304 άτομα είχαν χάσει τη ζωή τους.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι κάθε 2% υψηλότερη πρόσληψη trans λιπαρά σχετίστηκε με 16% περισσότερες πιθανότητες πρόωρου θανάτου κατά τη διάρκεια της περιόδου της μελέτης.
Η υψηλότερη κατανάλωση κορεσμένων λιπών επίσης συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας: Kάθε αύξηση κατά 5% από κορεσμένα λίπη (και αντίστοιχη μείωση των υδατανθράκων) συσχετίστηκε με 8% υψηλότερο κίνδυνο συνολικής θνησιμότητας.
Επιπλέον, ανά 5% αντικατάσταση των θερμίδων από κορεσμένα λιπαρά με θερμίδες που προέρχονταν από πολυακόρεστα και μονοακόρεστα, ο κίνδυνος θανάτου μειωνόταν κατά 27% και κατά 13% αντιστοίχως.
Σύμφωνα με τη μελέτη, είναι καλύτερα να αντικαθιστά κανείς τα κορεσμένα λίπη με πολυακόρεστα και μονοακόρεστα λίπη, παρά με υδατανάθρακες. Πιο συγκεκριμένα, η πρόσληψη υψηλών ποσοτήτων ακόρεστων λιπών (πολυακόρεστων και μονοακόρεστων) συνδέθηκε με 11-19% χαμηλότερη θνησιμότητα σε σύγκριση με τον ίδιο αριθμό θερμίδων από υδατάνθρακες. Μεταξύ των πολυακόρεστων λιπών, τόσο τα ωμέγα-6 που βρίσκονται στα περισσότερα φυτικά έλαια όσο και τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, που βρίσκονται στα ψάρια τη σόγια και το κραμβέλαιο (canola oil) συσχετίστηκαν με χαμηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου.
Το γεγονός ότι η αντικατάσταση του συνολικού λίπους με υδατάνθρακες συσχετίστηκε με αρκετά υψηλότερη θνησιμότητα δεν ήταν έκπληξη, είπαν οι συγγραφείς, επειδή οι υδατάνθρακες στην αμερικανική διατροφή τείνουν να είναι κατά κύριο λόγο επεξεργασμένο άμυλο και ζάχαρη, που έχουν παρόμοια επίδραση στον κίνδυνο θνησιμότητας με κορεσμένα λίπη.
Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι τα διαφορετικά είδη λιπών στη διατροφή ασκούν διαφορετική επίδραση στην υγεία και πως τα τρανς λιπαρά είναι το χειρότερο είδος λίπους.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Internal Medicine.
Πηγή: Dong D. Wang, Yanping Li, Stephanie E. Chiuve, Meir J. Stampfer, JoAnn E. Manson, Eric B. Rimm, Walter C. Willett, and Frank B. Hu. Specific Dietary Fats in Relation to Total and Cause-Specific Mortality. JAMA Internal Medicine, July 5, 2016.