Σε εντυπωσιακή αντίθεση με τη γενική αντίληψη, οι ερευνητές έχουν δείξει σε μια νέα μελέτη ότι τα άτομα με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα HDL – της «καλής» χοληστερόλης – στο αίμα τους έχουν περισσότερο από 65% υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από ό, τι τα άτομα με φυσιολογικά επίπεδα HDL.
Οι ερευνητές λένε ότι τα αποτελέσματα θα πρέπει να οδηγήσουν σε μια αλλαγή στον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η «καλή» χοληστερόλη.
Η τρέχουσα “σοφία” εδώ και πολλά χρόνια είναι πως όσο υψηλότερη HDL στο αίμα, τόσο το καλύτερο. Αλλά η πολύ υψηλή καλή χοληστερόλη μπορεί να μην είναι τόσο καλή όσο νομίζουμε.
Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα μιας νέας μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης αντιβαίνουν σοβαρά στην υπόθεση ότι τα υψηλά επίπεδα HDL στο αίμα μας είναι πάντα καλό πράγμα. Οι ερευνητές έχουν δείξει ότι τα άτομα με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα καλής χοληστερόλης έχουν υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από ό, τι τα άτομα με φυσιολογικά επίπεδα.
«Τα αποτελέσματα αυτά αλλάζουν ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστες την «καλή» χοληστερόλη. Οι γιατροί όπως εγώ συνηθίζαμε να συγχαίρουμε τους ασθενείς που έχουν πολύ υψηλά επίπεδα HDL στο αίμα τους αλλά δεν πρέπει πλέον να το κάνουμε”, ανέφερε ο Børge Nordestgaard, καθηγητής στο Τμήμα Κλινικής Ιατρικής και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα για 116.000 άτομα από την Καρδιολογική Μελέτη της Κοπεγχάγης και τη Γενική Μελέτη Πληθυσμού της Κοπεγχάγης, σε συνδυασμό με τα στοιχεία θνησιμότητας από το Δανικό Σύστημα Καταχώρισης Πολιτών. Παρακολούθησαν αυτά τα άτομα για ένα μέσο όρο 6 ετών και βασίστηκαν σε πάνω από 10.500 θανάτους. Οι επιστήμονες ήταν σε θέση να υπολογίσουν το ποσοστό θνησιμότητας με βάση αυτούς τους θανάτους και τις ιατρικές πληροφορίες που είχαν.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι άνδρες με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα HDL στο αίμα τους είχαν 106% υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από τους άνδρες με φυσιολογικό επίπεδο HDL. Μεταξύ των γυναικών, τα άτομα με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα HDL είχαν 68% υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από την κανονική ομάδα. Το 0,4% των ανδρών και το 0,3% των γυναικών είχαν ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο HDL.
Επίσης άλλο ένα 1,9% των ανδρών είχε πολύ υψηλά επίπεδα. Οι άνδρες αυτοί είχαν 36% υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης υπερβολική θνησιμότητα για άτομα με εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα HDL στο αίμα.
Οι άνθρωποι με μέτρια επίπεδα HDL στο αίμα είχαν τη χαμηλότερη θνησιμότητα. Για τους άνδρες, αυτό το επίπεδο ήταν μέχρι 1,9 mmol/L (73 mg/dl). Για τις γυναίκες, ήταν μέχρι 2,4 mmol/L (92,7 mg/dl).
Προηγούμενες αμερικανικές μελέτες έχουν δείξει παρόμοιες συσχετίσεις μεταξύ καλής χοληστερόλης και υπερβολικής θνησιμότητας μεταξύ συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων, αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που έχει αποδειχθεί υπερβολική θνησιμότητα στον γενικό πληθυσμό.
Ο καθηγητής Børge Nordestgaard, ο οποίος εργάζεται επίσης ως στο Τμήμα Κλινικής Βιοχημείας στο Νοσοκομείο Herlev και Gentofte, θεωρεί ότι τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής μπορούν να αλλάξουν την αντίληψή μας για την HDL.
“Φαίνεται ότι πρέπει να αφαιρέσουμε την εστίασή μας από την HDL ως έναν σημαντικό δείκτη υγείας στην έρευνα, στα νοσοκομεία και στον γενικό πληθυσμό. Εξετάζοντας τα επίπεδα της LDL στο αίμα, της «κακής» χοληστερόλης, και των τριγλυκεριδίων είναι καλύτερα γιατί είναι μάλλον πρόκειται για εγκυρότερους δείκτες υγείας», ανέφερε.
Η μελέτη εξέτασε τη στατιστική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων θνησιμότητας και HDL, επομένως, δεν μπορεί να δώσει κάποια εξήγηση γιατί τα άτομα με εξαιρετικά υψηλά ή χαμηλά επίπεδα HDL συνδέονται με υψηλότερη θνησιμότητα.