Τα τελευταία χρόνια προωθούνται οι “ολικές” τροφές στη θέση των επεξεργασμένων τροφίμων. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, υπήρχαν ελάχιστα επιστημονικά στοιχεία για την υποστήριξη του κινήματος της κατανάλωσης ολικών τροφίμων.
Μια αυστηρή έρευνα από τα αμερικάνικά Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) έδειξε ότι τα άτομα που καταναλώνουν υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα έλαβαν σημαντικά περισσότερες θερμίδες και κέρδισαν περισσότερο βάρος από ό, τι οι άνθρωποι που έτρωγαν ελάχιστα μεταποιημένα ή ολόκληρα τρόφιμα.
Η μελέτη του NIH, που δημοσιεύτηκε στο Cell Metabolism, εξηγεί τα οφέλη των ελάχιστα επεξεργασμένων τροφίμων. Η έρευνα ενέγραψε 20 υγιείς νεαρούς ενήλικες (10 άνδρες, 10 γυναίκες) που συμφώνησαν να ζήσουν σε μια κλινική για 28 συνεχόμενες ημέρες. Αυτό σήμαινε ότι είχαν πρόσβαση μόνο στα τρόφιμα που τους παρείχαν.
Για 14 ημέρες, τα άτομα έλαβαν είτε μια εξαιρετικά επεξεργασμένη είτε μια ελάχιστα επεξεργασμένη διατροφή. Μετά μεταφέρθηκαν στην άλλη διατροφή για 14 ημέρες. Και στις δύο περιπτώσεις, τους επιτράπηκε να τρώνε όσο ήθελαν.
Οι εθελοντές κατανάλωναν 500 θερμίδες ημερησίως περισσότερο στην εξαιρετικά επεξεργασμένη διατροφή από την ελάχιστα επεξεργασμένη διατροφή (περίπου 3.000 θερμίδες ημερησίως έναντι 2.500 θερμίδων). Ως αποτέλεσμα, κέρδισαν περίπου 1 κιλό σε 14 ημέρες, όπως θα πρόβλεπαν και τα βραχυπρόθεσμα μαθηματικά για τις θερμίδες. Στη συνέχεια, έχασαν το 1 κιλό όταν άλλαξαν σε μη επεξεργασμένο φαγητό για τις τελευταίες 14 ημέρες.
“Τα δεδομένα μας δείχνουν ότι η εξάλειψη των πολύ επεξεργασμένων τροφών μειώνει την πρόσληψη ενέργειας και έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια βάρους”, έγραψαν οι ερευνητές. “Μια δίαιτα με μεγάλο ποσοστό υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων αυξάνει την πρόσληψη θερμίδων και οδηγεί σε αύξηση βάρους.”
Και οι δύο δίαιτες περιείχαν τα ίδια ποσοστά υδατανθράκων, λιπών, πρωτεϊνών, φυτικών ινών, σακχάρων, νατρίου και θρεπτικών ουσιών. Αυτό επιτεύχθηκε, εν μέρει, με την προσθήκη διαλυτών φυτικών ινών σε ποτά που σερβίρονται στην εξαιρετικά επεξεργασμένη διατροφή και μεριμνώντας ώστε η ελάχιστα επεξεργασμένη διατροφή να περιλαμβάνει άφθονα φρέσκα φρούτα με υψηλή περιεκτικότητα σε φυσικά σάκχαρα.
Η εξαιρετικά επεξεργασμένη διατροφή δεν ήταν στη “γελοία” μορφή της, δηλαδή, μπισκότα, καραμέλες και σόδες, αλλά σε τρόφιμα ευκολίας όπως κονσέρβες, σούπες και σπόρους από σακουλάκια (ρύζι κλπ). Εάν ήταν χειρότερη θα μπορούσε να είχε οδηγήσει σε μεγαλύτερη διαφορά στην πρόσληψη θερμίδων, σχολίασε ο Kevin Hall, επικεφαλής της μελέτης.
Γιατί τα επεξεργασμένα τρόφιμα παχαίνουν
Γιατί τα επεξεργασμένα τρόφιμα μας κάνουν να τρώμε περισσότερο φαγητό από τα μη επεξεργασμένα;
Ο Hall και οι συνεργάτες του αποκάλυψαν μια ενδιαφέρουσα διαφορά. Όταν οι εθελοντές έτρωγαν εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα, κατανάλωναν τις θερμίδες κατά 50% ταχύτερα. Αυτό συμβαίνει επειδή τα επεξεργασμένα τρόφιμα είναι πιο μαλακά και δεν χρειάζονται πολύ μάσημα. Περιέχουν επίσης περισσότερες θερμίδες για τον ίδιο όγκο τροφής, δηλαδή, έχουν μεγαλύτερη “ενεργειακή πυκνότητα”.
Γενικά, όταν τρώμε, χρειάζονται περίπου 20 λεπτά για το έντερο να απελευθερώσει τις ορμόνες που μειώνουν την όρεξή μας “λέγοντας” στον εγκέφαλο ότι είμαστε πλήρεις. Όταν δεν χρειάζεται να μασάμε πολύ, η κατανάλωση θερμίδων “τρέχει” πιο γρήγορα από τα μηνύματα που στέλνονται από το έντερο στον εγκέφαλο. Πράγματι, η μελέτη αποκάλυψε ότι υπήρχε περισσότερη ποσότητα μιας ορμόνης που μειώνει την όρεξη και ονομάζεται PYY και λιγότερη ποσότητα μιας ορμόνης που προκαλεί πείνα, της γκρελίνης, στα άτομα που έτρωγαν ολικές τροφές.
Επίσης, η μη επεξεργασμένη διατροφή περιλάμβανε περισσότερες αδιάλυτες φυτικές ίνες από την επεξεργασμένη διατροφή. Οι αδιάλυτες φυτικές ίνες μετακινούνται από το στομάχι στο έντερο χωρίς να διασπώνται και δεν απορροφώνται από το σώμα. Έτσι, μπορούν να οδηγούν σε μειωμένη απορρόφηση θερμίδων και αυξημένο κορεσμό.
Έχουν κάποιο πλεονέκτημα τα επεξεργασμένα τρόφιμα; Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι κοστίζουν 60% λιγότερο. Επίσης, γενικά δεν εμπλέκονται σε αυτούς τους τρομακτικούς τίτλους που αφορούν δηλητηριάσεις από το Ε. Coli, οι οποίες συνήθως προκαλούνται από μολυσμένα ολόκληρα κρέατα και φρέσκα λαχανικά.