Το θέμα της επιδημικής έξαρσης της ιλαράς στην Ελλάδα συζητήθηκε χθες στην επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, μετά από σχετικό αίτημα, το οποίο κατέθεσε ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός.
Όπως ανέφερε στην ομιλία του στη Βουλή ο υπουργός, στην πλειονότητά τους οι γονείς είναι ενημερωμένοι για την αξία του εμβολιασμού. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από το πολύ υψηλό ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης που έχει επιτύχει η Ελλάδα στον παιδικό πληθυσμό, ιδιαίτερα για το τριπλό εμβόλιο ιλαράς- ερυθράς-παρωτίδας, όπου το ποσοστό είναι πάρα πολύ υψηλό και από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (96%).
Στην Ελλάδα, το εμβόλιο ιλαράς άρχισε να κυκλοφορεί στο εμπόριο στις αρχές της δεκαετίας του 1970, εντάχθηκε στο Εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών το 1981 και το 1989 εντάχθηκε ως τριπλό εμβόλιο ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας (MMR). Το 1991 καθιερώθηκε η 2η δόση του MMR σε ηλικία 11-12 ετών και από το 1999 αυτή γίνεται σε ηλικία 4-6 ετών.
Ο κ. Ξανθός στην ομιλία του ανέφερε χαρακτηριστικά: «Νομίζω ότι έχουμε ένα κεκτημένο υγειονομικό στη χώρα μας, το οποίο οφείλεται και στην πολύ καλή δουλειά που κάνουν οι θεσμικοί Φορείς που έχουν αυτό ρόλο, όπως είναι η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, το ΚΕΕΛΠΝΟ, η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, οι Επιστημονικές Εταιρείες των παιδιάτρων και φυσικά οι αρμόδιες Υπηρεσίες του κράτους, δηλαδή, η Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου, οι Υπηρεσίες Υγείας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τα λοιπά».
Επίσης, ανέφερε ότι από τα κρούσματα τα οποία έχουν ήδη καταγραφεί στη χώρα μας μέσα στο 2017, που ξεπερνούν τα 200, δεν αναφέρονται περιστατικά από χώρους ανοιχτής φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών.
Αυτό οφείλεται στο ότι από τις αρχές του 2016, αρχής γενομένης από την Ειδομένη, έγινε μια πολύ συστηματική προσπάθεια, κυρίως μέσα από το ΚΕΕΛΠΝΟ, αλλά και με τη συνεργία και άλλων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και έχουμε πετύχει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης του παιδικού προσφυγικού πληθυσμού.
Τα κρούσματα τα οποία παρατηρούνται αυτόν τον καιρό, στην πλειονότητά τους αφορούν σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού με χαμηλά υγειονομικά και κοινωνικά standards, όπως είναι οι πληθυσμοί των Ρομά, όπου καταγράφεται και το χαμηλότερο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης παιδικού πληθυσμού στη χώρα μας.
Παράλληλα, ο υπουργός ενημέρωσε σχετικά με την εμβολιαστική περίοδο για την εποχική γρίπη: «η πρόνοια που υπάρχει για φέτος είναι να φτάσουμε στα 2,3 – 2,4 εκατομμύρια εμβόλια, να έχουμε την μέγιστη δυνατή κάλυψη. Είναι πολύ σημαντικό ότι πέρυσι, επειδή ακριβώς μεσολάβησε το ΚΕΕΛΠΝΟ και στείλαμε 20.000 εμβόλια στις Δημόσιες Δομές Υγείας, διπλασιάστηκε το ποσοστό κάλυψης των υγειονομικών. Στα νοσοκομεία από το 11% πήγε στο 18% και στις δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας από 24% πήγε στο 34%. Αυτό συνέβαλε και στο να μη νοσήσουν αρκετοί υγειονομικοί, αλλά και στο να προστατευτούν οι άρρωστοι που περιθάλπονταν απ’ αυτούς».