Υπάρχουν τρεις θεωρίες για το πως η εντερική χλωρίδα (δηλαδή τα βακτήρια που ζουν στο έντερό μας) μπορούν να μας κάνουν παχύσαρκους. Πρώτον, μπορεί να απορροφούν περισσότερη ενέργεια από τις τροφές, δεύτερον να δημιουργούν μια φλεγμονή που καταλήγει σε μειωμένο μεταβολικό ρυθμό και τρίτον να ρυθμίζουν με κάποιον τρόπο την όρεξή μας.
Περισσότερη ενέργεια
Στο δυτικό κόσμο, κατά μέσο όρο, το 10% των θρεπτικών συστατικών προέρχονται από τη διάσπαση των τροφών στο έντερο, μέσω των βακτηρίων. Σε μερικούς ανθρώπους αυτό το ποσοστό μπορεί να είναι μεγαλύτερο και σε άλλους μικρότερο.
Η εντερική χλωρίδα (λέγεται και μικροβίωμα) ίσως περιλαμβάνει και πολλά βακτήρια που επηρεάζουν το σωματικό μας βάρος. Τα συγκεκριμένα βακτήρια είναι ιδιαίτερα ικανά στη διάσπαση των υδατανθράκων. Αν ο αριθμός τους βγει εκτός ελέγχου, τότε μπορεί να έχουμε πρόβλημα. Πράγματι, μελέτες σε παχύσαρκα άτομα δείχνουν ότι διαθέτουν συνολικά μικρότερη ποικιλία βακτηρίων και ότι συγκεκριμένες ομάδες βακτηρίων κυριαρχούν – κυρίως όσες μεταβολίζουν τους υδατάνθρακες.
Η ιδέα προέρχεται από μια παρατήρηση που αφορά ποντίκια. Τα αδύνατα ποντίκια αφοδεύουν συγκεκριμένη ποσότητα άπεπτων θερμίδων, ενώ στα υπέρβαρα ποντίκια η ποσότητα αυτή είναι σημαντικά μικρότερη. Ίσως λοιπόν μερικοί άνθρωποι να έχουν παραπανίσια κιλά όχι επειδή τρώνε περισσότερο αλλά επειδή η εντερική τους χλωρίδα αποσπά και τους παρέχει μεγαλύτερη ενέργεια από την τροφή που καταναλώνουν.
Φλεγμονή
Τα βακτήρια έχουν την ικανότητα να δημιουργούν ορισμένα λιπαρά οξέα από τους άπεπτους υδατάνθρακες, όπως είναι οι φυτικές ίνες και το ανθεκτικό άμυλο. Τα βακτήρια που λατρεύουν τα λαχανικά δημιουργούν λιπαρά οξέα για το έντερο και το ήπαρ, ενώ άλλα δημιουργούν λιπαρά οξέα που τροφοδοτούν το υπόλοιπο σώμα. Τα βακτήρια που τροφοδοτούν ολόκληρο το σώμα δεν μπορούν να προκαλέσουν από μόνα τους τέτοια αύξηση βάρους. Αυτό ώθησε τους επιστήμονες να σκεφτούν μία άλλη παράμετρο για την ακραία προσθήκη βάρους: τις φλεγμονές.
Ασθενείς με προβλήματα μεταβολισμού, όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης τύπου 2 και τα υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων στο αίμα, συνήθως έχουν ελαφρώς αυξημένους δείκτες λοιμώξεων στο αίμα τους. Οι λοιμώξεις αυτές δεν είναι τόσο έντονες ώστε να χρήζουν θεραπείας γι’ αυτό οι γιατροί τις αποκαλούν αφανείς (υποκλινικές) λοιμώξεις. Η θεωρία είναι ότι οι βακτηριακές λοιμώξεις παρεμποδίζουν τη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα, με αποτέλεσμα να παράγει λιγότερες ορμόνες, μειώνοντας τον ρυθμό καύσης του λίπους στο σώμα. Θεωρείται πως ένα μέρος των βακτηρίων του εντέρου μπορεί να καταλήξει στο κυκλοφορικό σύστημα, υπό κάποιες προϋποθέσεις, και να αλλάξει ο μεταβολισμός. Τα βακτήρια μπορούν να αγκιστρωθούν σε ορισμένα όργανα όπως στο συκώτι ή στο λιπαρό ιστό ενθαρρύνοντας την απόθεση περισσότερου λίπους.
Σε αντίθεση με τις οξείες λοιμώξεις που προκαλούν απώλεια βάρους, οι αφανείς λοιμώξεις οδηγούν στην προσθήκη βάρους. Τα βακτήρια δεν είναι η μόνη πιθανή αιτία των αφανών λοιμώξων – έχει παρατηρηθεί ότι παρόμοιες συνέπειες έχουν οι ορμονικές ανισορροπίες, τα υπερβολικά επίπεδα οιστρογόνου, η έλλειψη βιταμίνης D και οι τροφές που περιέχουν πολύ γλουτένη.
Όρεξη
Μια άλλη ιδέα είναι ότι τα εντερικά βακτήρια επηρεάζουν την όρεξη. Για τα βακτήρια, το είδος και η ποσότητα της τροφής που καταναλώνουμε θα μπορούσε να είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Στα 3 εκατομμύρια χρόνια της συνεξέλιξης, ακόμα και τα απλά βακτήρια είχαν χρόνο να προσαρμόσουν τις τεχνικές τους επηρεάζοντας τον άνθρωπο. Η θεωρία λέει το εξής: τα βακτήρια μας ανταμείβουν όταν τους στέλνουμε ικανοποιητική ποσότητα τροφής. Το πετυχαίνουν μέσω των ουσιών που παράγουν και επηρεάζοντας συγκεκριμένους διαβιβαστές του εγκεφάλου.
Ο εγκέφαλος περιβάλλεται από γερές μεμβράνες που ονομάζονται μήνιγγες. Ακόμα πιο αδιαπέραστα από τις μήνιγγες είναι τα επιστρώματα των αιμοφόρων αγγείων που διατρέχουν τον εγκέφαλο. Τα μόνα που μπορούν να διαπεράσουν αυτό το πλέγμα είναι τα καθαρά σάκχαρα, τα μεταλλικά στοιχεία και οτιδήποτε τόσο μικρό και λιποδιαλυτό όσο οι νευροδιαβιβαστές. Για παράδειγμα, η νικοτίνη περνάει στον εγκέφαλο, όπου διεγείρει σήματα ανταμοιβής ή προκαλεί μία αίσθηση χαλαρής διαύγειας.
Τα βακτήρια μπορούν να παράγουν μόρια αρκετά μικρά ώστε να διαπεράσουν την επικάλυψη των αιμοφόρων αγγείων στον εγκέφαλο. Δύο παραδείγματα είναι η τυροσίνη και η τρυπτοφάνη. Πρόκειται για δύο αμινοξέα που μετατρέπονται σε ντοπαμίνη και σεροτονίνη στα κύτταρα του εγκεφάλου. Η ντοπαμίνη σχετίζεται το σύστημα ανταμοιβής και η σεροτονίνη με το αίσθημα της ικανοποίησης.
Πράγματι, διάφορες μελέτες δείχνουν ότι το αίσθημα κορεσμού αυξάνεται όταν καταναλώνουμε τροφές που προτιμούν τα βακτήρια μας ενώ αν δεν το κάνουμε αυτό η όρεξή μας συνεχίζεται. Τα βακτήρια προτιμούν τροφές που φτάνουν στο παχύ έντερο άπεπτες, προκειμένου να τις καταβροχθίσουν εκείνα. Αυτός είναι ο λόγος που τα απλά σάκχαρα μπορεί να είναι ο νούμερο ένα παράγοντας παχυσαρκίας.