Η γλυκοζαµίνη (glucosamine) είναι ένα σάκχαρο που περιέχει άζωτο και χρησιµεύει ως πρώτη ύλη για τη βιοσύνθεση γλυκοπρωτεϊνών, γλυκολιπιδίων, γλυκοζαµινογλυκανών, πρωτεϊνογλυκανών και του υαλουρονικού οξέος. Χρησιμοποιείται ευρέως ως διατροφικό συμπλήρωμα από τους καταναλωτές για τα συμπτώματα της οστεοαρθρίτιδας.
Το σώμα παράγει από μόνο του γλυκοζαμίνη, που βοηθάει το χόνδρο να είναι δυνατός και άκαμπτος. Η ουσία εντοπίζεται στο υγρό που περιβάλλει τις αρθρώσεις, όπου παίζει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία χόνδρου ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύ των οστών ώστε αυτά να μην φθείρονται λόγω της τριβής. Ωστόσο, ο χόνδρος, με τα χρόνια, χάνει την ελαστικότητα του με αποτέλεσμα να μην προστατεύει πια τα οστά και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε οστεοαρθρίτιδα μια εκφυλιστική νόσο που η συχνότητα της αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας. Η πάθηση προσβάλλει συχνότερα τα γόνατα αλλά και άλλες αρθρώσεις όπως τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών, τα ισχία και τη σπονδυλική στήλη.
Μερικές τροφές, όπως τα καβούρια, τα στρείδια και οι γαρίδες είναι πλούσιες σε γλυκοζαμίνη, ωστόσο τα συµπληρώµατα διατροφής είναι η καλύτερη πηγή. Η ουσία διατίθεται σε δισκία, κάψουλες και σκόνη.
Πολλά άτομα (το 8% των ηλικιωμένων στις ΗΠΑ) αγοράζουν γλυκοζαμίνη για την προστασία των αρθρώσεων, ενώ ένα άλλο δημοφιλές διατροφικό συμπλήρωμα γι’ αυτό το σκοπό είναι η χονδροϊτίνη. H γλυκοζαμίνη μπορεί να παρομοιαστεί με το τσιμέντο και η χονδροϊτίνη με τα τούβλα ενός τοίχου.
Τα διατροφικά συμπληρώματα της γλυκοζαμίνης και της χονδροϊτίνης υποτίθεται ότι διατηρούν τον υπάρχοντα χόνδρο και διεγείρουν την ανάπτυξη νέου απαλύνοντας τα συμπτώματα της οστεοαρθρίτιδας και καθυστερώντας την πρόοδο της ασθένειας. Συνήθεις μορφές της γλυκοζαμίνης που πωλούνται στην αγορά είναι η θειική (glucosamine sulfate) που προέρχεται από τα οστρακοειδή ή είναι συνθετική, η υδροχλωρική (glucosamine hydrochloride) που συνήθως βασίζεται σε φυτικές πηγές και η N-ακετυλογλυκοζαμίνη (N-acetylglucosamine) η οποία είναι ένα από τα δύο σάκχαρα που επαναλαμβάνονται στο μόριο του υαλουρονικού οξέος.
Με βάση τις κλινικές μελέτες, από τις τρεις αυτές διαθέσιμες μορφές, η θειική γλυκοζαμίνη θεωρείται πως έχει ένα πιο πιθανό όφελος κατά της οστεοαρθρίτιδας. Μια δοσολογία 500 mg θεϊκής γλυκοζαµίνης τρεις φορές την ηµέρα (1.500 mg ηµερησίως) χρησιµοποιήθηκε στις περισσότερες µελέτες και έτσι αυτή είναι η δοσολογία που συνιστάται από πολλούς παρασκευαστές. Από την άλλη μεριά, η υδροχλωρική μορφή θεωρείται πως παρουσιάζει μεγαλύτερη βιοδιαθεσιμότητα. Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι η θειική γλυκοζαμίνη περιέχει νάτριο ενώ η υδροχλωρική όχι.
Υπάρχουν οφέλη;
Η γλυκοζαμίνη συντίθεται εύκολα στο σώμα από τη γλυκόζη. Κι επειδή η ουσία βρίσκεται σε υψηλή συγκέντρωση στις αρθρώσεις, εμφανίστηκε πριν 35 χρόνια (DAmbrosio et al., 1981) η ιδέα ότι αν ληφθεί ως συμπλήρωμα διατροφής θα μπορούσε να αποτελεί ένα είδος πρόληψης ή ακόμα και θεραπείας έναντι των συμπτωμάτων της οστεοαρθρίτιδας. Μέχρι σήμερα έγιναν πολλές κλινικές μελέτες, στα ζώα και στον άνθρωπο, προκειμένου να ελέγξουν αυτή την υπόθεση.
Οι ισχυρισμοί είναι πως τα συμπληρώματα διατροφής με γλυκοζαμίνη διατηρούν την ελαστικότητα και την ανθεκτικότητα των χόνδρων στις αρθρώσεις, βοηθούν όταν τραυματίζονται οι αρθρώσεις, ενισχύουν την παραγωγή υαλουρονικού οξέος και αυξάνουν τη σύνθεση κολλαγόνου και βλεννοπολυσακχαριτών στους ινοβλάστες. Το ερώτημα όμως είναι τι έχουν δείξει οι κλινικές μελέτες.
Μικρές κλινικές μελέτες έδειξαν κάποια ανακούφιση από τους αρθριτικούς πόνους και την ακαμψία, ωστόσο ορισμένες μετα-αναλύσεις δεν ανέφεραν σημαντικά μεγαλύτερο όφελος σε σχέση με το εικονικό φάρμακο. Δυστυχώς, τα επιστημονικά ευρήματα δεν είναι σαφή. Μια από τις μετα-αναλύσεις που ανέφεραν όφελος, σε συνδυασμό με τη χονδροϊτίνη, δημοσιεύθηκε το 2009 [1].
Η μεγαλύτερη κλινική μελέτη που έγινε ποτέ, η GAIT (Glucosamine/chondroitin Arthritis Intervention Trial), η οποία χρηματοδοτήθηκε με κρατικά κονδύλια (National Intitutes of Health) και κόστισε 12,5 εκατομμύρια δολάρια, δεν έδειξε σαφή αποτελέσματα. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα, του 2006, ανέφεραν ότι μια μικρή υποομάδα των συμμετεχόντων παρουσίασε ανακούφιση από τον συνδυασμό γλυκοζαμίνης και χονδροϊτίνη αλλά τα μετέπειτα αποτελέσματα, το 2008, που αφορούσαν το πόνο του γονάτου, δεν κατέγραψαν θετικό αποτέλεσμα [2].
Το 2012, το American College of Rheumatology δημοσίευσε συστάσεις για τη θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας αλλά στις κατευθυντήριες γραμμές δεν περιλαμβάνονταν η χονδροϊτίνη και η γλυκοζαμίνη. Παρομοίως, το 2014, οι συστάσεις της Osteoarthritis Research Society International (OARSI) δεν έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στα δύο συμπληρώματα. Η OARSI συνιστά τη διακοπή της χορήγησης γλυκοζαμίνης στην περίπτωση που κάποιος δεν δει όφελος μέσα σε διάστημα έξι μηνών.
Το 2014, μια εξαμηνιαία μελέτη ονόματι MOVES διαπίστωσε ότι η θεραπεία ενός συνδυασμού χονδροϊτίνης και γλυκοζαμίνης είχε συγκρίσιμα αποτελεσματικότητα με το celecoxib, ένα φάρμακο που συνταγογραφείται ευρέως για τη μείωση του πόνου σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα γονάτου [3].
Το 2015, δημοσιεύθηκε μια μετα-ανάλυση που περιέλαβε 54 προηγούμενες μελέτες οι οποίες αφορούσαν 16,427 άτομα με οστεοαρθρίτιδα γονάτου. Τα αποτελέσματα έδειξαν θετικές επιδράσεις της γλυκοζαμίνης και της χονδροϊτίνης στην ανακούφιση του πόνου σε σύγκριση με την ομάδα του εικονικού φαρμάκου [4].
Μια μετα-μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2007 [5] προσπάθησε να εξηγήσει γιατί οι κλινικές μελέτες έχουν βρει αντικρουόμενα αποτελέσματα. Ένας λόγος είναι ότι χρησιμοποιούνται διαφορετικές μορφές γλυκοζαμίνης, κυρίως θειική και υδροχλωρική, με την πρώτη να δείχνει κάποιο όφελος και την δεύτερη να μη δείχνει το ίδιο όφελος. Επίσης, στις μελέτες όπου υπήρχε χρηματοδότηση από τη βιομηχανία ήταν πιο πιθανό να αναφερθούν θετικά αποτελέσματα.
Το θέμα της βιοδιαθεσιμότητας της γλυκοζαμίνης παραμένει ανοιχτό. Δεν αποκλείεται ένα μέρος της δόσης να μεταβολίζεται από βακτήρια του εντέρου και έτσι να χάνεται από το ανθρώπινο σώμα.
Παρενέργειες
Η γλυκοζαµίνη είναι σχετικώς µη τοξική και δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι συνδέεται µε σοβαρές παρενέργειες. Έχει μελετηθεί εκτεταμένα σε ζώα και ανθρώπους. Μεγάλες δόσεις (5.000-15.000 mg/kg) μπορούν να χορηγηθούν από το στόμα χωρίς ενδείξεις τοξικότητας. Έχουν πάντως αναφερθεί δυσκοιλιότητα, διάρροια, καυσαλγία, ναυτία, υπνηλία, πονοκέφαλος και εξανθήµατα.
Αν έχετε αλλεργία στα οστρακοειδή δεν θα πρέπει να πάρετε θειική γλυκοζαμίνη που παράγεται από όστρακα (μπορείτε όμως να πάρετε συνθετική).
Να σημειωθεί ότι η θειική γλυκοζαμίνη μπορεί να περιέχει έως 30% νάτριο και αυτό είναι κάτι που πρέπει σοβαρά να υπολογιστεί από κάποιον που θέλει να μειώσει την κατανάλωση νατρίου.
Η γλυκοζαμίνη μπορεί να εμπλέκεται στο μεταβολισμό της γλυκόζης λόγω της υψηλής δομικής ομοιότητας των δύο μορίων (διαφέρουν απλώς κατά ένα άτομο άνθρακα που ανταλλάσσεται με άζωτο). Έτσι, θεωρητικά, ενδέχεται να επηρεάσει την ρύθµιση της γλυκόζης ή την ευαισθησία στην ινσουλίνη, αν και οι μελέτες για αυτό το θέμα είναι καθησυχαστικές. Καλό είναι οι ασθενείς µε διαβήτη που λαμβάνουν γλυκοζαµίνη να παρακολουθούν πιο συχνά τα επίπεδα γλυκόζης στο αίµα τους.
Κατά την εγκυμοσύνη και το θηλασµό δεν έχουν αναφερθεί παρενέργειες ωστόσο δεν υπάρχουν επαρκείς µελέτες που να εγγυώνται την ασφάλεια της γλυκοζαµίνης σ’ αυτές τις περιπτώσεις.
Πηγές:
- Glucosamine effects in humans: a review of effects on glucose metabolism, side effects, safety considerations and efficacy.
- Dietary Supplements Glucosamine and/or Chondroitin Fare No Better than Placebo in Slowing Structural Damage of Knee Osteoarthritis.
- Combined chondroitin sulfate and glucosamine for painful knee osteoarthritis: a multicentre, randomised, double-blind, non-inferiority trial versus celecoxib.
- Effectiveness and safety of Glucosamine, chondroitin, the two in combination, or celecoxib in the treatment of osteoarthritis of the knee.
- Glucosamine for Pain in Osteoarthritis Why Do Trial Results Differ?
- Glucosamine and Chondroitin for Osteoarthritis.