Το τεστ κόπωσης δείχνει αν η καρδιά λαμβάνει επαρκείς ποσότητες αίματος και οξυγόνου κατά τη μέγιστη προσπάθεια.
Πρόκειται για τη συνεχή ηλεκτροκαρδιογραφική παρακολούθηση της καρδιάς σε οθόνη κατά τη διάρκεια άσκησης όσο και μετά το τέλος της. Καταγράφεται ακόμα, η αρτηριακή πίεση, η καρδιακή συχνότητα και τυχόν καρδιακά συμπτώματα σας (στηθάγχη, ταχυπαλμία, δύσπνοια, μουδιάσματα στα χέρια και ζάλη).
Η εξέταση αυτή συνήθως καθορίζει αν ο ασθενής εκδηλώνει συμπτώματα στεφανιαίας νόσου, ή αν ο γιατρός θέλει να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της αγωγής. Δεν συνιστάται ως γενική εξέταση ελέγχου, ή για ασθενείς χωρίς συμπτώματα, παρά μόνο για όσους ασκούν επαγγέλματα υψηλού κινδύνου, όπως οι πιλότοι αεροπλάνων.
Δεν πρέπει να καταναλώσετε καφεΐνη για 3 ώρες πριν από την εξέταση. Αυτό περιλαμβάνει τη λήψη καφέ, τσαγιού, σοκολάτας και ορισμένων αναλγητικών. Δεν πρέπει επίσης να καταναλώσετε φαγητό, ποτό ή να καπνίσετε για τουλάχιστον 2-4 ώρες πριν την εξέταση.
Γι’ αυτή την εξέταση, γιατρός τοποθετεί ηλεκτρόδια στο στήθος του εξεταζόμενου και στην πλάτη του. Ο ασθενής περπατά πάνω σε κυλιόμενο διάδρομο. Γενικά, αρχίζει να περπατά σε μια μικρή ανηφόρα με αργό βήμα. Αν πάθατε έμφραγμα πρόσφατα, ή αν έχετε σωματικούς περιορισμούς, μπορεί να σας ζητηθεί να κάνετε μικρότερη προσπάθεια.
Έπειτα από μερικά λεπτά, ο γιατρός θα εξετάσει το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) και την αρτηριακή σας πίεση. Αν όλα πάνε καλά και νιώθετε έτοιμοι, αυξάνεται η ταχύτητα και η κλίση του κυλιόμενου διαδρόμου μέχρι που ο ασθενής να χρειαστεί να σταματήσει λόγω δύσπνοιας, ιλίγγου ή άλλης ενόχλησης.
Σε άλλες περιπτώσεις, ο γιατρός μπορεί να σταματήσει την εξέταση αν πέσει η αρτηριακή πίεση του ασθενή ή αν το ηλεκτροκαρδιογράφημα παρουσιάζει ανωμαλίες.
Αν ο ασθενής δεν είναι συνηθισμένος στην έντονη σωματική προσπάθεια, ή έπαθε έμφραγμα πρόσφατα, ο γιατρός θα μπορούσε να σταματήσει την εξέταση έπειτα από μια καθορισμένη περίοδο ή όταν επιτευχθεί μια ορισμένη καρδιακή συχνότητα.
Αν και ένας ιδανικός χρόνος για την ολοκλήρωση της εξέτασης είναι 12 λεπτά, η εξέταση είναι ικανοποιητική όταν ο εξεταζόμενος έχει συμπληρώσει 9 λεπτά χωρίς συμπτώματα και χωρίς παθολογικά ευρήματα στο ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Όταν τελειώσει η άσκηση, ο ασθενής ξαπλώνει σε ένα κοντινό κρεβάτι, ενώ το ηλεκτροκαρδιογράφημα συνεχίζει να καταγράφει δεδομένα. Συχνά, οι πληροφορίες που συλλέγονται στη διάρκεια της ανάκαμψης είναι οι πιο αποκαλυπτικές.
Έχει διατυπωθεί ο προβληματισμός ότι το τεστ κόπωσης μπορεί να είναι επικίνδυνο για έναν ασθενή με στεφανιαία νόσο, ακόμα και να προκαλέσει έμφραγμα. Ωστόσο, αν και οι ασθενείς οδηγούνται στα όριά τους, η εξέταση είναι εξαιρετικά ασφαλής αν τους εξετάσουν από πριν οι γιατροί για να βεβαιωθούν ότι είναι αρκετά υγιείς για να την κάνουν.
Σπάνια εμφανίζονται μοιραίες επιπλοκές: ο κίνδυνος καρδιακής προσβολής στη διάρκεια της εξέτασης είναι ελάχιστος, με πιθανότητες 1-3 στις 10.000. Αν το περπάτημα πάνω στον κυλιόμενο διάδρομο προκαλέσει συμπτώματα όπως ενόχληση στο θώρακα, δύσπνοια ή ιλίγγους, και αν αυτά τα συμπτώματα συνοδεύονται από αλλαγές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα, η εξέταση δείχνει τη σταθερή ύπαρξη στεφανιαίας νόσου.
Η εξέταση θεωρείται ότι δίνει αρνητικό αποτέλεσμα αν ο ασθενής μπορεί να εκτελέσει μια φυσιολογική ποσότητα άσκησης χωρίς συμπτώματα ή αλλαγές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Ωστόσο πολλά άτομα εκδηλώνουν ενοχλήσεις στο θώρακα, αλλά χωρίς αλλαγές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα, και το αντίστροφο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το τεστ κόπωσης δεν εξυπηρετεί ιδιαίτερα και το αποτέλεσμα θεωρείται ότι υποδηλώνει την ύπαρξη στεφανιαίας νόσου, χωρίς όμως να είναι καθοριστικό. Επιπλέον, κάποιοι ασθενείς με στεφανιαία νόσο δεν εκδηλώνουν συμπτώματα ισχαιμίας στη διάρκεια της εξέτασης, επειδή άλλες ιατρικές παθήσεις, όπως η αρθρίτιδα, δεν τους επιτρέπουν να περπατήσουν για αρκετό χρόνο ή τόσο γρήγορα ώστε να πιεστεί η καρδιά.
Επίσης, το τεστ κόπωσης είναι ίσως λιγότερο ακριβές για τις γυναίκες. Κάποιοι γιατροί πιστεύουν ότι οι γυναίκες μπορούν να ωφεληθούν περισσότερο από ένα φαρμακολογικό τεστ κόπωσης, το οποίο πιέζει την καρδιά μέσω χορήγησης φαρμάκων και όχι σωματικής προσπάθειας. Στις γυναίκες, είναι πιθανόν ο μαστικός ιστός να κρατά τα ηλεκτρόδια πιο μακριά από την καρδιά, αλλοιώνοντας τα ευρήματα και δυσκολεύοντας την ερμηνεία τους. Τέλος, σχεδόν όλοι οι γιατροί γνωρίζουν κάποια περίπτωση ασθενή με αρνητικό τεστ κόπωσης, ο οποίος έπαθε έμφραγμα μια εβδομάδα μετά, αλλά αυτό είναι πολύ σπάνιο να συμβεί.
Μερικές φορές, ένα αρνητικό αποτέλεσμα μπορεί να δώσει μια ψευδή ασφάλεια σε κάποιον που δεν μπορεί να ασκηθεί αρκετά ώστε να προκληθεί ισχαιμία στη διάρκεια του τεστ. Σε άλλες περί πτώσεις, ένα αρνητικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι ακριβές, αλλά ακόμα κι έτσι μπορεί να προκληθεί έμφραγμα. Για παράδειγμα, μια αρτηριοσκληρωτική πλάκα θα μπορούσε να μην είναι τόσο μεγάλη ώστε να προκαλέσει σημαντική απόφραξη σε μια στεφανιαία αρτηρία στη διάρκεια της εξέτασης, αλλά στη συνέχεια να σπάσει ξαφνικά και να ευνοήσει το σχηματισμό ενός θρόμβου που φράζει τη ροή του αίματος.
Τα τεστ κόπωσης, όπως όλες οι εξετάσεις, δεν είναι αλάθητα. Όταν τα αποτελέσματα δεν είναι σαφή, ένα πυρηνικό τεστ κόπωσης μπορεί να διευκρινίσει τη διάγνωση και την κατάσταση κινδύνου του ασθενή.