Η Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση (CSU) ή Χρόνια Ιδιοπαθής Κνίδωση (CIU, ΗΠΑ) είναι μία σοβαρή και δυσάρεστη δερματική νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από ερυθρούς, οιδηματώδεις, κνησμώδεις και ορισμένες φορές επώδυνους πομφούς στο δέρμα1,2.
Ο επιπολασμός της Χρόνιας Κνίδωσης (CU) ανέρχεται περίπου στο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, και έως και τα 2/3 των ασθενών αυτών έχουν Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση3,4.
Η Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση είναι μία απρόβλεπτη και εξουθενωτική νόσος με κνησμό, πομφούς και μπορεί να εμφανιστεί με οίδημα των βαθύτερων στιβάδων του δέρματος (αγγειοοίδημα), που παρουσιάζεται ξαφνικά και επανεμφανίζεται για περισσότερες από έξι εβδομάδες1-3,5.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση διαρκεί γενικά από 1 έως 5 χρόνια, αλλά μπορεί να διαρκέσει ακόμα και δεκαετίες3. Οι γυναίκες έχουν διπλάσια πιθανότητα εμφάνισης της νόσου σε σχέση με τους άνδρες3.
Ποια είναι τα συμπτώματα
Τα συμπτώματα της Χρόνιας Αυθόρμητης Κνίδωσης περιλαμβάνουν την εμφάνιση με μορφή εξάρσεων δερματικών εξανθημάτων με συνοδό κνησμό, που συχνά περιγράφονται ως πομφοί3. Έως και το 50% των ατόμων με Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση εμφανίζει επίσης αγγειοοίδημα και τείνει να παρουσιάζει συμπτώματα μεγαλύτερης διάρκειας7.
Τα συμπτώματα της Χρόνιας Αυθόρμητης Κνίδωσης είναι απρόβλεπτα, καθώς εμφανίζονται αυτόματα χωρίς συγκεκριμένο εξωτερικό εκλυτικό παράγοντα και χαρακτηρίζονται κυρίως από κνησμό, πομφούς και αγγειοοίδημα3,6. Η έρευνα για τα υποκείμενα αίτια της Χρόνιας Αυθόρμητης Κνίδωσης έχει υποδείξει το ρόλο του ανοσοποιητικού συστήματος, με πιθανούς επιβαρυντικούς παράγοντες όπως λοίμωξη και άγχος1.
Το φορτίο της χρόνιας αυθόρμητης κνίδωσης (CSU)
Η Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής του ατόμου, οδηγώντας σε αρνητικές επιδράσεις που περιλαμβάνουν στέρηση ύπνου και ψυχολογικές συννοσηρότητες, όπως κατάθλιψη και άγχος3. Η έρευνα υποδεικνύει ότι οι προαναφερθείσες επιδράσεις είναι αντίστοιχες αυτών που παρατηρούνται σε άτομα με ισχαιμική καρδιοπάθεια, τα οποία βιώνουν έλλειψη ενέργειας, κοινωνική απομόνωση και συναισθηματική αναστάτωση5,6. Οι ασθενείς εμφανίζουν επίσης δυσκολίες σε σχέση με την εργασία τους, με περισσότερους από τους μισούς εξ΄ αυτών(56%) να χάνουν τουλάχιστον μία ημέρα εργασίας εξαιτίας της πάθησης τους.6
Έως και το 50% των ασθενών με Χρόνια Αυθόρμητη Κνίδωση δεν ανταποκρίνεται στις εγκεκριμένες δόσεις των Η1-αντιισταμινικών7. Ο θεραπευτικός στόχος για τη νόσο είναι η πλήρης ύφεση των συμπτωμάτων με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια8.
Βιβλιογραφία
- Asthma and Allergy Foundation of America (AAFA) website. “Chronic Urticaria (Hives).” Accessed July 2017. Available at: http://www.aafa.org/display.cfm?id=9&sub=23&cont=328.
- American Academy of Allergy Asthma & Immunology (AAAAI) website. “Skin Allergy Overview.” Accessed July 2017. Available at: http://www.aaaai.org/conditions-and-treatments/allergies/skin-allergy.aspx.
- Maurer M, Weller K, Bindslev-Jensen C, et al. Unmet clinical needs in chronic spontaneous urticaria: A GA(2)LEN task force report. Allergy. 2011;66:317-330.
- Kulthanan K, Jiamton S, Thumpimukvatana N, et al. Chronic idiopathic urticaria: prevalence and clinical course. J Dermatol. 2007;34:294-301.
- Maurer M, Rosén K, Hsieh HJ, et al. Omalizumab for the treatment of chronic idiopathic or spontaneous urticaria. 2013;368(10):924-35.
- O’Donnell BF, Lawlor F, Simpson J, et al. The impact of chronic urticaria on the quality of life. Br J Dermatol 1997;136:197-201.
- Sánchez-Borges M, Asero R, Ansotegui IJ, et al. Diagnosis and treatment of urticaria and angioedema: a worldwide perspective (position paper). World Allergy Organization Journal. 2012; 5:125–147.
- Zuberbier T, et al. The EAACI/GA2LEN/EDF/WAO Guideline for the definition, classification, diagnosis, and management of urticaria: the 2013 revision and update. Allergy 2014;69:868–87