Τα δεδομένα από δύο μελέτες σε μακάκους ρέζους υποδεικνύουν ότι ο θερμιδικός περιορισμός είναι πιθανόν να είναι αποτελεσματικός στην καθυστέρηση των επιπτώσεων της γήρανσης και στους ανθρώπους. Αλλά η ηλικία έναρξης του θερμιδικού περιορισμού ίσως είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τις ευεργετικές επιδράσεις του. Εκτός από την ηλικία παίζει ρόλο το είδος της διατροφής και το φύλο.
Στη δεκαετία του 1930, πειράματα στο εργαστήριο έδειξαν ότι η έκθεση των τρωκτικών σε υπεριώδη ακτινοβολία προκαλούσε καρκίνο του δέρματος. Τίποτα περίεργο μ’ αυτό. Αλλά τα ποντίκια που υποσιτίζονταν εμφάνιζαν σημαντικά λιγότερα κρούσματα καρκίνου κι αυτό ήταν ακατανόητο. Τα ίδια ποντίκια ζούσαν αρκετά περισσότερο. Το 1935, ο καθηγητής διατροφολογίας Κλάιβ Μακέϊ του Πανεπιστημίου Κορνέλ και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι ο θερμικός περιορισμός κατά 30% αύξησε τη μέση διάρκεια ζωής των αρουραίων από 500 σε 820 ημέρες, δηλαδή πάνω από 60%.
Από εκείνη την εποχή, ο θερμιδικός περιορισμός έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει τη διάρκεια ζωής σε μια ευρεία ποικιλία ειδών, π.χ. στη μαγιά, στους νηματώδεις σκώληκες, στις αράχνες, στα ψάρια, στις μύγες φρούτων και στα ποντίκια. Τα τρωκτικά που βρίσκονται στο όριο της πείνας, παρουσιάζουν όχι μόνο λιγότερους καρκίνους -ακόμα και κατά 75%- αλλά επιπλέον φαίνονται πιο νέα, έχουν καλύτερη γενική υγεία και ζουν περισσότερο από αυτά που είναι καλοταϊσμένα.
Κάτι επίσης ενδιαφέρον είναι ότι ένα 30% των τρωκτικών που τρέφονται με λίγες θερμίδες πεθαίνουν σε προχωρημένη ηλικία χωρίς κανένα παθολογικό σημάδι ασθένειας ικανό να θεωρηθεί αιτία, με άλλα λόγια πεθαίνουν από γηρατειά. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί δείχνει πως αν το ίδιο ισχύει στον άνθρωπο θα μπορούσαν να αποφευχθούν ως ένα σημείο οι χρόνιες ασθένειες που συνοδεύουν το γήρας. Ερευνητικά δεδομένα για τον άνθρωπο δεν είναι εύκολο να συγκεντρωθούν οπότε οι μελέτες στα πρωτεύοντα είναι οι πλέον αξιόπιστες.
Το 2009, ερευνητές από το University of Wisconsin Madison προκάλεσαν αίσθηση όταν ανακοίνωσαν ότι μια διατροφή που παρέχει κατά 30% λιγότερες θερμίδες από το κανονικό παρατείνει σημαντικά τη ζωή στους μακάκους ρέζους -ένα είδος μαϊμούδων που θεωρείται καλό μοντέλο για τη γήρανση του ανθρώπου καθώς τα δύο είδη έχουν κατά 93% κοινό DNA.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 76 μαϊμούδες για 20 χρόνια (46 αρσενικά και 30 θηλυκά) και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο περιορισμός των θερμίδων κατά 30% παρατείνει τη ζωή των μακάκων ρέζους: μόνο το 13% των πειραματόζωων που ακολούθησαν τη δίαιτα πέθαναν με ασθένειες που σχετίζονται με το γήρας, ενώ το ποσοστό ήταν 37% στην ομάδα ελέγχου. Η μελέτη βρήκε ότι ο θερμιδικός περιορισμός μείωσε κατά 50% την εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων και καρκίνου, και εμπόδισε εντελώς το διαβήτη τύπου 2. Επίσης, προστάτευσε τις μαϊμούδες από τη σαρκοπενία που σχετίζεται με την ηλικία και τη συρρίκνωση της φαιάς ουσίας σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου.
Όμως το 2012, μια άλλη μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε σε 120 μακάκους ρέζους (60 αρσενικά και 60 θηλυκά) και είχε ξεκινήσει το 1987 από το National Institute on Aging δεν επιβεβαίωσε το παραπάνω αποτέλεσμα, παρότι και σ’ αυτή την περίπτωση η μείωση των θερμίδων ήταν 30%. Οι μαϊμούδες που υποχρεώθηκαν σε δίαιτα και επί 25 χρόνια κρατήθηκαν αδυνατισμένες, κατά μέσο όρο, δεν έζησαν περισσότερο από όσες είχαν κανονικό βάρος. Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τέσσερις μαϊμούδες υπό δίαιτα και μια χωρίς δίαιτα έζησαν πάνω από 40 χρόνια, κάτι που είναι πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής για αυτό το είδος.
Τα συμπεράσματα
Για να επιλύσουν τις επιστημονικές διαφορές τους οι δύο ερευνητικές ομάδες, η μία από το University of Wisconsin Madison και άλλη από το National Institute on Aging, αποφάσισαν να συνεργαστούν για να εξετάσουν από κοινού τα δεδομένα τους και να καταλάβουν γιατί τα αποτελέσματα ήταν διαφορετικά. H μελέτη αυτή δημοσιεύθηκε το 2017 στο περιοδικό Nature Communications.
Πρώτον, τα ζώα στις δύο μελέτες είχαν τη διατροφή τους περιορισμένη σε διαφορετικές ηλικίες. Η συγκριτική ανάλυση αποκάλυψε ότι η κατανάλωση λιγότερων θερμίδων είναι ευεργετική σε ενήλικα και ηλικιωμένα πρωτεύοντα, αλλά όχι στα νεότερα. Στη μελέτη του University of Wisconsin Madison όλα τα ζώα ήταν ενήλικα ενώ στη μελέτη του National Institute on Aging υπήρχαν όλες οι ηλικίες. Πρόκειται για μια σημαντική απόκλιση από τις προηγούμενες μελέτες σε τρωκτικά, όπου η εκκίνηση του θερμιδικού περιορισμού σε μικρότερη ηλικία είναι καλύτερη για την επίτευξη των πλεονεκτημάτων μιας δίαιτας χαμηλών θερμίδων.
Δεύτερον, στην ομάδα των μαϊμούδων του National Institute on Aging, όπου δεν βρέθηκε διαφορά στην επιβίωση, η ομάδα ελέγχου κατανάλωνε λιγότερη τροφή από την ομάδα ελέγχου του Wisconsin κι έτσι είχε, συγκριτικά, βελτιωμένη επιβίωση αλλοιώνοντας κάπως το αποτέλεσμα.
Τρίτον, η σύνθεση της διατροφής διέφερε ουσιωδώς στις δύο μελέτες. Οι μαϊμούδες του University of Wisconsin Madison αποτελούσαν μέρος της αποικίας στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας Πρωτευόντων του Wisconsin, έτρωγαν επεξεργασμένα τρόφιμα με υψηλότερη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ενώ οι μαϊμούδες του National Institute on Aging έτρωγαν τρόφιμα με πιο φυσική προέλευση.
Η σύνθεση των μακροθρεπτικών συστατικών στη μελέτη του University of Wisconsin Madison ήταν 65% υδατάνθρακες, 15% πρωτεΐνη, 10% λίπος (καλαμποκέλαιο) και 5% φυτικές ίνες ενώ στη μελέτη του National Institute on Aging ήταν 56,8% υδατάνθρακες, 17,3% πρωτεΐνη, 5% λίπος και 5-7% φυτικές ίνες.
Στο πρώτο πείραμα, το 28,5% των θερμίδων που κατανάλωναν οι μακάκοι, είτε έκαναν δίαιτα είτε όχι, προερχόταν από ζάχαρη, ενώ στο δεύτερο πείραμα το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 3,9%. Ένας λόγος λοιπόν που οι ασκητικές μαϊμούδες του πρώτου πειράματος μπορεί να έζησαν περισσότερο ίσως ήταν επειδή δεν κατανάλωναν τόση πολλή ανθυγιεινή τροφή, κάτι που επισημάνθηκε σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε του 2013. Μέχρι σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο αν μόνο ο θερμιδικός περιορισμός έχει σημασία ή έχει σημασία και η σύνθεση των μακροθρεπτικών συστατικών.
Τέλος, η ερευνητική ομάδα αναγνώρισε τις διαφορές του φύλου στη σχέση μεταξύ διατροφής, σωματικού λίπους και ευαισθησίας στην ινσουλίνη. Τα θηλυκά ζώα φαίνεται να είναι λιγότερο ευάλωτα στις δυσμενείς επιπτώσεις του σωματικού λίπους σε σχέση με τα αρσενικά. Αυτή είναι μια νέα σημαντική γνώση για τα πρωτεύοντα και πιθανόν να ισχύει και στον άνθρωπο.
Το εάν ο θερμιδικός περιορισμός επεκτείνει τη διάρκεια ζωής στους ανθρώπους δεν είναι ακόμη γνωστό αλλά συσσωρεύονται τα στοιχεία που δείχνουν ότι έχει ισχυρό προστατευτικό αποτέλεσμα κατά της παχυσαρκίας, του διαβήτη τύπου 2, της φλεγμονής, της υπέρτασης, της καρδιαγγειακής νόσου και μειώνει τους παράγοντες μεταβολικού κινδύνου που σχετίζονται με τον καρκίνο.
Πηγές: 1. Caloric restriction improves health and survival of rhesus monkeys. 2. Will calorie restriction work in humans?