Οι προοπτικές που ανοίγονται για βελτίωση των συστημάτων υγείας παρουσιάστηκαν και συζητήθηκαν μεταξύ των 5.000 συνέδρων του ISPOR, του διεθνούς συνεδρίου για τα οικονομικά της υγείας, που διοργανώθηκε φέτος στη Βαρκελώνη από τις 10-14 Νοεμβρίου 2018.
Το συνέδριο συγκέντρωσε αντιπροσώπους από όλους τους τομείς της υγειονομικής περίθαλψης από 77 χώρες. Διεξήχθησαν τρεις κεντρικές ολομέλειες.
Η ολομέλεια της 12ης Νοεμβρίου εστίασε στις προκλήσεις της Κοινής Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο και στη συνεργασία μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ.
Από τα βασικά συμπεράσματα ήταν η ανάδειξη της πολιτικής δέσμευσης που χρειάζεται εκ μέρους όλων των κρατών για να προχωρήσουν στη χρήση των αποτελεσμάτων κλινικής αξιολόγησης. Η σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία για κοινή αξιολόγηση βρίσκεται ήδη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση και ουσιαστικά αναμένεται να διευκολύνει την συνεργασία και την ανταλλαγή επιστημονικών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών.
Παρότι όλοι οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι η κλινική αξιολόγηση είναι κάτι που μπορεί να γίνει από κοινού, η οικονομική αξιολόγηση (appraisal), δεν μπορεί παρά να είναι ανεξάρτητη και να την αναλαμβάνει το κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά. Τη συζήτηση της δεύτερης ολομέλειας στις 13 Νοεμβρίου συντόνισε η Sarah Garner, από τον ΠΟΥ και είχε θέμα την δίκαιη τιμολόγηση των φαρμακευτικών προϊόντων.
Σημειώνεται ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συγκάλεσε το πρώτο φόρουμ για τη δίκαιη τιμολόγηση το 2017 για να εστιάσει το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινότητας στις υψηλές τιμές φαρμακευτικών προϊόντων που περιορίζουν την πρόσβαση σε βασικά καινοτόμα φάρμακα και τη μη προβλεψιμότητα στις χαμηλές τιμές, που μπορεί να οδηγήσει σε ελλείψεις στον τομέα των γενοσήμων.
Σε αυτό το φόρουμ, οι ενδιαφερόμενοι ανέφεραν την ανάγκη για ένα πιο δίκαιο σύστημα που να είναι βιώσιμο για τα συστήματα υγείας, τους επενδυτές και τη φαρμακευτική βιομηχανία. Τέλος, η τρίτη ολομέλεια που πραγματοποιήθηκε χθες εστίασε στις αναμενόμενες μέσο και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στους προϋπολογισμούς και στα ανώτατα όρια δαπανών στα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ορισμένες χώρες επιδιώκουν να διαχειριστούν τους προϋπολογισμούς των συστημάτων υγείας τους εφαρμόζοντας ανώτατα όρια και συνδέοντας τις φαρμακευτικές δαπάνες με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν.
Οι υποστηρικτές των πολιτικών για τον περιορισμό του προϋπολογισμού τις θεωρούν ως μια πολλά υποσχόμενη προσέγγιση όσον αφορά τη συγκράτηση του κόστους, την οικονομική προσιτότητα και την προβλεψιμότητα των προϋπολογισμών για την υγειονομική περίθαλψη.
Οι επικριτές αυτής της προσέγγισης πιστεύουν ότι ενώ τα οικονομικά ανώτατα όρια ενδέχεται να προσφέρουν βραχυπρόθεσμο δημοσιονομικό έλεγχο, οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις ενδέχεται να παρεμποδίσουν την αποτελεσματικότητα, τη διάδοση της καινοτομίας και τα κατάλληλα κίνητρα για τον ανταγωνισμό.
Σε αυτήν την ολομέλεια εξετάστηκαν τα ζητήματα των δημοσιονομικών επιπτώσεων και των ανώτατων ορίων δαπανών στις ευρωπαϊκές χώρες, με ιδιαίτερη έμφαση στον αντίκτυπό τους στα αποτελέσματα για την υγεία.