Η προστατίτιδα είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη φλεγμονή του προστάτη. Είναι μια συχνή πάθηση που ταλαιπωρεί πολλούς άντρες όλων των ηλικιών και κυρίως μετά τα 50. Εκτιμάται πως το 25% όλων των ανδρών που πηγαίνουν στον γιατρό για ουρολογικά προβλήματα έχουν συμπτώματα προστατίτιδας.
Η φλεγμονή του προστάτη μπορεί να οφείλεται σε λοίμωξη ή άλλο παράγοντα που ερεθίζει τον προστάτη. Αν και πολλά πράγματα είναι ασαφή, η ακριβής διάγνωση της αιτίας που προκαλεί την προστατίτιδα έχει τεράστια σημασία για την επιτυχή θεραπεία. Η ιατρική ειδικότητα για την αντιμετώπιση της προστατίτιδας είναι αυτή του ουρολόγου.
Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις τύποι προστατίτιδας, σύμφωνα με τα συμπτώματα και την προέλευσή τους:
- Η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα.
- Η χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα.
- Η χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα
- Η ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα.
Η διάγνωση της προστατίτιδας είναι περίπλοκη και μπορεί να είναι απογοητευτική, τόσο για τον ασθενή όσο και για τον γιατρό, καθώς σε πολλές περιπτώσεις τα συμπτώματα είναι μη συγκεκριμένα και δύσκολα μπορούν να ελεγχθούν.
Βακτηριακή προστατίτιδα
Οι πιο σπάνιες αλλά ευκολότερες στη θεραπεία τους προστατίτιδες προκαλούνται από βακτηριακή λοίμωξη. Οι βακτηριακές προστατίτιδες ανταποκρίνονται στα αντιβιοτικά και χωρίζονται σε οξείες και η χρόνιες. Ευθύνονται βακτήρια που βρίσκονται κυρίως στο ουροποιητικό σύστημα ή στο παχύ έντερο. Τα συνηθέστερα βακτήρια είναι το κολοβακτηρίδιο (E. coli), η κλεμπσιέλλα και ο πρωτεύς. Λιγότερο συχνά είναι η ψευδομονάδα και ο εντερόκοκκος. Το βακτήριο μπορεί να μεταφερθεί στον προστάτη από τα ούρα, μέσω της επαφής με τον γυναικείο κόλπο, μέσω του αίματος ή λόγω βιοψίας που έγινε στον προστάτη.
Στην οξεία μορφή, τα συμπτώματα είναι πυρετός, ρίγη, οδυνηρό κάψιμο κατά την ούρηση, αυξημένη συχνότητα ούρησης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, με επικίνδυνη για τη ζωή λοίμωξη στο κυκλοφορικό σύστημα. Στην χρόνια μορφή, τα συμπτώματα εξελίσσονται πιο αργά και είναι λιγότερο βαριά.
Οξεία μορφή. Γενικά, η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα είναι μια λοίμωξη του προστάτη που εμφανίζεται ξαφνικά, με οξύ τρόπο, που προκαλείται από τα υπάρχοντα βακτήρια στα ούρα ή άλλη αιτία. Απαιτείται άμεση ιατρική φροντίδα. Ο ασθενής μπορεί να έχει πόνο κατά την ούρηση, αύξηση της συχνότητας ούρησης, πυρετό, ρίγος, πυελικό πόνο ή κατακράτηση ούρων. Μερικές φορές η δυσκολία στην ούρηση μπορεί να είναι τόσο σοβαρή που πρέπει να εισαχθεί ένας καθετήρας μέσω της ουρήθρας στην ουροδόχο κύστη για να στραγγίξουν τα ούρα. Στις περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατόν να εισαχθεί ο καθετήρας μέσω της ουρήθρας, πρέπει να γίνει ένα μικρό άνοιγμα στο κοιλιακό τοίχωμα, μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται κυστεοστομία. Η θεραπεία απαιτεί νοσηλεία και χορήγηση αντιβιοτικών, είτε ενδοφλέβια είτε ενδομυϊκά. Μόλις το ο πυρετός υποχωρήσει, η θεραπεία πρέπει να συνεχιστεί για 3-6 εβδομάδες με αντιβιοτικά από το στόμα.
Χρόνια μορφή. Η χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα αναφέρεται στη μακροχρόνια μόλυνση του προστάτη. Τα συμπτώματα αναπτύσσονται πιο αργά και δεν είναι τόσο έντονα και σοβαρά όσο στην οξεία προστατίτιδα. Μπορεί να είναι η συνέπεια της οξείας προστατίτιδας. Σε γενικές γραμμές, η διάγνωση της χρόνιας μορφής γίνεται μόνο όταν αυτή προκαλεί προβλήματα στην ούρηση. Ενώ η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα είναι συνήθως εμπύρετος ασθένεια με ξαφνική έναρξη και έντονα συμπτώματα, η χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα χαρακτηρίζεται από εμμένουσες βακτηριακές λοιμώξεις με φλεγμονώδη κύτταρα στα προστατικά εκκρίματα, παρά τη θεραπεία με αντιβιοτικά. Τυπικά οι ασθενείς έχουν ιστορικό ερεθιστικών συμπτωμάτων μαζί με ήπια υποκυστικά αποφρακτικά φαινόμενα.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται από τα συμπτώματα και μια καλλιέργεια ούρων η οποία δείχνει την παρουσία του βακτηρίου που προκαλεί τη μόλυνση. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να ληφθούν δείγματα ούρων πριν και μετά από ένα μασάζ προστάτη, δηλαδή, μετά την δακτυλική εξέταση από το ορθό και απαλό μασάζ του αδένα. Τα δείγματα ούρων αναλύονται στο εργαστήριο για ανεύρεση βακτηρίων. Εάν η συγκέντρωση του μικροοργανισμού είναι υψηλότερη στα ούρα που λαμβάνονται μετά από το μασάζ του προστάτη, το συμπέρασμα είναι ότι ο προστάτης επιβαρύνει τα βακτήρια και είναι η αιτία της λοίμωξης του ουροποιητικού συστήματος. Εάν οι μολύνσεις είναι πολύ συχνές ή πολύ σοβαρές, μπορεί να δοθεί μακροχρόνια θεραπεία με χαμηλή δόση αντιβιοτικού ημερησίως. Είναι σημαντικό να αποκλειστεί η ύπαρξη πέτρας στην ουροδόχο κύστη ή στένωση της ουρήθρας, γιατί αυτά προδιαθέτουν για λοιμώξεις.
Χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα
Η χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος προστατίτιδας. Δυστυχώς, είναι ο τύπος που διαγιγνώσκεται και θεραπεύεται πιο δύσκολα. Απασχολεί πολλούς άντρες ηλικίας 20-50 ετών. Η μη βακτηριακή προστατίτιδα δεν μπορεί να τεκμηριωθεί εργαστηριακά. Οι εξετάσεις αίματος, ούρων και οι υπέρηχοι έχουν φυσιολογικές τιμές. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ύπαρξης βακτηρίων στα ούρα ή στο υγρό από τον προστάτη. Η παρουσία της φλεγμονής υποδηλώνεται από τα λευκά αιμοσφαίρια που εντοπίζονται στα ούρα. Είναι μια χρόνια κατάσταση που ταλαιπωρεί τον ασθενή και επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής του.
Αυτός ο τύπος προστατίτιδας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως χρόνιος πυελικός πόνος. Η πλειοψηφία των ασθενών είναι ηλικίας κάτω των 50 ετών και πάσχουν από συμπτώματα όπως ο πόνος στα γεννητικά όργανα, τη λεκάνη ή το περίνεο, δυσφορία κατά την ούρηση και, μερικές φορές, σεξουαλική δυσλειτουργία, συμπεριλαμβανομένου του πόνου μετά την εκσπερμάτιση. Σε πολλές περιπτώσεις ο ασθενής αισθάνεται ένα μεγάλο άγχος που προκαλείται από αυτή τη δυσφορία. Η έλλειψη δύναμης των πυελικών μυών είναι η αιτία του πόνο, ο οποίος μερικές φορές περιγράφεται ως μαχαίρωμα ή καύση σε μέρη όπως το όσχεο, τον πρωκτό ή τη βουβωνική χώρα. Για μερικούς άνδρες ο πόνος δεν βρίσκεται στην περιοχή του προστάτη αλλά σε πιο απομακρυσμένες περιοχές, γενικά στους μυς που συστέλλονται στο πίσω μέρος ή στο εσωτερικό της λεκάνης. Ο πόνος επιδεινώνεται σε ανθρώπους που παραμένουν καθισμένοι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αρκετοί ασθενείς παρουσιάζουν επίσης εντερικές διαταραχές, δυσκοιλιότητα, και δυσφορία κατά την εκκένωση.
Ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα. Υπάρχει τέλος μία μυστηριώδης, κατηγορία, γνωστή ως ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα, που δεν δημιουργεί συμπτώματα και συνήθως ανακαλύπτεται κατά τύχη, όταν φλεγμονώδη κύτταρα εντοπίζονται στο προστατικό υγρό ή όταν η φλεγμονή ανιχνεύεται κατά τη βιοψία του προστάτη. Μερικές φορές κατά τη διάρκεια αξιολογήσεων γονιμότητας εμφανίζονται φλεγμονώδη κύτταρα στο σπέρμα, γεγονός που μπορεί να υποδηλώνει μόλυνση, παρόλο που ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα. Σε άλλες περιπτώσεις, το αποτέλεσμα φαίνεται να είναι μια φλεγμονή της οποίας η προέλευση δεν μπορεί να εξηγηθεί, καθώς είναι μια μακροχρόνια διαδικασία. Για πολλές δεκαετίες αυτή η προστατίτιδα έχει αποδοθεί σε λοιμώξεις αλλά μόνο το 5-7% αυτών των περιπτώσεων έχει βρεθεί να συνδέεται με βακτηριακή δράση.
Διάγνωση
Για γη διάγνωση της προστατίτιδας γίνεται ψηλάφηση του προστάτη. Για να το κάνει αυτό ο γιατρός, εισάγει φορώντας γάντια ένα δάχτυλο στο ορθό και ψηλαφίζει το εξωτερικό τοίχωμα του αδένα. Όταν ο προστάτης εμφανίζει φλεγμονή, είναι συνήθως διογκωμένος και ευαίσθητος. Οι προστατικές εκκρίσεις που λαμβάνονται με μάλαξη του προστάτη, μπορεί να εμφανίσουν πυοσφαίρια, ή και βακτήρια.
Η καλλιέργεια ούρων θα δείξει αν υπάρχει βακτήριο και έτσι το είδος της προστατίτιδας. Πιο ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις, όπως υπερηχογράφημα και αξονική τομογραφία, μπορεί να χρειαστούν. Μπορεί επίσης να χρειαστεί να δώσετε δείγμα σπέρματος να ελεγχθεί για βακτήρια.
Όταν ο προστάτης έχει φλεγμονή, το προστατικό υγρό περιέχει πολλά λευκά αιμοσφαίρια, η C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP) είναι αυξημένη, το ίδιο και η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών.
Πάντως, πλην της οξείας βακτηριακής προστατίτιδας, η διάγνωση των τύπων είναι δύσκολη γιατί τα συμπτώματα και τα κλινικά ευρήματα είναι παρόμοια.
Θεραπεία
Η προστατίτιδα, αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να εξαπλωθεί και σε άλλα σημεία που συνδέονται με το ανδρικό γεννητικό σύστημα. Μπορεί ακόμα και να καταστρέψει τον προστάτη. Μερικές φορές, η αντιμετώπιση της προστατίτιδας ταλαιπωρεί τον άνδρα. Παρότι η φλεγμονή του προστάτη μπορεί να αυξήσει στο αίμα τα επίπεδα του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) δεν φαίνεται από τις υπάρχουσες μελέτες ότι η προστατίτιδα αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του προστάτη (αυτό μπορεί να ανατραπεί στο μέλλον).
Βακτηριακή προστατίτιδα. Για τη θεραπεία της βακτηριακής προστατίτιδας, τόσο της οξεία όσο και της χρόνιας μορφής, χρησιμοποιούνται αντιβιοτικά. Πάντως, ο προστάτης είναι ένα όργανο στο οποίο τα αντιβιοτικά δεν εισέρχονται εύκολα για να εξολοθρεύσουν τα μικρόβια. Γι’ αυτό η βακτηριακή προστατίτιδα υποτροπιάζει συχνά. Η οξεία μορφή είναι ιάσιμη με την λήψη αντιβιοτικών για μικρό χρονικό διάστημα (συνήθως 3 εβδομάδων). Η θεραπεία της χρόνιας μορφής μπορεί να γίνει κουραστική και να διαρκέσει ακόμα και 6 μήνες. Η ασθένεια έχει εξάρσεις και υφέσεις κάτι που ταλαιπωρεί τον άνδρα.
Χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα. Η χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα είναι μια πρόκληση τόσο για τον ασθενή όσο και για τον γιατρό. Συνήθως τα συμπτώματα δεν εξαλείφονται πλήρως αλλά παρουσιάζουν υφέσεις και εξάρσεις. Στόχος είναι ο ασθενής να έχει καλή ποιότητα ζωής. Επειδή δεν είναι γνωστά τα αίτια, δεν υπάρχει μια και μοναδική θεραπεία για όλες τι περιπτώσεις. Υπάρχει ποικιλία συμπτωμάτων τα οποία διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή. Η θεραπεία, συνήθως, είναι μακροχρόνια και συνοδεύεται από αλλαγές στον τρόπο ζωής του ασθενούς. Αυτή η πολύπλοκη κατάσταση απαιτεί εμπειρία από τον ουρολόγο, ο οποίος θα πρέπει να εξατομικεύσει και να προσαρμόσει τη θεραπεία στον ασθενή.
Ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα. Η ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα δεν είναι κλινικά σημαντική και δε χρειάζεται αντιμετώπιση.