Τα παχύσαρκα άτομα με διαβήτη τύπου 2 ή με προδιαβήτη που τρώνε έξι γεύματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, αντί για τρία, μπορούν να ελέγξουν καλύτερα το σάκχαρο του αίματος, σύμφωνα με μελέτη Ελλήνων ερευνητών.
Στην έρευνα συμμετείχαν 47 παχύσαρκα άτομα με διαβήτη ή προδιαβήτη (μειωμένη αντοχή στη γλυκόζη).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την δρ Αιμιλία Παπακωνσταντίνου του Τμήματος Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής του Ανθρώπου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) στη Λισαβόνα.
Η κα Παπακωνσταντίνου δήλωσε: “Αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η αυξημένη συχνότητα των γευμάτων, που καταναλώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, μπορεί να είναι χρήσιμο εργαλείο για τους γιατρούς που θεραπεύουν άτομα με παχυσαρκία και διαβήτη ή προδιαβήτη. Χρησιμοποιώντας ένα πρότυπο έξι γευμάτων αντί για τρία γεύματα, με τις ίδιες συνολικές θερμίδες, βελτιώνεται ο έλεγχος του σακχάρου στο αίμα και μειώνεται η πείνα”.
Οι εθελοντές ακολούθησαν μια ειδικά σχεδιασμένη διατροφή επί 24 εβδομάδες, στη διάρκεια των οποίων έτρωγαν επί 12 εβδομάδες έξι φορές μέσα στη μέρα και τις υπόλοιπες 12 εβδομάδες έτρωγαν τρεις φορές. Ο συνολικός αριθμός θερμίδων μέσα στη μέρα ήταν ο ίδιος ανεξάρτητα από τον αριθμό των γευμάτων.
Δείγματα αίματος ελήφθησαν από όλους τόσο στην αρχή, όσο και στο τέλος της μελέτης, για να μετρηθούν τα επίπεδα της γλυκόζης και της ινσουλίνης, καθώς και άλλοι δείκτες υγείας. Παράλληλα, καταγραφόταν ανά δύο εβδομάδες το βάρος των συμμετεχόντων και το πόσο πεινούσαν.
Καλύτερος έλεγχος σακχάρου
Διαπιστώθηκε πως όταν οι διαβητικοί έτρωγαν έξι φορές την ημέρα είχαν μειωμένες τιμές της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c) και βελτιωμένα επίπεδα σακχάρου. Αλλά και για όσους είχαν προδιαβήτη, τα έξι γεύματα μείωσαν τα περιστατικά των αφύσικα υψηλών επιπέδων ινσουλίνης. Επίσης, τα έξι γεύματα φάνηκε πως επέφεραν μειωμένη πείνα και μικρότερη επιθυμία για φαγητό.
Σύμφωνα με την κα Παπακωνσταντίνου, “στα άτομα με διαβήτη τύπου 2, διαπιστώθηκε μείωση με τα 6 γεύματα στη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη κατά 0,4% που είναι αντίστοιχη ή μεγαλύτερη σε σχέση με κάποια φάρμακα μέσα σε τρεις μήνες”.
Ο στόχος της μελέτης ήταν οι παχύσαρκοι εθελοντές να μην χάσουν βάρος χρησιμοποιώντας μια ισοενεργειακή δίαιτα την οποία υιοθέτησαν ως 3 γεύματα ημερησίως και 6 γεύματα ημερησίως για συνολικά 6 μήνες.
H κα Παπακωνσταντίνου ανέφερε: “Θέλαμε οι εθελοντές να μη χάσουν βάρος ώστε να αποκλείσουμε την απώλεια βάρους ως συγχητικό παράγοντα στη ρύθμιση του σακχάρου και να είμαστε βέβαιοι ότι τα όποια αποτελέσματα θα βρούμε οφείλονται αποκλειστικά στη συχνότητα των γευμάτων και όχι σε άλλους παράγοντες όπως η απώλεια βάρους ή τα αντιδιαβητικά δισκία (που είχαν χρησιμοποιηθεί σε μελέτη άλλων το έτος 2014)”.
Και πρόσθεσε: “Το μήνυμά μας είναι ότι αυτά τα αποτελέσματα αποτελούν σημαντικό εργαλείο για τους ειδικούς, ιατρούς και διαιτολόγους, για την καθοδήγηση των παχύσαρκων ατόμων υψηλού κινδύνου εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 και ατόμων με διαγνωσμένο διαβήτη τύπου 2 οι οποίοι δεν θέλουν να μπουν στη διαδικασία απώλειας βάρους ή έχουν αποτύχει στο παρελθόν να χάσουν βάρος”.