Η ένδειξη ότι ορισμένα βακτήρια του εντέρου μπορούν να μειώνουν τη συγκέντρωση της χοληστερίνης στο αίμα πάει πίσω στη δεκαετία του 1970. Αμερικανοί επιστήμονες που μελετούσαν τους πολεμιστές Μασάι στην Αφρική, διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα τους ήταν χαμηλά, παρότι το διαιτολόγιο τους βασιζόταν σχεδόν αποκλειστικά στο κρέας και στο αγελαδινό γάλα.
Τα υπερβολικά επίπεδα κορεσμένων λιπαρών και χοληστερίνης στη διατροφή των Μασάι δεν οδηγούσαν σε υψηλά επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα. Οι Μασάι έπιναν συχνά πηγμένο γάλα το οποίο έριχνε κατά 18% τη χοληστερίνη του αίματος σε σχέση με το φρέσκο γάλα. Γιατί; Υπήρχε κάποια γενετική προστασία ή κάποιο συστατικό του γάλακτος που έπινε αυτή η φυλή παρείχε την προστασία; Επίσης, οι Μασάι δεν είχαν καμία σχέση με τους δυτικούς πληθυσμούς διότι περπατούσαν καθημερινά 13 ώρες και πέρναγαν ένα μήνα το χρόνο νηστεύοντας.
Οι ερευνητές εξέτασαν το αγελαδινό γάλα, το γάλα της καμήλας, ακόμα και το γάλα των αρουραίων. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτά τα είδη γάλακτος μείωναν τα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα και σε άλλες πάλι όχι. Στη συνέχεια έδωσαν στους Μασάι ένα υποκατάστατο γάλακτος φυτικής προέλευσης (Coffee-mate®) όπου είχαν προσθέσει αρκετή χοληστερίνη. Και πάλι τα επίπεδα χοληστερίνης των Μασάι δεν αυξήθηκαν, άρα δεν υπήρχε κάποιο μυστικό συστατικό στο γάλα που έριχνε τη χοληστερίνη. Το μυστικό σίγουρα βρίσκονταν στους Μασάι.
Οι Μασάι ήταν ένα παζλ στη διαμάχη γύρω από τη χοληστερίνη που βρίσκονταν στο απόγειό της εκείνη την εποχή κάνοντας μερικούς ερευνητές να πιστεύουν ότι η διατροφή μπορεί να είναι άσχετη με τη χοληστερίνη. Όμως τότε δεν ήταν γνωστή η σημασία της εντερικής χλωρίδας, των βακτηρίων, δηλαδή, που κατοικούν το έντερό μας. Σήμερα ξέρουμε ότι ορισμένα βακτήρια μειώνουν τη χοληστερίνη, και μάλλον αυτά τα βακτήρια ήταν το μυστικό των Μασάι.
Εντερική χλωρίδα και χοληστερίνη
Σε ένα πείραμα, οι επιστήμονες έλεγξαν στο εργαστήριο ένα βακτήριο που μειώνει τη χοληστερίνη, το Lactobacillus fermentus. Πήραν μία φιάλη με θρεπτικό χυλό, τη ζέσταναν στους 37 βαθμούς Κελσίου, πρόσθεσαν χοληστερίνη και το Lactobacillus fermentus. Η χοληστερίνη εξαφανίστηκε – τουλάχιστον ένα σημαντικό μέρος της. Βέβαια, τα πειράματα μπορούν να δώσουν πολύ διαφορετικά αποτελέσματα, ανάλογα με το αν διεξάγονται σε γυάλινες φιάλες ή σε ζωντανά πλάσματα. Ωστόσο, το αποτέλεσμα αυτό σίγουρα έχει την αξία του.
Οι μελέτες συνεχίστηκαν σε ποντίκια, αρουραίους και γουρούνια. Τα αποτελέσματα ήταν υποσχόμενα και οι επιστήμονες θεώρησαν λογικό να προχωρήσουν σε δοκιμές με ανθρώπους. Στους εθελοντές χορηγούνταν τακτικά συγκεκριμένα βακτήρια, και μετά από κάποια περίοδο μετρούσαν τα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα. Yπήρχαν διαφορές στα είδη των βακτηρίων, τις ποσότητες, τη χρονική περίοδο και τον τρόπο χορήγησης. Ορισμένα αποτελέσματα ήταν θετικά, άλλα πάλι όχι. Επίσης, κανείς δε γνώριζε πραγματικά αν ικανοί αριθμοί των χορηγούμενων βακτηρίων κατάφερναν να επιβιώσουν από τα στομαχικά οξέα για αρκετό διάστημα, ώστε να επηρεάσουν τα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα.
Οι πραγματικά πολύτιμες έρευνες ξεκίνησαν το 2011. Εκείνη τη χρονιά, 114 Καναδοί κατανάλωναν μια ειδική παραγωγή γιαουρτιού, δύο φορές την ημέρα. Το βακτήριο που είχε προστεθεί στο γιαούρτι ήταν το Lactobacillus reuteri, σε μορφή ιδιαίτερα ανθεκτική στην πέψη ώστε να μην καταστραφεί από τα οξέα του στομαχιού. Μέσα σε έξι βδομάδες, το επίπεδο της κακής χοληστερίνης LDL μειώθηκε κατά 8,9%. Μελέτες με άλλους τύπους βακτηρίων μείωσαν τα επίπεδα χοληστερίνης από 11% μέχρι 30%.
Τι ιδιότητες οφείλει να έχει ένα βακτήριο που μειώνει τη χοληστερίνη; Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα γνώσεις μας, πρέπει να φέρει τα γονίδια BSH. Το ακρωνύμιο σημαίνει υδρολάση των χολικών αλάτων (Bile Salt Hydrolase). Όσα βακτήρια διαθέτουν αυτά τα γονίδια μπορούν να τροποποιούν τα χολικά άλατα και να μειώνουν τη χοληστερίνη στο αίμα. Αυτό συμβαίνει ως εξής:
Τα λίπη δεν αναμιγνύονται από μόνα τους με το νερό αλλά το σώμα πρέπει να κάνει αυτή την ανάμειξη διαφορετικά δεν μπορεί να τα απορροφήσει. Το συκώτι, λοιπόν, φτιάχνει χολή χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τη χοληστερίνη και τη στάζει σ’ ένα σακουλάκι, τη χοληδόχο κύστη. Στη διάρκεια ενός γεύματος, η χολή χύνεται στο λεπτό έντερο και έλκει από την μία πλευρά τα μόρια του διατροφικού λίπους και από την άλλη τα μόρια του νερού επιτυγχάνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την απορρόφηση. Στη συνέχεια, η μισή χολή απορροφάται από το λεπτό έντερο και η άλλη μισή εξέρχεται από το σώμα μέσω των κοπράνων. Τα βακτήρια που φέρουν γονίδια BSH τροποποιούν τη χολή με τέτοιο τρόπου που αυτή δεν απορροφάται εύκολα από το λεπτό έντερο. Έτσι η χοληστερίνη και τα άλλα λίπη της χολής καταλήγουν στα κόπρανα.
Αυτό, εκτός του ότι ωφελεί εμάς διότι μειώνει τη χοληστερίνη στο αίμα μας είναι χρήσιμο και για τα βακτήρια, επειδή εξασθενεί τις συνέπειες της χολής προς αυτά. Η χολή επιτίθεται στις μεμβράνες των κυττάρων τους, κι έτσι τα βακτήρια που τροποποιούν τη χολή προστατεύονται στο μακρύ ταξίδι τους προς τον τελικό προορισμό που είναι το παχύ έντερο.
Τα βακτήρια διαθέτουν και ορισμένους άλλους μηχανισμούς μείωσης της χοληστερίνης: μπορούν να την απορροφήσουν απευθείας και να την ενσωματώσουν στα κυτταρικά τους τοιχώματα. Το μεγαλύτερο μέρος της χοληστερίνης παράγεται στο συκώτι αλλά κάποια ποσότητα παράγεται και στο έντερο, όπου μικροσκοπικές ουσίες που δημιουργούνται από τα βακτήρια μπορούν να ελέγξουν, εν μέρει, τη διαδικασία.
Τέλος, ορισμένα βακτήρια παράγουν μεγαλύτερες ποσότητες μιας ουσίας που ονομάζεται προπιόνη, η οποία εμποδίζει την παραγωγή της χοληστερίνης. Άλλα όμως παράγουν περισσότερα οξικά άλατα που ενισχύουν την παραγωγή χοληστερίνης.