Μια μείωση των κορεσμένων λιπών που τρώμε κατά 1% μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για καρδιακές παθήσεις κατά 5%, σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο British Medical Journal. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να περικοπούν τροφές όπως είναι το βόειο κρέας, τα πλήρη γαλακτοκομικά, τα σκληρά τυριά, το βούτυρο και η σοκολάτα, τα οποία είναι πλούσια σε κορεσμένα λίπη, και να αντικατασταθούν με τροφές που περιέχουν ακόρεστα λίπη ή υδατάνθρακες που περιέχουν φυτικές ίνες.
Ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ανέλυσαν στοιχεία και παρακολούθησαν 73.147 υγιείς γυναίκες μεταξύ των ετών 1984-2012 και 42.635 υγιείς άνδρες μεταξύ των ετών 1986-2010. Οι ερευνητές κατέγραφαν τη διατροφή τους κάθε 4 χρόνια, καθώς και τις περιπτώσεις στεφανιαίας νόσου.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα κορεσμένα λιπαρά οξέα που καταναλώνονταν περισσότερο ήταν το λαυρικό οξύ, το μυριστικό οξύ, το παλμιτικό οξύ και το στεατικό οξύ (βρίσκονται στο κρέας, τα πλήρη γαλακτοκομικά, το βούτυρο, το τυρί, το έλαιο καρύδας και το φοινικέλαιο) και αντιπροσώπευαν κατά μέσο όρο το 9-10% των συνολικών θερμίδων στους συμμετέχοντες.
Οι ερευνητές είπαν ότι 5% υψηλότερη πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών οξέων συνδεόταν με ένα 25% υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής νόσου στη διάρκεια των 24-28 ετών παρακολούθησης των συμμετεχόντων στη μελέτη.
Από την επεξεργασία των στοιχείων προέκυψε ότι όσοι κατανάλωναν τα περισσότερα κορεσμένα λιπαρά οξέα, είχαν κατά μέσο όρο 24% αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου. Αρκούσε η αντικατάσταση μόνο 1% αυτών των λιπαρών οξέων με ισοδύναμες θερμίδες από ακόρεστα λίπη, υδατάνθρακες από πλήρη δημητριακά ή πρωτεΐνες φυτικής προέλευσης, για να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης της καρδιακής πάθησης κατά 4-8%.
Οι ερευνητές τόνισαν πως δεν μπορούν να εξαχθούν σαφή συμπεράσματα για το αν υπάρχει σχέση αιτίας – αποτελέσματος μεταξύ κορεσμένων λιπαρών και καρδιακών επεισοδίων. Παρ’ όλα αυτά, είπαν ότι τα αποτελέσματά τους είναι σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες που δείχνουν ότι προκύπτει όφελος από την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών οξέων με άλλες θρεπτικές ουσίες.
Να σημειωθεί ότι πρόσφατες μελέτες έχουν αμφισβητήσει τον κακό ρόλο των κορεσμένων λιπαρών στην υγεία. Ορισμένες μελέτες συμπέραναν ότι κυρίως τα τρανς λιπαρά είναι αυτά που συνδέονται με τις καρδιακές προσβολές παρά τα κορεσμένα λιπαρά.
Δεν πρέπει να αλλάξουν οι συστάσεις για τα κορεσμένα λιπαρά
Έτσι οι ερευνητές αυτής της μελέτης έγραψαν: “Οι διατροφικές συστάσεις θα πρέπει να παραμείνουν όσον αφορά την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπών με ακόρεστα λίπη ή ολικής άλεσης υδατάνθρακες, ως μια αποτελεσματική προσέγγιση για την πρόληψη της στεφανιαίας νόσου”.
“Τα κορεσμένα λίπη δεν πρέπει να αποτελούν πάνω από το 10% των συνολικών καθημερινών θερμίδων”, ανέφερε ο επικεφαλής της μελέτης καθηγητή Qi Sun.
“Η νέα αυτή μελέτη καταρρίπτει τον ισχυρισμό ότι το βούτυρο είναι αθώο”, σχολίασε ο καθηγητής Διαιτολογίας και Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Frank Hu.
Οι ερευνητές συστήνουν την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών (πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα, λίπος κρέατος, κρέμα γάλακτος, βούτυρο και ορισμένα φυτικά έλαια που είναι κορεσμένα όπως το φοινικέλαιο και το έλαιο καρύδας) με μονοακόρεστα (ελαιόλαδο), πολυακόρεστα (ξηροί καρποί, λινέλαιο, χόρτα και λιπαρά ψάρια), πλήρη δημητριακά και φυτικές ίνες, προκειμένου να μειωθεί ο καρδιαγγειακός κίνδυνος.