Προβληματικές εμφανίζονται οι σχέσεις γιατρών και ασθενών στη χώρα μας. Αυτό καταγράφεται σε έρευνα της Εθνικής Σχολής Δημοσίας Υγείας.
Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από τα στοιχεία της δειγματοληπτικής έρευνας, την οποία διενήργησε σε 2.000 Έλληνες ασθενείς η επιστημονική συνεργάτης της Εθνικής Σχολής Δημοσίας Υγείας (ΕΣΔΥ) Δρ. Έφης Σίμου, για λογαριασμό της επιστημονικής ιστοσελίδας Med & Me.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εν λόγω έρευνα επικεντρώθηκε στους ασθενείς οι οποίοι έχουν επισκεφθεί, το τελευταίο χρόνο, το γιατρό τους για τρεις ή περισσότερες από τρεις φορές, επικεντρώθηκε, δηλαδή, σε 558 ασθενείς, ενώ ιδιαίτερα χαρακτηριστικό της εποχής μας στοιχείο είναι ότι το 12% του συνόλου των 2.000 ασθενών δεν επισκέφθηκε καμία φορά το γιατρό του για κάποιο χρόνιο ή πρόσκαιρο νόσημα, επειδή δεν είχε την οικονομική δυνατότητα…
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της έρευνας:
- Το 23,5% διστάζει μερικές φορές να μιλήσει στο γιατρό για τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής του.
- Το 27,3% αποφεύγει να υποβάλλει ερωτήσεις στον γιατρό, επειδή θεωρεί ότι ο γιατρός βιάζεται.
- Το 70,8% των ασθενών ακούει πολύ συχνά το γιατρό να μιλά με ιατρικούς όρους, τους οποίους δεν καταλαβαίνει.
- Το 46,2% θεωρεί ότι ο γιατρός δεν λαμβάνει υπόψη του, κατά τη συνταγογράφηση των φαρμάκων, την οικονομική κατάσταση του ασθενούς.
- Το 21% αναζητεί ομάδες ασθενών προς ένταξη και επικοινωνία.
- Το 28%, από εκείνους οι οποίοι διαβάζουν τις εξετάσεις (78%), δεν τις καταλαβαίνουν.
- Το 37,8% καταλαβαίνει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των θεραπειών.
- Μόλις το 67% γνωρίζει τι να κάνει σε περίπτωση επείγοντος περιστατικού.
- Το 12% θεωρεί ότι είναι θέλημα του Θεού εάν θα πάει καλά η υγεία και η θεραπεία του
- Το 26,4% δηλώνει ότι έχει υποστεί κάποιο ιατρικό λάθος.
- Το 50,2% εγκαταλείπει κάποια στιγμή τον γιατρό.
- Σε ποσοστό 48% όσοι επισκέφτηκαν το γιατρό τους πάνω από τρεις φορές τους τελευταίους 12 μήνες μίλησαν μαζί του τηλεφωνικά και ζήτησαν διευκρινήσεις. Το 30% έψαξε στο διαδίκτυο και το 21,1% αναζήτησε ομάδες ασθενών με παρόμοια προβλήματα και ρώτησε τη γνώμη τους.
Η παρουσίαση της μελέτης πραγματοποιήθηκε σε συνέντευξη τύπου από την Δρ. Έφη Σίμου, Πρόεδρο του Ινστιτούτου Επικοινωνίας και Αλφαβητισμού στην Υγεία και στα ΜΜΕ. Χαιρετισμό και ομιλίες απηύθυναν: ο Δρ. Γιάννης Μπουκοβίνας, Πρόεδρος της Εταιρείας Παθολόγων – Ογκολόγων Ελλάδας, (Ε.Ο.Π.Ε) η κ. Ζωή Γραμματόγλου, Πρόεδρος Συλλόγου Καρκινοπαθών – Εθελοντών – Φίλων – Γιατρών (Κ.Ε.Φ.Ι) και ο κ. Γεώργιος Καλαμίτσης, Πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων Ληπτών Υπηρεσιών Υγείας (Υπουργείο Υγείας).
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο Δρ. Γ. Μπουκοβίνας τόνισε ότι: «Η σχέση ογκολόγου – ασθενούς περνά μέσα από πολλά στάδια, είναι μία σχέση με πολλές συσχετίσεις, ψυχολογικές, κοινωνικές, αξιών και φιλοσοφίας, ιδιαιτεροτήτων και οικονομικών δεδομένων. Η ενεργός συμμετοχή του ασθενούς στη λήψη αποφάσεων, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα και κινητοποιώντας δυνάμεις του που είναι χρόνια σε ύπνωση, είναι απαραίτητη στη σύγχρονη άσκηση της ογκολογίας, όπου η τελική έκβαση της αρρώστιας δεν είναι πάντα το ζητούμενο, αλλά προσμετρώνται και παράμετροι όπως ποιότητα ζωής, προτιμήσεις ασθενών, κλινικό όφελος, ολοκλήρωση κύκλου ζωής».
Η κ. Ζ. Γραμματόγλου δήλωσε ότι «για να αλλάξει η σχέση γιατρού-ασθενούς, χρειαζόμαστε επαγγελματίες υγείας με ενσυναίσθηση, εκπαιδευμένους στην επικοινωνία με τον ασθενή και την οικογένειά του, ικανούς να διαχειριστούν τα ζητήματα της διάγνωσης, της θεραπείας, της υποτροπής και του πιθανού θανάτου. Οι μελέτες και οι κατευθυντήριες οδηγίες βάσει των οποίων καλούνται να ασκήσουν την ιατρική μιλάνε με αριθμούς και ποσοστά. Μπροστά τους όμως έχουν ανθρώπους και καμιά μελέτη δεν μπορεί να περιγράψει τον κάθε ξεχωριστό καρκινοπαθή. Γι’ αυτό και οι κατευθυντήριες οδηγίες -που τόσο θεοποιούνται στις μέρες μας- μπορεί να είναι η πυξίδα, όχι όμως και ο οδικός χάρτης στην άσκηση της ιατρικής. Αυτά τα προγράμματα εκπαίδευσης που θα έπρεπε να είναι το αλφαβητάρι της ιατρικής απουσιάζουν προκλητικά από την εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας».
O κ. Γ. Καλαμίτσης τόνισε στην ομιλία του ότι «στην προσπάθεια μας να δημιουργήσουμε ένα αποδοτικότερο, δικαιότερο και χωρίς αποκλεισμούς σύστημα υγείας το οποίο παράλληλα θα περιορίζει την σπατάλη, την κακοδιαχείριση και την διαφθορά, αρχίζουμε και κάνουμε βήματα προς ένα πιο ασθενοκεντρικό μοντέλο. Προαπαιτούμενο αυτής της προσπάθειας οφείλει να είναι η αποκατάσταση της ασυμμετρίας που υπάρχει ανάμεσα στην σχέση γιατρού-ασθενούς. Ο ενημερωμένος ασθενής καθίσταται συνυπεύθυνος για τη λήψη ορθών αποφάσεων για την υγεία του».