Κατά τη θερμοπληξία υπάρχει μια επίμονη υπερθέρμανση (υπερθερμία) του σώματος, η οποία μπορεί να ανέβει σε υψηλά και επικίνδυνα επίπεδα.
Τυπικά θερμοπληξία υπάρχει όταν η θερμοκρασία του σώματος ξεπεράσει τους 41 βαθμούς Κελσίου, κάτι το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την σωματική δυσλειτουργία.
Η υπερβολική θερμότητα του σώματος αναδιατάσσει τις πρωτεΐνες, αποσταθεροποιεί τα φωσφολιπίδια και τις λιποπρωτεΐνες και υγροποιεί τα λιπίδια των κυτταρικών μεμβρανών, οδηγώντας σε καρδιαγγειακή κατάρρευση και αποτυχία πολλών οργάνων. Πρόκειται για μια επείγουσα κατάσταση διότι μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά.
Η θνησιμότητα κατόπιν θερμοπληξίας στους ενήλικες είναι περίπου 12% ενώ στα παιδιά είναι 4% με τα περισσότερα θύματα να έχουν ηλικία κάτω των 4 ετών. Ορισμένες φορές στα παιδιά συμβαίνει επειδή ο γονέας άφησε ένα μωρό μέσα σε ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο, χωρίς να ανοίξει τα παράθυρα.
Η ακριβής θερμοκρασία στην οποία συμβαίνει η καρδιαγγειακή κατάρρευση ποικίλλει μεταξύ των ατόμων και επηρεάζεται από ασθένειες και φάρμακα. Έχει καταγραφεί πλήρης ανάκτηση σε ασθενείς με θερμοκρασίες έως και 46 βαθμούς Κελσίου και θάνατος σε πολύ χαμηλότερες θερμοκρασίες.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο τύποι θερμοπληξίας καθώς το σώμα μπορεί να θερμανθεί τόσο από το περιβάλλον όσο και από την έντονη άσκηση. Ο κλασικός τύπος θερμοπληξίας οφείλεται σε καύσωνα και συχνότερα πλήττει τους ηλικιωμένους, τους χρόνιους ασθενείς και τα παιδιά. Ο άλλος τύπος συμβαίνει κυρίως σε νέους ανθρώπους που ασκούν έντονη σωματική δραστηριότητα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα σε ζεστό περιβάλλον.
Αιτίες
Οι εσωτερικοί ιστοί του σώματος διατηρούνται στον άνθρωπο σε θερμοκρασία 36,6-37,1 βαθμών Κελσίου. Όταν το περιβάλλον είναι κρύο, το σώμα παράγει θερμότητα για να παραμένει ζεστό ενώ όταν το περιβάλλον είναι θερμό το σώμα αποβάλει θερμότητα για να μην ανέβει η θερμοκρασία του.
Το σώμα παράγει κανονικά θερμότητα ως αποτέλεσμα του μεταβολισμού και συνήθως είναι σε θέση να διοχετεύσει αυτή τη θερμότητα είτε με ακτινοβολία μέσω του δέρματος είτε με την εξάτμιση του ιδρώτα. Οι θερμοαισθητήτες που βρίσκονται στο δέρμα, στους μύες και στο νωτιαίο μυελό στέλνουν πληροφορίες σχετικά με τη θερμοκρασία του σώματος στον υποθάλαμο, όπου παράγονται οι κατάλληλες φυσιολογικές αποκρίσεις. Αυτές περιλαμβάνουν την αύξηση της καρδιακής παροχής και τη ροή του αίματος προς το δέρμα (έως και 8 λίτρα ανά λεπτό), το οποίο είναι το βασικό όργανο εκπομπής της θερμότητας. Ωστόσο, σε ακραίες θερμοκρασίες, όπως είναι η υψηλή υγρασία ή η έντονη άσκηση κάτω από τον ήλιο, το σώμα μπορεί να μην είναι σε θέση να διαχέει τη θερμότητα.
Ο μηχανισμός μπορεί να μπλοκάρει όταν υπάρχει παρατεταμένη έκθεση στη ζέστη, άπνοια και η υψηλή υγρασία (πάνω από 70%) – η άπνοια και η υγρασία παρεμποδίζουν την εξάτμιση του ιδρώτα που είναι υπεύθυνη για την πτώση της θερμοκρασίας του δέρματος. Ο μηχανισμός μπορεί να αποτύχει από τη σωματική καταπόνηση στη ζέστη, το υπερβολικό ντύσιμο που εμποδίζει την εξάτμιση του ιδρώτα και την κατανάλωση αλκοόλ η οποία επηρεάζει την ικανότητα του οργανισμού να ρυθμίζει τη θερμοκρασία του. Θερμοπληξία είναι πιο εύκολο να εμφανιστεί όταν ένας άνθρωπος αφυδατωθεί, επειδή δεν αναπληρώνει τα υγρά που χάνει με τον ιδρώτα.
Σε κατάσταση ανάπαυσης, ο βασικός μεταβολικές εκπέμπει στο περιβάλλον περίπου 1 θερμίδα (μονάδα μέτρησης στης θερμότητας) ανά κιλό σώματος την ώρα (1 kcal/kg/h). Αν ο μηχανισμός εκπομπής της θερμότητας είναι προβληματικός, η θερμοκρασία του σώματος μπορεί να ανέβει κατά 1,1 βαθμό Κελσίου. Η έντονη σωματική δραστηριότητα μπορεί να αυξήσει την παραγωγή θερμότητας πάνω από 10 φορές και άρα η άσκηση μπορεί να γίνει αιτία θερμοπληξίας.
Τον κίνδυνο αυξάνει η λήψη ορισμένων φαρμάκων τα οποία επηρεάζουν την ικανότητα του οργανισμού να παραμένει ενυδατωμένος και να ρυθμίζει τη θερμοκρασία του. Τέτοια είναι ορισμένα φάρμακα για την υπέρταση (π.χ. βήτα-αναστολείς, διουρητικά) ή για ψυχιατρικά συμπτώματα (π.χ. αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωτικά).
Συμπτώματα
Το πρώτο σύμπτωμα της θερμοπληξίας είναι, συνήθως, οι κράμπες των μυών λόγω της απώλειας αλάτων και ο πολύ υψηλός πυρετός.
Εκτός από τον υψηλό πυρετό, άλλα συμπτώματα είναι οι αλλαγές στη συμπεριφορά (π.χ. σύγχυση, εκνευρισμός, οξυθυμία), η μπερδεμένη ομιλία, η ναυτία, ο έμετος, το κόκκινο δέρμα, η γρήγορη αναπνοή, η ταχυκαρδία και ο πονοκέφαλος.
Ένα άλλο σύμπτωμα είναι οι αλλαγές στην εφίδρωση. Ο ασθενής μπορεί να πάψει να ιδρώνει (το δέρμα του γίνεται θερμό και ξηρό).
Τα συμπτώματα μπορεί να διαφοροποιούνται στα μωρά και στα μικρά παιδιά. Στα πρώτα στάδια της θερμοπληξίας στα μικρά παιδιά παρατηρείται εξάντληση από την παρατεταμένη θερμότητα, που χαρακτηρίζεται από διαταραχές της πνευματικής λειτουργίας, νωθρότητα, υπνηλία και μυϊκή αδυναμία. Τα μωρά αρχίζουν να κλαίνε ασταμάτητα, γίνονται κατακόκκινα, ανεβάζουν πυρετό και κάνουν συχνά διάρροιες. Όταν εξελιχθεί η θερμοπληξία και αρχίσει να κινδυνεύει η ζωή τους, γίνονται πολύ “ήρεμα”, είναι καταβεβλημένα και αρνούνται να φάνε.
Στη βαριά θερμοπληξία ο ασθενής παθαίνει μαζική καταστροφή των μυών, νεφρική και αναπνευστική ανεπάρκεια που εκδηλώνονται με αναστολή της αποβολής ούρων και με πνευμονικό οίδημα. Μπορεί να υπάρχουν καρδιακές αρρυθμίες και βλάβες στην πήξη του αίματος.
Αντιμετώπιση
Όποιος παρουσιάσει τα παραπάνω συμπτώματα, χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Η πιο αποτελεσματική θεραπεία για τη θερμοπληξία είναι να τοποθετηθεί ο πάσχων μέσα σε κρύο νερό. Εναλλακτικά, θα πρέπει να τυλιχθεί με δροσερές πετσέτες.
Ο πάσχων πρέπει αμέσως να μεταφερθεί σε σκιερό, δροσερό χώρο και να αρχίσει το δρόσισμά του με όποιον τρόπο είναι διαθέσιμος: να τυλιχθεί ολόκληρος με βρεγμένες κρύες πετσέτες, να τοποθετηθεί σε μία μπανιέρα με δροσερό νερό ή να ψεκάζεται με νερό μπροστά στον ανεμιστήρα. Μπορεί κάποιος να τον τρίβει με παγάκια στα χέρια και από την μέσα μεριά των καρπών και των αγκώνων, έως ότου έρθει το ασθενοφόρο για να μεταφερθεί στο νοσοκομείο.