Την αιτία για την οποία η νυχτερινή εργασία αυξάνει την πιθανότητα του καρκίνου διερεύνησαν ερευνητές του Fred Hutchinson Cancer Research Center, στο Σηάτλ, σε μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Occupational & Environmental Medicine.
Η νυκτερινή εργασία θεωρείται επιζήμια για την υγεία καθώς αρκετές μελέτες την έχουν συσχετίσει με τον καρκίνο. Αλλά μεγάλο μέρος της έρευνας έχει επικεντρωθεί στον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού ενώ ορισμένες έδωσαν αντικρουόμενα αποτελέσματα.
Επιπλέον, οι μεθοδολογίες που έχουν χρησιμοποιηθεί δεν είναι απολύτως αξιόπιστες. Για παράδειγμα, κάποιες μελέτες χρησιμοποίησαν αυτοαναφερόμενα ερωτηματολόγια που ζήτησαν από τις γυναίκες το ιστορικό της εργασίας τους αλλά οι άνθρωποι κάνουν συχνά λάθη όταν πρόκειται να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια σχετικά με τον τρόπο ζωής τους.
“Είναι περίπλοκο να εκτιμηθεί με ακρίβεια η έκθεση στη νυχτερινή εργασία”, λέει ο δρ Parveen Bhatti, επιδημιολόγος του Fred Hutchinson Cancer Research Center και επικεφαλής συγγραφέας της νέας μελέτης”.
Η μελατονίνη
Ο Bhatti και οι συνεργάτες του εξέτασαν 50 άτομα που εργάζονταν σε βάρδιες και βρήκαν ότι το ξενύχτι μειώνει την ικανότητα του οργανισμού να αποβάλλει τα «σκουπίδια» των κυττάρων και να επιδιορθώνει τις βλάβες που καθημερινά υφίσταται το DNA. Αυτό έχει ως συνέπεια τη συσσώρευση γενετικών βλαβών στο DNA αυξάνοντας τον κίνδυνο καρκίνου αλλά και άλλων ασθενειών.
Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε μια ουσία που λέγεται 8-υδροξυδεοξυγουανοσίνη (8-OH-dG) η οποία σχετίζεται με το οξειδωτικό στρες και την ανάπτυξη κυτταρικών βλαβών.
Φυσιολογικά, οι βλάβες στο DNA επιδιορθώνονται από την ουσία 8-OH-dG η οποία στη συνέχεια αποβάλλεται στα ούρα. Ωστόσο στα άτομα που εργάζονταν τη νύχτα και κοιμόντουσαν κατά περίπου 2 ώρες λιγότερο, υπήρχε ιδιαιτέρως μειωμένη ποσότητα της 8-OH-dG στα ούρα, σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους που εργάζονταν την ημέρα -κατά μέσο όρο, 20% λιγότερη ποσότητα.
Ο συγκεκριμένος βιοδείκτης δεν σχετίζεται μόνο με τον καρκίνο, αλλά και με την καρδιαγγειακή νόσο, γεγονός που υποδηλώνει ότι «ίσως υπάρχει κάποιος μοριακός μηχανισμός που συσχετίζει μεταξύ τους διάφορες αρνητικές εκβάσεις για την υγεία», δήλωσε ο Bhatti.
Περαιτέρω αναλύσεις έδειξαν πως σε όσους εργάζονταν τη νύχτα υπήρχαν και μειωμένα επίπεδα μελατονίνης, της ορμόνης που παράγεται από την υπόφυση του εγκεφάλου και ρυθμίζει τον κύκλο ύπνου-αγρυπνίας. Το εύρημα αυτό υποδηλώνει ότι η μελατονίνη μπορεί να ρυθμίζει την ποσότητα της ουσίας 8-OH-dG.
Οι ερευνητές είπαν ότι το εύρημά τους πιθανότατα αντικατοπτρίζει μια μειωμένη ικανότητα για επιδιόρθωση της οξειδωτικής βλάβης του DNA λόγω ανεπαρκών επιπέδων μελατονίνης κάτι που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τα κύτταρα να έχουν υψηλότερα επίπεδα βλαβών στο DNA τους.
Και πρόσθεσαν: “Αν επιβεβαιωθούν αυτά τα αποτελέσματα, τα συμπληρώματα μελατονίνης θα πρέπει να εξεταστούν ως παρέμβαση για τη μείωση της ενδεχόμενης καρκινογόνου βλάβης του DNA στους εργαζόμενους σε βάρδιες”.