Είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στον διαβήτη τύπου 2 και στον καρκίνο του παγκρέατος. Η συσχέτιση αυτή φαίνεται πως είναι περίπλοκη ωστόσο είναι λογικό να υπάρχει καθώς η ινσουλίνη, η ορμόνη που ρυθμίζει το σάκχαρο, παράγεται από το πάγκρεας. Έτσι ο καρκίνος του παγκρέατος μπορεί να προκαλέσει διαβήτη τύπου 2 ο οποίος χειροτερεύει γρήγορα.
Αν ο διαβήτης τύπου 2 δεν ανταποκρίνεται στα φάρμακα και χρειάζεται ολοένα και πιο επιθετική θεραπεία, αυτό ενδέχεται να αποτελεί ένδειξη για καρκίνο στο πάγκρεας βρήκε μια μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο European Cancer Congress (ECCO 2017) που έγινε στο Άμστερνταμ από το Διεθνές Ίδρυμα Έρευνας της Πρόληψης (IPRI).
Γιατροί και οι ασθενείς, λοιπόν, πρέπει να γνωρίζουν ότι η ταχεία επιδείνωση του διαβήτη τύπου 2 μπορεί να έχει αιτία έναν αδιάγνωστο παγκρεατικό καρκίνο, και άρα σ’ αυτή την περίπτωση απαιτείται διερεύνηση του ασθενούς.
Να σημειωθεί ότι ο καρκίνος του παγκρέατος είναι σπάνιος αλλά έχει συχνά πτωχή πρόγνωση διότι δεν υπάρχει ειδική εξέταση για την έγκαιρη ανίχνευσή του προκαλώντας συμπτώματα μόνο όταν είναι προχωρημένος – μόνο το 1% του συνόλου των ανθρώπων που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του παγκρέατος ζουν πάνω από 10 χρόνια μετά τη διάγνωση. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται στην Ευρώπη 104.000 νέα κρούσματα και σε όλο τον κόσμο 338.000.
Διαβήτης και παγκρεατικός καρκίνος
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από σχεδόν 800.000 πάσχοντες από διαβήτη στη Λομβαρδία της Ιταλίας και το Βέλγιο. Σ’ αυτά τα άτομα υπήρξαν 2,757 που διαγνώστηκαν με καρκίνο του παγκρέατος.
Το συμπέρασμα ήταν ότι σχεδόν το 50% των περιπτώσεων καρκίνου του παγκρέατος είχαν ανιχνευθεί σε άτομα που το προηγούμενο έτος διαγνώστηκαν με διαβήτη τύπου 2, δηλαδή σε νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς.
«Στο Βέλγιο, το 25% των κρουσμάτων καρκίνου του παγκρέατος είχαν διαγνωστεί μέσα σε 90 ημέρες από τη διάγνωση του διαβήτη και στη Λομβαρδία το 18%», ανέφερε η Alice Koechlin-Autier, επικεφαλής της μελέτης. «Ένα χρόνο μετά τη διάγνωση του διαβήτη όμως, ο κίνδυνος να υπάρχει καρκίνος του παγκρέατος περιορίζεται σημαντικά».
Η μελέτη έδειξε και κάτι άλλο: Σε σύγκριση με τους νεοδιαγνωσθέντες διαβητικούς που διατηρούσαν υπό έλεγχο το σάκχαρο με αντιδιαβητικά δισκία από το στόμα, όσοι χρειάσθηκαν σύντομα μετά τη διάγνωση ινκρετίνες είχαν 3,5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να διαγνωστούν με καρκίνο του παγκρέατος κατά τους τρεις πρώτους μήνες έπειτα από την έναρξή της λήψης των φαρμάκων. Ο κίνδυνος αυτός μειωνόταν σε 2,3 φορές το επόμενο τρίμηνο (δηλαδή 3-6 μήνες μετά την αλλαγή της αγωγής), σε 2 φορές το επόμενο εξάμηνο (6-12 μήνες από την αλλαγή της αγωγής) και σε 1,7 φορές μετά το πρώτο έτος.
Οι ινκρετίνες είναι ορμόνες που παράγει το λεπτό έντερο και χορηγούνται σε διαβητικούς ασθενείς για να διεγείρουν το πάγκρεας ώστε να απελευθερώσει περισσότερη ινσουλίνη και να ρυθμίσει έτσι τη γλυκόζη του αίματος.
Τέλος, η μελέτη διαπίστωσε ότι στα άτομα με διαβήτη τύπου 2 που είχαν αρκετά χρόνια τη νόσο (μη νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς) η αλλαγή σε ινκρετίνες ή ινσουλίνη συνέβη ταχύτερα για όσους διαγνώσθηκαν με καρκίνο του παγκρέατος. Η επιδείνωση του διαβήτη που έκανε απαραίτητη τη θεραπεία με εγχύσεις ινσουλίνης, σχετίσθηκε με 7 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα διάγνωσης καρκίνου του παγκρέατος.