Είναι γνωστό ότι η υψηλή χοληστερόλη (χοληστερίνη) αυξάνει τον κίνδυνο για έμφραγμα. Φαίνεται όμως ότι σχετίζεται και με αυξημένη θνησιμότητα εξαιτίας του καρκίνου. Κι αυτό διότι τα άτομα που λαμβάνουν στατίνες έχουν καλύτερη επιβίωση σε τέσσερις πολύ συχνούς καρκίνους: του καρκίνου του πνεύμονα, του καρκίνου του μαστού, του καρκίνου του προστάτη και του καρκίνο του παχέος εντέρου. Για την ώρα, ωστόσο, αυτός ο θετικός ρόλος των στατινών παραμένει μια υποψία, χωρίς να υπάρχει στέρεα απόδειξη.
Η υπόθεση της προστασίας των στατινών απέναντι στον καρκίνο παρουσιάστηκε στο συνέδριο Frontiers in CardioVascular Biology στην Φλωρεντία της Ιταλίας από μια βρετανική μελέτη η οποία διήρκεσε 14 χρόνια και αφορούσε σχεδόν 1 εκατομμύριο άτομα.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αναχθεί η παχυσαρκία και η υψηλή χοληστερόλη ως παράγοντες κινδύνου για καρκίνο. Αν όμως πράγματι η υψηλή χοληστερόλη είναι σε θέση να προκαλέσει καρκίνο, τότε η μείωση της χοληστερόλης μέσω φαρμάκων όπως είναι οι στατίνες θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο αυτό.
Προηγούμενες μελέτες σε ζώα έχουν συνδέσει την υψηλή χοληστερόλη και την ανάπτυξη καρκίνου και επιπλέον έδειξαν ότι η χορήγηση στατινών μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Έτσι οι Βρετανοί ερευνητές ήθελαν να δουν αν υπάρχει κάποια επίπτωση της υψηλής χοληστερόλης και των στατινών στη θνησιμότητα μεταξύ των ασθενών με καρκίνο.
Υψηλή χοληστερόλη και καρκίνος
Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Aston στο Μπέρμινγκχαμ της Μεγάλης Βρετανίας, με επικεφαλής τον δρ Πολ Κάρτερ, μελέτησαν τη σχέση υψηλής χοληστερόλης και θνησιμότητας σε ασθενείς με τις παραπάνω μορφές καρκίνου, που είναι και συχνότερες στη Μεγάλη Βρετανία. Οι ασθενείς είχαν εισαχθεί σε βρετανική νοσοκομεία, λόγω των καρκίνων αυτών, από τις αρχές του 2000 μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2013.
Εκ των 929.552 ασθενών οι 7.997 είχαν καρκίνο του πνεύμονα, οι 5.481 καρκίνο του μαστού, οι 4.629 καρκίνο του προστάτη και οι 4.570 καρκίνο παχέος του εντέρου.
Οι ερευνητές αφού μελέτησαν την επίδραση διαφόρων παραγόντων που μπορεί επηρεάσουν τη θνησιμότητα, περιλαμβανομένης της ηλικίας, του φύλου, της εθνικότητας και των 10 συχνότερων αιτίων θανάτου στο Ηνωμένο Βασίλειο, βρήκαν ότι οι καρκινοπαθείς ήταν λιγότερο πιθανό να πεθάνουν αν είχαν υψηλή χοληστερόλη.
Συγκεκριμένα, η υψηλή χοληστερόλη σχετίστηκε με:
- 22% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα,
- 43% χαμηλότερο για τις γυναίκες με καρκίνο μαστού,
- 47% λιγότερες πιθανότητες θανάτου από καρκίνο προστάτη και
- 30% στην περίπτωση καρκίνο του παχέος εντέρου.
Όμως, η στατιστική συσχέτιση της υψηλής χοληστερόλης με τη μείωση της πιθανότητας καρκίνου πρέπει να ερμηνευτεί προσεκτικά. Δεν σημαίνει ότι η υψηλή χοληστερόλη προστατεύει από τον καρκίνο αλλά ενδεχομένως κάτι άλλο μπορεί να είναι η αιτία, όπως για παράδειγμα η λήψη στατινών.
«Η μελέτη δείχνει ότι η υψηλή χοληστερόλη βελτιώνει την επιβίωση τεσσάρων μορφών καρκίνου. Βάσει προηγούμενων στοιχείων έχουμε βάσιμες υποψίες ότι αυτό απορρέει από το γεγονός ότι οι άνθρωποι με υψηλή χοληστερίνη λαμβάνουν στατίνες. Μάλιστα, ενδεχομένως ο συσχετισμός να αφορά και άλλες μορφές καρκίνου πέραν των τεσσάρων που μελετήσαμε, αλλά αυτό θα πρέπει να μελετηθεί», ανέφερε ο δρ Κάρτερ.
Ένας άλλος ειδικός, ο δρ Ραούλ Ποτλούρι, ανέφερε ότι «οι στατίνες έχουν από τα καλύτερα ποσοστά θνησιμότητας μεταξύ όλων των καρδιαγγειακών φαρμάκων και η χρήση τους από άτομα με υπερχοληστερολαιμία είναι ίσως από τους βασικούς λόγους που απολαμβάνουν προστασίας στην περίπτωση που νοσούν από καρκίνο του μαστού, του πνεύμονα, του προστάτη και του παχέος εντέρου. Ενδεχομένως και άλλα φάρμακα για το καρδιαγγειακό να έχουν προστατευτική δράση και έτσι να εξηγείται η μείωση του κινδύνου στις τέσσερις αυτές μορφές καρκίνου. Για παράδειγμα, ο καρκίνος του προστάτη σχετίζεται με την καρδιακή νόσο και οι ασθενείς αυτοί τείνουν να λαμβάνουν αναστολείς ACE και β-αναστολείς».
Να σημειωθεί ωστόσο ότι η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι οι στατίνες μειώνουν τον κίνδυνο από καρκίνο διότι δεν επρόκειτο για κλινική μελέτη. Ο θετικός ρόλος των στατινών στον καρκίνο παραμένει μια υπόθεση η οποία θα πρέπει να διερευνηθεί με περαιτέρω μελέτες.