O έρωτας είναι ένα καθολικό ανθρώπινο φαινόμενο, ωστόσο οι επιστήμονες προσπαθούν να βρουν τις βιολογικές βάσεις του και για το λόγο που εμφανίστηκε και υπάρχει ως συναίσθημα. Λόγω της υψηλού επιπέδου υποκειμενικότητας του φαινομένου, η μελέτη του έρωτα και της αγάπης δεν είναι εύκολη.
Τώρα μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Frontiers in Psychology δείχνει ότι ο έρωτας -τουλάχιστον στην ήρεμη μορφή του- οδηγεί σε περισσότερους απογόνους, και άρα αυτή ίσως ήταν η αιτία της εξάπλωσης του συναισθήματος.
H μελέτη έδειξε ότι ο έρωτας, η αγάπη και η αφοσίωση σε έναν σύντροφο τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες συνδέονται με τον αριθμό των παιδιών που αποκτά το ζευγάρι στη φυλή των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών Χάτζα, στην Τανζανία.
Η μελέτη «ρίχνει φως στο νόημα του έρωτα στο εξελικτικό παρελθόν των ανθρώπων» γράφουν οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Βρότσλαβ, στην Πολωνία.
Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες δεν μπορεί να γίνει μια τέτοια μελέτη διότι, παράγοντες όπως η αντισύλληψη παρεμβαίνουν στη σύνδεση μεταξύ έρωτα και αριθμού παιδιών. Για αυτόν τον λόγο η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Piotr Sorokowski επέλεξε να μελετήσει τους Χάτζα των οποίων ο τρόπος ζωής είναι αρκετά συγκρίσιμος με εκείνον των μακρινών προγόνων μας -ζουν όπως οι άνθρωποι πριν 10.000 χρόνια- και έτσι μπορεί να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την εξελικτική πορεία του έρωτα.
Οι επιστήμονες βασίστηκαν στην «Τριγωνική Θεωρία του Ερωτα» (R.J. Stenberg 1986) σύμφωνα με την οποία ο έρωτας συντίθεται από τρία συστατικά ή συνιστώσες:
- την εγγύτητα (τα συναισθήματα της οικειότητας και του δεσίματος με το άλλο άτομο),
- το πάθος (τον ερωτικό πόθο, τις φαντασιώσεις για το άλλο άτομο και την αίσθηση του ειδυλλίου),
- την απόφαση για δέσμευση.
Και τα τρία στοιχεία είναι σημαντικά. Η οικειότητα διατηρεί τον μακροπρόθεσμο χαρακτήρα της σχέσης. Το πάθος είναι αυτό που κάνει την σχέση να ξεκινήσει και συμβάλλει στον μονογαμικό χαρακτήρα της. Επιπλέον, το πάθος καταλήγει σε συχνές ερωτικές επαφές κι έτσι αν ένα ζευγάρι δεν μπορεί να έχει παιδιά το συνειδητοποιεί γρήγορα. Οι σύντροφοι αποφασίζουν αν θα παραμείνουν στην τρέχουσα σχέση ή να αναζητήσουν άλλους συντρόφους.
Τελικά, ο έρωτας είναι μια δυναμική υπόθεση που καταλήγει στη δέσμευση, αν και όχι γρήγορα. Η δέσμευση αυξάνεται με τη διάρκεια της σχέσης, ενώ το πάθος και η οικειότητα μειώνονται σταδιακά. Η δέσμευση είναι σχετικά σταθερή στο χρόνο, ειδικά σε σύγκριση με το πάθος, και αποτυπώνεται μέσω του γάμου.
Αγάπη ίσον περισσότερα παιδιά
Μετά τη συλλογή των απαντήσεων από τους συμμετέχοντες σχετικά με αυτές τις τρεις συνιστώσες του έρωτα και της αγάπης, οι ερευνητές συνέκριναν τα σκορ που προέκυψαν με τον αριθμό των παιδιών που είχε αποκτήσει το κάθε ζευγάρι στους Χάτζα.
Η μελέτη βρήκε ότι η δέσμευση και η αναπαραγωγική επιτυχία συνδέονταν μεταξύ τους άμεσα και σταθερά και στα δύο φύλα.
Επίσης προέκυψε μια θετική συσχέτιση μεταξύ πάθους και αναπαραγωγικής επιτυχίας αλλά ίσχυε μόνο στις γυναίκες. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι μόνο το πάθος από την πλευρά της γυναίκας επηρεάζει τον αριθμό των ερωτικών επαφών. Υπό αυτή την έννοια, ο έρωτας μπορεί να είναι πιο σημαντικός για τη γυναίκα.
Σχετικά με την οικειότητα, αυτή δεν φάνηκε να έχει κάποια συσχέτιση ίσως διότι οι γυναίκες που έχουν περισσότερα παιδιά περνούν λιγότερο χρόνο με το σύντροφό τους. Οι μητέρες μπορούν να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους για οικειότητα έχοντας στενότερη επαφή με τα παιδιά τους.
Με βάση τα ευρήματά τους οι επιστήμονες σημειώνουν ότι το πάθος και η δέσμευση αποτελούν παράγοντες-κλειδιά που αυξάνουν τις πιθανότητες αναπαραγωγής. Αυτό το πλεονέκτημα οδήγησε στην προαγωγή του έρωτα κατά την πορεία της ανθρώπινης εξέλιξης.
Να σημειωθεί ότι στην παλαιολιθική εποχή η εγκυμοσύνη και η παρουσία ενός μωρού μείωνε την αποτελεσματικότητα της μητέρας στην αναζήτηση τροφής. Το έλλειμμα αυτό έπρεπε να αντισταθμιστεί από την υψηλότερη δραστηριότητα του άνδρα, κάτι στο οποίο παίζει ρόλο η δέσμευση που υπάρχει στο ζευγάρι. Η πιο ισχυρή δέσμευση έχει παρατηρηθεί σε ορισμένα είδη πουλιών όπου το ζευγάρι παραμένει μαζί μέχρι το θάνατο -αν και αυτό μπορεί να μην εμποδίζει την απιστία. Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ η κοινωνική μονογαμία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα ορισμένων ειδών, οι αναλύσεις DNA έχουν δείξει ότι η απιστία είναι συχνή καθώς οι απόγονοι μπορεί να είναι αποτέλεσμα “εξωσυζυγικής” σχέσης.
Να σημειωθεί ότι μπορεί κανείς να φέρει πολλές αντιρρήσεις στα παραπάνω συμπεράσματα. Η πιο απλή αντίρρηση είναι ότι ο έρωτας δεν οδηγεί συχνά στο γάμο, όπως θεωρητικά θα πίστευε κανείς, και κατ’ επέκταση στη δημιουργία απογόνων. Το συναίσθημα αυτό είναι περίπλοκο επιφέροντας μεγάλη ζήλια -τουλάχιστον στη θυελλώδη του μορφή- και πολλοί άνθρωποι παντρεύονται για λόγους που δεν έχουν σχέση με τον έρωτα κάνοντας παιδιά με άτομα που τους προσφέρουν ηρεμία ή οικονομικούς πόρους. Μάλιστα μια μελέτη έδειξε ότι ο ρόλος των γονιδίων του ζευγαριού -και πιο συγκεκριμένα των υποδοχέων της ωκυτοκίνης– μπορεί να έχει κάποια σημασία στην επιλογή των ατόμων που παντρευόμαστε.