Πάνω από 700 διαφορετικά βακτηριακά είδη και μια σειρά άλλων μικροοργανισμών (αρχαία, μύκητες και ιοί) αποικίζουν την ανθρώπινη στοματική κοιλότητα, γνωστά συλλογικά ως το στοματικό μικροβίωμα.
Θεωρείται ότι το στοματικό μικροβίωμα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη υγεία, συμπεριλαμβανομένης της ανοσοαπόκρισης, του μεταβολισμού ορισμένων καρκινογόνων και της πέψης των θρεπτικών συστατικών. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ορισμένα μικρόβια του στόματος σχετίζονται με την περιοδοντίτιδα και την οδοντική τερηδόνα και ενδεχομένως με συστηματικές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων των καρκίνων του γαστρεντερικού συστήματος και των καρδιαγγειακών παθήσεων.
Ωστόσο, λίγα είναι γνωστά σχετικά με τις εξωτερικές επιδράσεις που αλλάζουν τη σύνθεση των βακτηρίων του στόματος. Μελέτες σε ζώα έδειξαν ότι μια διατροφή που περιέχει 20% αλκοόλ αυξάνει τον αποικισμό του Streptococcus mutans, ένα βακτήριο που σχετίζεται με την τερηδόνα.
Τώρα, μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Microbiome από ερευνητές του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και συνεργάτες τους, βρήκε ότι οι άνθρωποι που πίνουν πολύ αλκοόλ ενδεχομένως να φιλοξενούν στο στόμα τους ένα ανθυγιεινό μείγμα βακτηρίων. Οι συγγραφείς είπαν ότι η μελέτη τους είναι η μεγαλύτερη και πιο ολοκληρωμένη που έγινε ποτέ ως προς την εξέταση του μικροβιώματος στο στόμα. Τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να δώσουν μια υπόδειξη για το πώς το αλκοόλ αυξάνει τον κίνδυνο ορισμένων ασθενειών του στόματος και αλλού στο σώμα.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοματικές πλύσεις από 1.044 υγιείς εθελοντές ηλικίας μεταξύ 55 και 84 ετών που είχαν συμμετάσχει σε προηγούμενες έρευνες. Εκτός από τα δείγματα σάλιου, οι εθελοντές ανέφεραν τις διατροφικές τους συνήθειες κατά το παρελθόν έτος, συμπεριλαμβανομένης της κατανάλωσης αλκοόλ.
Χρησιμοποιώντας μια μορφή προσδιορισμού αλληλουχίας RNA, οι ερευνητές χαρτογράφησαν την βακτηριακή κοινότητα – το μικροβίωμα – του στόματος κάθε εθελοντή και διαπίστωσαν ότι συγκριτικά με τα άτομα που δεν πίνουν αλκοόλ, εκείνοι που πίνουν πολύ έχουν λιγότερα καλά βακτήρια στο στόμα τους. Επίσης, φιλοξενούν περισσότερα κακά βακτήρια, περιλαμβανομένων αυτών που σχετίζονται με την περιοδοντική νόσο, την καρδιακή νόσο και τον καρκίνο.
Ως «βαριά» χρήση αλκοόλ ορίστηκε η κατανάλωση πάνω από ένα ποτό για τις γυναίκες και δύο για τους άνδρες, ημερησίως. Οι πότες και ειδικά αυτοί που έκαναν κατάχρηση έτειναν να έχουν λιγότερα οξυγαλακτικά βακτήρια, τα φιλικά βακτήρια που συνήθως εμπεριέχονται στα συμπληρώματα προβιοτικών. Επίσης, είχαν υψηλότερα επίπεδα «κακών» βακτηρίων, όπως τα Bacteroidales, Actinomyces και Neisseria. Ορισμένα από τα βακτήρια του γένους Neisseria είναι ανησυχητικά επειδή παράγουν την καρκινογόνο ουσία ακεταλδεΰδη όταν βρίσκουν αλκοόλ, αν και δεν υπάρχει άμεση ένδειξη ότι αυτά τα βακτήρια στο στόμα προκαλούν καρκίνο.
Ο ειδικοί είπαν ότι το στοματικό μικροβίωμα μπορεί να επηρεαστεί από πολλούς παράγοντες, όπως η διατροφή, το βούρτσισμα των δοντιών και η οδοντιατρική φροντίδα. Επίσης είπαν ότι το αλκοόλ σκοτώνει ορισμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, καταστρέφει τα δόντια ή μεταβάλλει θεμελιωδώς τη σύνθεση του σάλιου. Αλλά είναι ακόμα άγνωστο σε ποιο βαθμό αυτές οι μικροβιακές αλλαγές είναι το αποτέλεσμα της κατανάλωσης αλκοόλ και μόνο. Η έντονη κατανάλωση αλκοόλ τείνει να συμβαδίζει με μια φτωχότερη διατροφή και άλλες λιγότερο υγιεινές επιλογές όπως είναι το κάπνισμα.
Το είδος του αλκοολούχου ποτού μπορεί επίσης να επηρεάσει τα βακτήρια, καθώς βρέθηκαν κάποιες διαφορές ανάμεσα στους πότες μπύρας και σε άλλους πότες. Οι ερευνητές σχεδιάζουν να διερευνήσουν περαιτέρω τον τρόπο με τον οποίο συμβαίνουν αυτές οι αλλαγές.
Πηγή: Drinking alcohol is associated with variation in the human oral microbiome in a large study of American adults.