Η Συμπαθητική Οφθαλμία είναι νόσος που προσβάλλει τα μάτια. Είναι κοκκιωματώδης επιπεφυκίτιδα η οποία εμφανίζεται και στα δύο μάτια ταυτόχρονα μετά από τραύμα στο ένα από αυτά.
Στο 80% των περιπτώσεων η νόσος εκδηλώνεται 2-12 εβδομάδες μετά τον τραυματισμό, ενώ στο 90% των περιπτώσεων η νόσος εκδηλώνεται μέσα στον πρώτο χρόνο από τον τραυματισμό. Δε λείπουν, όμως, και οι ακραίες περιπτώσεις, αφού έχει παρατηρηθεί εκδήλωση της νόσου από 5 μέρες έως και 66 χρόνια μετά τον τραυματισμό. Είναι, επίσης, αξιοσημείωτο ότι κάποιες περιπτώσεις Συμπαθητικής Οφθαλμίας δε σχετίζονται με διατρητικό τραύμα (χειρουργικό ή μη) του οφθαλμού, αλλά με επεμβάσεις στα μάτια κατά τις οποίες δε γίνεται διάτρηση του οφθαλμού.
Η νόσος είναι αρκετά σπάνια. Η συχνότητα εμφάνισης της είναι 0,5% σε μη χειρουργικά τραύματα και 0,1 % σε χειρουργικά τραύματα. Δεν έχουν παρατηρηθεί διαφορές στη συχνότητα εμφάνισης της νόσου μεταξύ ανδρών και γυναικών ούτε μεταξύ ανθρώπων που ανήκουν σε διαφορετικές φυλές.
Πιθανότατα η Συμπαθητική Οφθαλμία αναπτύσσεται λόγω επίθεσης του ανοσοποιητικού συστήματος σε οφθαλμικά αντιγόνα, τα οποία μέχρι πριν από τον τραυματισμό βρίσκονταν «κρυμμένα». Τα αυτοαντιγόνα αυτά φαίνεται πως βρίσκονται στα μελανοκύτταρα του χοριοειδούς χιτώνα του οφθαλμού.
Φαίνεται ότι ορισμένα άτομα έχουν γενετική προδιάθεση να εκδηλώσουν Συμπαθητική Οφθαλμία, μετά από σοβαρό τραυματσμό του οφθαλμού.
Οι ασθενείς συνήθως παραπονιούνται για θολή όραση, πόνο και φωτοφοβία, χωρίς άλλα συμπτώματα.
Η διάγνωση είναι κυρίως κλινική, αφού ο γιατρός λάβει υπόψη προηγούμενους τραυματισμούς ή χειρουργικές επεμβάσεις στους οφθαλμούς. Η αγγειογραφία με τη βοήθεια ειδικών φθοριζουσών ουσιών (φλουοροσκεΐνης και ινδοκυανίνης) μπορεί, επίσης, να βοηθήσει στο να τεθεί η διάγνωση.
Η διαφορική διάγνωση γίνεται από: λοιμώξεις, άλλα αυτοάνοσα νοσήματα ή και νεοπλάσματα
Θεραπεία
Από τη στιγμή που η Συμπαθητική Οφθαλμία έχει ξεκινήσει, η θεραπεία που θα πρέπει να ακολουθηθεί είναι ενδοφλέβια χορήγηση κορτιζόνης σε υψηλές δόσεις. Αυτή μπορεί να συνδυαστεί με τοπική εφαρμογή κορτιζόνης και κυκλοπληγικών ουσιών, δηλαδή, ουσιών που κρατάνε σταθερό το μέγεθος της κόρης του οφθαλμού).
Ο ασθενής θα πρέπει να συνεχίσει να λαμβάνει υψηλές δόσεις κορτιζόνης από το στόμα για τρεις τουλάχιστον μήνες μετά την επίτευξη ύφεσης της νόσου.
Εάν αυτή η θεραπευτική αγωγή δεν είναι αποτελεσματική, προστίθενται άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, όπως η κυκλοσπορίνη, η αζαθειοπρίνη και η κυκλοφωσφαμίδη.