Η έλλειψη ύπνου αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου σε άτομα με διαβήτη ή καρδιακή πάθηση

Οι μεσήλικες με διαβήτη τύπου 2, καρδιακές νόσους ή αυτοί που έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο, αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου ή πρόωρου θανάτου όταν κοιμούνται λιγότερες από 6 ώρες σε καθημερινή βάση, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of the American Heart Association.

Ο Χούλιο Φερνάντες-Μεντόζα, αναπληρωτής καθηγητής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, εξηγεί ότι ένας άνθρωπος που λόγω διάφορων ιατρικών καταστάσεων διατρέχει αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου μπορεί να προστατευθεί σε κάποιο βαθμό αν καταφέρει να ρυθμίσει τον ύπνο του.

Ο ίδιος προσθέτει ότι είναι ανάγκη να γίνουν περαιτέρω έρευνες που να επιβεβαιώνουν τις ευεργετικές επιδράσεις του ύπνου.

Στη μελέτη έλαβαν μέρος 1.600 άτομα ηλικίας 20-74 ετών οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Οι μισοί είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό και οι άλλοι μισοί έπασχαν από διαβήτη τύπου 2 ή είχαν δευτέρου βαθμού υπέρταση. Και οι δύο ομάδες εξετάστηκαν στο εργαστήριο ύπνου (το διάστημα 1991-1998). Στη συνέχεια καταγράφηκαν οι αιτίες θανάτου έως το 2016.

Από τους 512 ανθρώπους που πέθαναν, για το 33% αιτία ήταν καρδιακό επεισόδιο ή εγκεφαλικό και για το 25% καρκίνος.

Εκείνοι που έπασχαν από υπέρταση ή διαβήτη είχαν διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό αν κοιμούνταν λιγότερο από 6 ώρες. Ο κίνδυνος αυτός αναστελλόταν όταν ο ύπνος υπερέβαινε τις 6 ώρες.

Αυτοί που έπασχαν ήδη από καρδιακές νόσους ή είχαν υποστεί εγκεφαλικό είχαν τριπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από τέτοιου τύπου ιατρικά περιστατικά αν κοιμούνταν λιγότερες από 6 ώρες.

«Η βραχεία διάρκεια ύπνου συνιστά έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες πρόβλεψης των μακροπρόθεσμων συνεπειών των ατόμων με αυτά τα ιατρικά προβλήματα», είπε ο Μεντόζα και πρόσθεσε ότι θα ήθελε να δει αλλαγές από την πλευρά της πολιτικής σε ό,τι αφορά τις συνιστώμενες ώρες ύπνου.

Η καλύτερη αναγνώριση των ατόμων με συγκεκριμένα προβλήματα ύπνου θα μπορούσε να οδηγήσει σε βελτιωμένη πρόληψη, πιο ολοκληρωμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις, καλύτερα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και λιγότερη χρήση της υγειονομικής περίθαλψης.

Σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Ένωσης Καρδιολογίας, το 45% του πληθυσμού των ΗΠΑ βρίσκονται αντιμέτωπο με διαβήτη τύπου 2 ή υπέρταση και το 14% πάσχει από καρδιακές νόσους ή έχει υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο.

Δείτε επίσης