Στο σημερινό κόσμο, η εικόνα του σώματος μπορεί να έχει ισχυρή επίδραση στις επιλογές και τις συμπεριφορές μας, και ειδικά στην απόφασή μας να κάνουμε δίαιτα. Η εικόνα αυτή διαμορφώνεται ή παραμορφώνεται από πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των εικόνων των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Body Image από ερευνητές του Πανεπιστημίου της Φλόριντα βρήκε έναν παράγοντα που επηρεάζει την επιθυμία των γυναικών για δίαιτα: την ελκυστικότητα του συντρόφου.
Η διδακτορική φοιτήτρια Tania Reynolds και η επίκουρη καθηγήτρια ψυχολογίας Andrea Meltzer διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που αξιολογούνται ως λιγότερο ελκυστικές είναι πιο παρακινημένες στη δίαιτα και είναι πιο λεπτές όταν οι σύζυγοι τους είναι ελκυστικοί.
Σε μια προηγούμενη έρευνα η Meltzer είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι γάμοι τείνουν να είναι πιο επιτυχημένοι και ικανοποιητικοί όταν οι άνδρες είναι πιο ελκυστικοί από τος γυναίκες τους. Με βάση το δείγμα αυτής της μελέτης, εξετάστηκαν 113 νεόνυμνα ζευγάρια, με λιγότερους από τέσσερις μήνες διάρκεια γάμου και με μέσο όρο ηλικίας 20 ετών, που ζούσαν στην περιοχή του Ντάλλας.
Ελκυστικότητα και δίαιτα
Τα ζευγάρια συμφώνησαν να βαθμολογηθούν ως προς την ελκυστικότητά τους από ανεξάρτητους αξιολογητές. Κάθε συμμετέχων ολοκλήρωσε ένα μακρύ ερωτηματολόγιο στο οποίο υπήρχαν ερωτήσεις για την επιθυμία του να κάνει δίαιτα ή να έχει λεπτό σώμα.
“Τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν ότι η ύπαρξη ενός φυσικά ελκυστικού συζύγου επιδρά στην συμπεριφορά της συζύγου, ειδικά αν αυτές οι γυναίκες δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικές”, ανέφερε η Reynolds. Αυτό το επιπλέον κίνητρο για δίαιτα, ωστόσο, δεν υπήρχε μεταξύ των γυναικών που κρίθηκαν πιο ελκυστικές από τους συζύγους τους. Οι γυναίκες καταφεύγουν σε δίαιτα όταν φοβούνται πως υπολείπονται των προσδοκιών του συντρόφου τους.
Όσον αφορά τους άνδρες, τα κίνητρά τους για δίαιτα φαίνεται πως είναι ανεξάρτητα από την ελκυστικότητα των συζύγων τους ή από τη δική τους.
“Η έρευνα δείχνει ότι ενδέχεται να υπάρχουν κοινωνικοί παράγοντες που παίζουν ρόλο στη διαταραγμένη συμπεριφορά των γυναικών σε σχέση με τις δίαιτες”, δήλωσε ο Reynolds. “Μπορεί να είναι χρήσιμο να προσδιορίσουμε τις γυναίκες που κινδυνεύουν να αναπτύξουν πιο ακραίες συμπεριφορές απώλειας βάρους, οι οποίες συνδέονται με άλλες μορφές ψυχολογικής δυσφορίας, όπως κατάθλιψη, άγχος, κατάχρηση ουσιών”.
Η Meltzer πρόσθεσε: “Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα κίνητρα της δίαιτας των γυναικών, τα ευρήματα αυτής της μελέτης τονίζουν την αξία της υιοθέτησης μιας προσέγγισης που επικεντρώνεται στη σχέση του ζευγαριού”.
Η Reynolds θεωρεί ότι ένα ενδιαφέρον επόμενο βήμα για την έρευνα θα ήταν να διερευνηθεί κατά πόσο οι γυναίκες είναι περισσότερο παρακινημένες στη δίαιτα όταν περιβάλλονται από ελκυστικές γυναίκες.
“Αν κατανοήσουμε πώς οι σχέσεις των γυναικών επηρεάζουν την απόφασή τους για δίαιτα και τους κοινωνικούς προγνωστικούς παράγοντες για την ανάπτυξη ανθυγιεινών διατροφικών συμπεριφορών”, είπε ο Reynolds, “τότε θα μπορέσουμε να τις βοηθήσουμε καλύτερα”.