Τα αντηλιακά απορροφούν ή εκτρέπουν την υπεριώδη ακτινοβολία κι έτσι προστατεύουν το δέρμα μας. Η δραστικότητα ενός αντηλιακού να αποκλείει την UVB ακτινοβολία (πρόκληση εγκαύματος) εκφράζεται με τον δείκτη προστασίας SPF (Sun Protection Factor).
Ο SPF αναφέρεται μόνο στην ακτινοβολία UVB. SPF 10 σημαίνει ότι το 1/10 της UVB φτάνει στο δέρμα όταν τοποθετηθεί η συνιστώμενη στρώση του αντηλιακού. Δηλαδή από τα 100 φωτόνια φτάνουν στο δέρμα τα 10 και άρα μπλοκάρεται το 90% της UVB. SPF 50 σημαίνει ότι το 1/50 της UVB φτάνει στο δέρμα, δηλαδή από τα 100 φωτόνια φτάνουν τα 2 και άρα μπλοκάρεται το 98% της UVB. Να σημειωθεί ότι η συνιστώμενη ποσότητα του αντηλιακού είναι 2 mg ανά τετραγωνικό εκατοστό δέρματος.
Για τους δείκτες προστασίας ισχύουν τα εξής:
- Τα αντηλιακά µε SPF 15 δεσµεύουν περίπου το 93% της UVB.
- Όσα έχουν SPF 30 δεσµεύουν το περίπου 97%.
- Εκείνα µε SPF 50 δεσµεύουν σχεδόν το 98%.
- Αυτά που έχουν SPF 100 μπλοκάρουν περίπου το 99%.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο SPF έχει υπολογισθεί σε σχέση με τη δράση μόνο της UVB ενώ δεν υπάρχει ακόμα παρόμοιος δείκτης προστασίας για την UVA που προκαλεί κυρίως το μελάνωμα. Χρειάζεστε λοιπόν ένα αντηλιακό που να προστατεύει και από την UVA. Τα αντηλιακά που πληρούν τις προδιαγραφές του αμερικανικού Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και για τα δύο είδη ακτινοβολίας ονομάζονται αντηλιακά “ευρέος φάσματος”. Αυτά προβλέπουν αναλογική προστασία έναντι τόσο της UVA όσο και της UVB. Με άλλα λόγια, ένα αντηλιακό με δείκτη SPF 50 πρέπει να έχει ένα συγκρίσιμο επίπεδο προστασίας και από την ακτινοβολία UVA, για να θεωρείται ευρέος φάσματος.
Τα αντηλιακά µε SPF κάτω από 15 δεν συνιστώνται, γιατί θεωρείται πως δεν παρέχουν επαρκή ηλιοπροστασία. Αυτά που έχουν δείκτη προστασίας 2-14 ή δεν είναι ευρέος φάσματος, θα πρέπει να αναγράφουν ξεκάθαρα μια προειδοποίηση ότι το εν λόγω προϊόν έχει αποδειχθεί ότι βοηθάει μόνο στην πρόληψη των ηλιακών εγκαυμάτων, αλλά όχι στην πρόληψη του καρκίνου του δέρματος, ή της πρόωρης γήρανσης του δέρματος.
Ορισμένες εταιρείες έχουν κυκλοφορήσει τα λεγόμενα αντηλιακά “μακράς διαρκείας” για τα οποία υπάρχει ο ισχυρισμός ότι προστατεύουν με μια χρήση την ημέρα αλλά μια μελέτη που έγινε από την ένωση καταναλωτών της Βρετανίας “Which?” έδειξε ότι δεν πραγματοποιούν αυτό που υπόσχονται. Δοκιμές σε τέσσερις μεγάλες μάρκες αντηλιακών μιας χρήσης διαπίστωσε ότι, μετά από 6-8 ώρες, η αποτελεσματικότητα μιας λοσιόν με δείκτη προστασίας 30 έχει μειωθεί κατά 74%,
Τα αντηλιακά περιέχουν διάφορες ουσίες όπως παράγωγα παραμινοβενζοϊκού οξέος (ΡΑΒΑ), σινοξικού άλατος, οξυβενζόνης, ομοσαλικού άλατος και αβοβενζόνης. Μερικά περιέχουν επίσης οξείδιο του ψευδάργυρου (ZnO) ή διοξείδιο του τιτάνιου (TiO2) που παρέχουν επιπλέον προστασία και αντέχουν περισσότερο στο νερό και στον ιδρώτα. Υπάρχουν ωστόσο ορισμένες ανησυχίες για το αν μπορούν τα αντηλικά να έχουν κάποιες παρενέργειες όπως π.χ. να διαταράσσουν την ορμονική ισορροπία του οργανισμού. Η ανησυχία αυτή αφορά π.χ. την οξυβενζόνη. Ερωτηματικά έχουν εκδηλωθεί επίσης για το οξείδιο του ψευδάργυρου (ZnO) και το διοξείδιο του τιτάνιου (TiO2) καθώς και για το ΡΑΒΑ για το οποίο υπάρχει μια τάση απόσυρσης από την αγορά – η οξυβενζόνη και το ΡΑΒΑ έχουν συνδεθεί με αλλεργικές αντιδράσεις. Για το διοξείδιο του τιτανίου (titanium dioxide ή TiO2), το οποίο προστίθεται επίσης στα τρόφιμα και είναι γνωστό με τον κωδικό Ε171, μια πρόσφατη γαλλική μελέτη σε αρουραίους έδειξε ότι προκάλεσε προκαρκινικές αλλοιώσεις του παχέος εντέρου στο 40% των ζώων. Τέλος, μερικά αντηλιακά περιέχουν παλμιτικό ρετινυλεστέρα, μια μορφή βιταμίνης Α που στην πραγματικότητα μπορεί να είναι επιβλαβής για το δέρμα.
Για τα βρέφη δεν συνιστάται η επάλειψη αντηλιακού διότι το βρεφικό δέρμα είναι λιγότερο ώριμο από αυτό των ενηλίκων και μπορεί να υπάρξουν παρενέργειες από την απορρόφηση ορισμένων συστατικών που περιέχουν τα αντηλιακά. Συνιστάται η αποφυγή χρήσης αντηλιακών σε μωρά στους πρώτους 6 μήνες της ζωής τους. Στην ηλικία αυτή το αμυντικό σύστημα του ανθρώπου δεν έχει εξελιχθεί και δεν έχει οργανωθεί ακόμα σωστά, οπότε κάθε ξένη ουσία -μεταξύ των οποίων και τα φάρμακα- θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή.
Το αντηλιακό όπως κάθε άλλη φαρμακευτική ουσία, μπορεί να προκαλέσει ορισμένες παρενέργειες όπως δερματίτιδα εξ επαφής, αλλεργική δηλαδή αντίδραση σε κάποιο συστατικό του, φωτοδερματίτιδα εξ επαφής και αντίδραση διασταυρούμενης ευαισθησίας. Σε περιπτώσεις εκδήλωσης κάποιας εκ των παραπάνω παρενεργειών, ο χρήστης του αντηλιακού θα πρέπει να πλυθεί καλά, αφαιρώντας το από το δέρμα του. Στη συνέχεια, σε συνεργασία με αλλεργιολόγο, θα πρέπει να βρει ένα καινούργιο αντηλιακό, που ενδείκνυται για το δέρμα του.
Αν δεν σας αρέσει ιδιαίτερα η ιδέα του αντηλιακού υπάρχει μια λύση: να χρησιμοποιείτε μικρή ποσότητα (κυρίως στο πρόσωπο και την πλάτη) και να κάνετε μπάνιο με μπλουζάκι. Υπάρχουν ειδικά σχεδιασμένα ρούχα κατά των υπεριωδών ακτίνων με προστασία που φτάνει το 90%. Και φυσικά να κάθεστε πάντα στη σκιά. Ένα πυκνό φύλλωμα των δέντρων εξασφαλίζει αντηλιακή προστασία ισοδύναμη με SPF 50. Τίποτα βέβαια δεν προστατεύει απόλυτα αλλά δεν χρειάζεστε την απόλυτη προστασία διότι έτσι δεν θα παραχθεί καθόλου βιταμίνη D στο δέρμα σας.