Το κάπνισμα είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου καρδιοαγγειακής νόσου. Μεταξύ άλλων, επηρεάζει και την καρδιακή συχνότητα δηλαδή τον αριθμό των καρδιακών παλμών ανά λεπτό (bpm: beats per minute).
Η πλέον αξιόπιστη καταγραφή των σφυγμών γίνεται με ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) αλλά μπορεί επίσης να μετρηθεί και με ψηλάφηση της κερκιδικής αρτηρίας στο ύψος του καρπού ή της καρωτίδας στο λαιμό. Μετράτε τους σφυγμούς σας για 10 δευτερόλεπτα και ύστερα πολλαπλασιάζετε τον αριθμό που βρήκατε επί 6 για να βρείτε πόσοι είναι μέσα σε ένα λεπτό.
Η καρδιακή συχνότητα σε κατάσταση ηρεμίας καταγράφεται σε ύπτια ή ελαφρά ημιεδραία θέση μετά από ανάπαυση 5-10 λεπτών και κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 60-80 χτύπων το λεπτό. Εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως:
- η ισορροπία μεταξύ της συμπαθητικής και παρασυμπαθητικής λειτουργίας του αυτόνομου νευρικού συστήματος
- η φυσική κατάσταση του ατόμου
- η κατάσταση της υγείας του (πχ. θερμοκρασία του σώματος)
- η ψυχολογική κατάσταση
- το φύλο,
- η ηλικία
- τα σωματομετρικά χαρακτηριστικά
- οι περιβαλλοντικές συνθήκες
- το κάπνισμα
- η διατροφή
Σε μια ελληνική μελέτη μετρήθηκαν οι καρδιακοί παλμοί σε 298 άτομα, νέους και υγιείς φοιτητές, 159 άντρες και 139 γυναίκες, μέσης ηλικίας 22,7 χρονών. Οι άντρες είχαν κατά μέσο όρο 178,7 εκατοστά ύψος, 74,2 κιλά βάρος και Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΣΜ) 23,3. Οι γυναίκες είχαν κατά μέσο όρο 164,8 εκατοστά ύψος, 57,1 κιλά βάρος και ΔΣΜ 21,0.
Οι γυναίκες είχαν καρδιακή συχνότητα ηρεμίας 72,7 ανά λεπτό και οι άνδρες 69,2.
Κάπνισμα και μέγιστοι σφυγμοί ανά λεπτό
Διαφορές βρέθηκαν μεταξύ καπνιστών και μη καπνιστών. Στους άντρες, οι καπνιστές είχαν σε κατάσταση ηρεμίας 72,8 ± 6,0 σφυγμούς ανά λεπτό ενώ οι μη καπνιστές είχαν 66,3 ± 6,1 ανά λεπτό. Δηλαδή οι μη καπνιστές είχαν μια σημαντική καλύτερη μέτρηση, περίπου 9,8%.
Παρόμοια, οι γυναίκες καπνίστριες σε κατάσταση ηρεμίας είχαν 76,4 ± 6,4 σφυγμούς ανά λεπτό ενώ οι μη καπνίστριες είχαν 70,0 ± 5,8.
Οι διαφορές αυτές μεταξύ καπνιστών και μη καπνιστών ελαττώθηκαν όταν εξετάστηκαν σε τεστ κοπώσεως. Ενώ σε ηρεμία οι άνδρες καπνιστές είχαν κατά 9,8% μεγαλύτερη καρδιακή συχνότητα, η διαφορά μειώθηκε στο 5,7% στο τρίτο λεπτό και ακόμη περισσότερο, στο 3,4% στο τέλος του έκτου λεπτού.
Το μέγιστο όριο καρδιακής συχνότητας, με βάση τον αριθμητικό τύπο 220 – ηλικία, δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ των δύο φύλων.
Όμως, το μέγιστο όριο καρδιακής συχνότητα ήταν χαμηλότερο στους καπνιστές. Οι άνδρες μη καπνιστές μπορούσαν να φτάσουν τους 199,3 χτύπους το λεπτό ενώ οι καπνιστές έφταναν μέχρι τους 193,2 χτύπους το λεπτό. Στις μη καπνίστριες το μέγιστο όριο ήταν 198,0 χτύποι ανά λεπτό ενώ στις καπνίστριες ήταν 191,0 χτύποι ανά λεπτό.
Τέλος, μετά τον τερματισμό της μέγιστης άσκησης, η παλμοί της καρδιάς έπεφταν πιο αργά στους καπνιστές και των δύο φύλων.