Οι ειδικοί τονίζουν ότι η ποιότητα και η ποσότητα του ύπνου έχουν μεγάλη σημασία προκειμένου κανείς να λειτουργεί καλά την επόμενη μέρα. Ο ύπνος όμως μπορεί να διαταραχθεί από πολλές αιτίες και μια νέα μελέτη βρήκε ότι μεταξύ αυτών είναι και η ατμοσφαιρική ρύπανση.
Οι άνθρωποι που ζουν σε περιοχές με υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης έχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν προβλήματα ύπνου, σε σύγκριση με όσους ζουν σε περιοχές με καθαρό αέρα, σύμφωνα με μελέτη ανακοινώθηκε στο ετήσιο συνέδριο της American Thoracic Society από επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Όσοι αναπνέουν υψηλά επίπεδα διοξειδίου του αζώτου και αιωρούμενων σωματιδίων με διάμετρο 2,5 εκατομμυριοστών του μέτρου (PM2,5) έχουν έως 60% περισσότερες πιθανότητες να κάνουν κακό ύπνο το βράδυ. Αυτοί οι δύο ρύποι παράγονται από οχήματα και συνήθως βρίσκονται σε υψηλές συγκεντρώσεις κοντά στους πολυσύχναστους δρόμους.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 1.863 άτομα, μέσης ηλικίας 68 ετών, για πέντε χρόνια προκειμένου να εξετάσουν αν και κατά πόσον επηρεάζονται από τους ατμοσφαιρικούς ρύπους. Οι συμμετέχοντες φορούσαν κατά τη διάρκεια του ύπνου μια ειδική συσκευή στον καρπό τους, για να καταγράφονται οι κινήσεις που έκαναν ενώ κοιμόντουσαν.
Διαπιστώθηκε πως όσοι ήταν σε περιοχές καθ’ όλη τη διάρκεια της πενταετίας με υψηλά επίπεδα διοξειδίου του αζώτου είχαν 60% περισσότερες πιθανότητες να κάνουν ανήσυχο ύπνο, ενώ όσοι ήταν ζούσαν σε περιοχές με υψηλά επίπεδα με PM2,5 είχαν 50% περισσότερες πιθανότητες να κάνουν ανήσυχο ύπνο.
Καρδιακά και αναπνευστικά προβλήματα
Οι συσχετίσεις αυτές παρέμειναν ισχυρές ακόμα και όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη άλλους παράγοντες κινδύνου για φτωχή ποιότητα ύπνου, όπως η ηλικία, το σωματικό βάρος, η υπνική άπνοια, το κάπνισμα κ.λπ.
«Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση επηρεάζει την υγεία της καρδιάς και του αναπνευστικού συστήματος, αλλά λίγα είναι γνωστά για το πως επηρεάζει τον ύπνο», ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης Martha Billings, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Η ίδια εξήγησε ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση θα μπορούσε να επηρεάζει έμμεσα τον ύπνο, ερεθίζοντας την αναπνευστική οδό και προκαλώντας διόγκωση και συμφόρηση. Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι να επηρεάζει τμήματα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την αναπνοή και τον ύπνο.
Ο Roy Harrison, καθηγητής περιβαλλοντικής υγείας στο Πανεπιστήμιο του Birmingham, δήλωσε ότι η σχέση μεταξύ ατμοσφαιρικής ρύπανσης και ύπνου δεν ήταν απροσδόκητη. “Προηγούμενη έρευνα έχει δείξει συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης σε διοξείδιο του αζώτου και των βιοχημικών λειτουργιών του σώματος, καθώς και με εισαγωγές στο νοσοκομείο και θνησιμότητα”, ανέφερε. “Δεν πρέπει λοιπόν να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι επηρεάζεται επίσης και ο ύπνος.”
Μια προηγούμενη μελέτη που διεξήχθη από επιστήμονες της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ έδειξε πιθανή σχέση ανάμεσα στην έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση και τον αυξημένο κίνδυνο αναπνευστικών προβλημάτων στον ύπνο. Εάν η στέρηση του ύπνου συνεχίζεται αρκετά, μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, ακραίες διακυμάνσεις της διάθεσης, εξασθένηση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και ίσως αύξηση του σωματικού βάρους και χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης τύπου 2.