Η διαλείπουσα νηστεία έχει κερδίσει μεγάλη δημοτικότητα τα τελευταία 10 χρόνια.
Υπάρχουν δύο σημαντικές υποκατηγορίες της διαλείπουσας νηστείας. Πρώτον μια νηστεία για ορισμένες ημέρες της εβδομάδας, όπως π.χ. η διατροφή 5:2 (νηστεία δύο ημερών την εβδομάδα) και δεύτερον μια νηστεία που γίνεται κάθε μέρα, για 14 έως 20 ώρες, δηλαδή τρώει κανείς μόνο μέσα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο ωρών.
Η δίαιτα 5:2 είναι οι πιο ευρέως μελετημένη μορφή διαλείπουσας νηστείας. Οι μελέτες δείχνουν ότι η δίαιτα 5:2 προκαλεί γενικά μειώσεις βάρος σώματος 3-8% μετά από 8 έως 52 εβδομάδες, συνοδευόμενη από μειώσεις στην αρτηριακή πίεση, την LDL χοληστερόλη, τα τριγλυκερίδια και την αντίσταση στην ινσουλίνη.
Οι επιπτώσεις της περιορισμένης χρονικής σίτισης μέσα στην ημέρα, έχουν μελετηθεί μόνο τρεις φορές σε ανθρώπους μέχρι σήμερα. Οι Gill και Panda εξέτασαν τα αποτελέσματα της περιορισμένης διατροφής 10 ωρών σε υπέρβαρα υγιή άτομα και βρήκαν απώλεια βάρους 4% ύστερα από ένα έτος. Τα ευρήματα από τις άλλες δύο μελέτες αποκαλύπτουν πως όταν η διάρκεια της σίτισης περιορίζεται σε 4-8 ώρες μειώνει την θερμιδική πρόσληψη (χωρίς καταμέτρηση θερμίδων) και το λίπος χωρίς να αλλάζει το βάρος του άλιπου ιστού σε νεαρούς άνδρες που γυμνάζονται με βάρη.
Τώρα μια νέα μελέτη βρήκε ότι καθημερινή διαλείπουσα νηστεία είναι ένα ηπίως αποτελεσματικό εργαλείο για τη μείωση του βάρους ενώ μειώνει σημαντικά την αρτηριακή πίεση σε παχύσαρκα άτομα. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrition and Healthy Aging από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Ιλινόις, στο Σικάγο.
Για να μελετήσουν την επίδραση αυτού του τύπου διατροφής, οι ερευνητές συνεργάστηκαν με 23 παχύσαρκους εθελοντές που είχαν μέσο όρο ηλικίας 45 ετών και μέσο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) με τιμή 35.
Μεταξύ των ωρών 10 π.μ. και 6 μ.μ. οι συμμετέχοντες μπορούσαν να τρώνε κάθε είδος και ποσότητα φαγητού που επιθυμούσαν, αλλά για τις υπόλοιπες 16 ώρες μπορούσαν να πίνουν μόνο ποτά χωρίς θερμίδες. Η μελέτη παρακολούθησε τους συμμετέχοντες για 12 εβδομάδες.
Σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου από μια προηγούμενη μελέτη απώλειας βάρους με διαφορετικό τύπο νηστείας, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι ακολούθησαν τη διατροφή της περιορισμένης χρονικής διάρκειας κατανάλωναν λιγότερες θερμίδες, είχαν απώλεια βάρους και βελτιώσεις στην αρτηριακή πίεση.
Τα αποτελέσματα της νηστείας 16:8
Κατά μέσο όρο, οι συμμετέχοντες κατανάλωναν περίπου 300 λιγότερες θερμίδες, έχασαν περίπου το 3% του σωματικού βάρους τους και η συστολική αρτηριακή πίεση μειώθηκε περίπου 7 mm Hg. Όλες οι άλλες μετρήσεις συμπεριλαμβανομένης της λιπαρής μάζας, της αντίστασης στην ινσουλίνη και της χοληστερόλης, ήταν παρόμοιες με την ομάδα ελέγχου.
Πάντως, σε σύγκριση με άλλες μορφές διαλείπουσας νηστείας φαίνεται ότι η χρονικά περιορισμένη σίτιση προκαλεί λιγότερη απώλεια βάρους. Για παράδειγμα, μετά από 12 εβδομάδες εναλλαγής ημερήσιας νηστείας, το σωματικό βάρος μειώνεται συνήθως κατά 4-6% έδειξαν προηγούμενες μελέτες.
“Το μήνυμα από την μελέτη αυτή είναι ότι υπάρχουν επιλογές για απώλεια βάρους που δεν περιλαμβάνουν την καταμέτρηση θερμίδων ή την εξάλειψη τροφών”, δήλωσε η Krista Varady, αναπληρώτρια καθηγήτρια κινησιολογίας και διατροφής στο UIC College Applied Health Sciences και από τους συγγραφείς της μελέτης.
Ενώ αυτή είναι η πρώτη μελέτη που εξέτασε τη διατροφή 16:8 (16 ώρες νηστείας και τις 8 ώρες φαγητού) σε παχύσαρκους, η Varady λέει ότι τα αποτελέσματα ευθυγραμμίζονται με προηγούμενες έρευνες για άλλους τύπους διαλείπουσας δίαιτας.
“Τα αποτελέσματα που είδαμε σε αυτή τη μελέτη είναι παρόμοια με τα αποτελέσματα που έχουμε δει σε άλλες μελέτες για την εναλλακτική ημερήσια νηστεία, ένα άλλο είδος διατροφής”, ανέφερε η Varady, “αλλά ένα από τα οφέλη της δίαιτας 16:8 είναι ότι πιο εύκολα διατηρείται. Παρατηρήσαμε ότι λιγότεροι συμμετέχοντες αποχώρησαν από τη μελέτη αυτή σε σύγκριση με άλλες δίαιτες νηστείας”.
Η Varady πρόσθεσε: “Όταν πρόκειται για την απώλεια βάρους, οι άνθρωποι πρέπει να βρουν αυτό που δουλεύει γι ‘αυτούς γιατί ακόμη και μικρά ποσοστά επιτυχίας μπορούν να οδηγήσουν σε βελτιώσεις στη μεταβολική υγεία”.