Οι τρέχουσες διαιτητικές συστάσεις για τους διαβητικούς δεν διαφέρουν από αυτές του γενικού πληθυσμού. Προτείνονται αρκετοί υδατάνθρακες και περιορισμένη κατανάλωση λιπών. Ωστόσο πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η μείωση των υδατανθράκων και η αύξηση των διατροφικών λιπών μπορεί να κάνει καλό στην υγεία τόσο των υγιών ατόμων όσο και των διαβητικών.
Τώρα, μια μετα-ανάλυση του London Metropolitan University που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Proceedings of the Nutrition Society βρήκε ότι μια δίαιτα με λίγους υδατάνθρακες μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, παρέχοντας μια ασφαλή και αποτελεσματική στρατηγική για τη διαχείριση του διαβήτη.
Οι συγγραφείς διενήργησαν μια συστηματική ανασκόπηση των προηγούμενων μελετών παρέμβασης, αναλύοντας τις μεταβολές στα επίπεδα της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης μετά τη μετάβαση σε μια δίαιτα με χαμηλότερη πρόσληψη υδατανθράκων.
Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη σχηματίζεται όταν η αιμοσφαιρίνη, μια πρωτεΐνη στα ερυθρά αιμοσφαίρια, ενώνεται με τη γλυκόζη του αίματος. Χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των μέσων επιπέδων γλυκόζης στο αίμα για μια περίοδο περίπου τριών μηνών.
Η ανασκόπηση, η οποία διεξήχθη από την Michelle McKenzie και την Sarah Illingworth της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Metropolitan University, στο Λονδίνο, διαπίστωσε ότι τα επίπεδα της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης μειώθηκαν ύστερα από μια δίαιτα λίγων υδατανθράκων (έως 120 γραμμάρια ημερησίως) με τη μεγαλύτερη μείωση, κατά 2,2%, να παρατηρείται με την κατανάλωση λιγότερο από 30 γραμμάρια την ημέρα.
H McKenzie δήλωσε: “Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι μια διατροφή με μειωμένους υδατάνθρακες μπορεί να είναι αποτελεσματική στη διαχείριση του διαβήτη και πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη στις νέες κατευθυντήριες γραμμές. Απαιτούνται όμως περισσότερες μακροπρόθεσμες μελέτες για να διασφαλιστεί ότι τα αποτελέσματα αυτά μπορούν να μεταφραστούν με εμπιστοσύνη στην κλινική πρακτική. Η επιστήμη αυτή τη στιγμή είναι επιτακτική και δεν πρέπει να αγνοηθεί”.
Μεγαλύτερη απώλεια βάρους
Μια δίαιτα με μειωμένους υδατάνθρακες επιφέρει σημαντική μείωση του σωματικού βάρους, π.χ. απώλεια, κατά μέσο όρο, 4,7 κιλά σε διάστημα δύο ετών σε σύγκριση με 2,9 κιλά με μια δίαιτα χαμηλών λιπαρών.
Η δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων συσχετίστηκε επίσης με μείωση του ψυχολογικού στρες που συνδέεται με τη διαχείριση του διαβήτη και τη μείωση των αρνητικών διαθέσεων μεταξύ των γευμάτων.
Η ανασκόπηση έδειξε ακόμη ότι μια διατροφή με λιγότερους υδατάνθρακες και άρα περισσότερο λίπος μειώνει τα τριγλυκερίδια που αποτελούν παράγοντα καρδιακού κινδύνου. Επίσης, μειώνει τις διακυμάνσεις της γλυκόζης στο αίμα και τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας.
Η Illingworth δήλωσε πως είναι σημαντικό να εξεταστεί ποιες ομάδες τροφίμων θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την αντικατάσταση των υδατανθράκων καθώς η έρευνα έχει δείξει στο παρελθόν ότι τα κορεσμένα λιπαρά, συνδέονται με κινδύνους για άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Και πρόσθεσε: “Οι κλινικές κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να επανεξεταστούν ώστε να συμπεριληφθούν οι δίαιτες χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες ως στρατηγική διαχείρισης του διαβήτη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η στρατηγική είναι κατάλληλη ή ευεργετική για όλους. Οι αλλαγές στη διατροφή θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο μετά από διαβούλευση με ειδικευμένο διαιτολόγο και λαμβάνοντας υπόψη μεμονωμένες ιατρικές ανάγκες”.
Οι δύο ερευνήτριες έγραψαν στη μελέτη τους πως είναι πιθανόν οι τρέχουσες διαιτητικές συμβουλές στην πραγματικότητα να επιταχύνουν την εξάντληση των β-κυττάρων του παγκρέατος μειώνοντας την ικανότητά τους να παράγουν ινσουλίνη.
Πηγή: Should a Low Carbohydrate Diet be Recommended for Diabetes Management?