Όταν καλούμαστε να απαντήσουμε γρήγορα και παρορμητικά σε ερωτήσεις, τείνουμε να ανταποκρινόμαστε με μια κοινωνικά επιθυμητή απάντηση και όχι με μια ειλικρινή απάντηση, δείχνουν κάποια πειράματα.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Psychological Science, το περιοδικό της Ένωσης Ψυχολογικών Επιστημών, εγείρει ερωτήματα σχετικά με τις πειραματικές τεχνικές που είναι χρονικά περιορισμένες. Η μελέτη έγινε από τον John Protzko, γνωστικό επιστήμονα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και τους συνεργάτες του.
«Η μέθοδος της ‘απάντησης γρήγορα και χωρίς σκέψη’, αποτελεί ένα μακρό θεμέλιο στην ψυχολογική έρευνα, και μπορεί να κάνει πολλά πράγματα, αλλά ένα από αυτά είναι ότι οι άνθρωποι τείνουν να λένε ψέματα απαντώντας αυτό που νομίζουν ότι θέλετε να ακούσετε», ανέφερε ο Protzko. «Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι πρέπει να επανεξετάσουμε την ερμηνεία πολλών ερευνητικών ευρημάτων που χρησιμοποιούν την τεχνική ‘απάντησε γρήγορα’».
«Η ιδέα ήταν πάντα ότι έχουμε ένα διαιρεμένο μυαλό – ένα διαισθητικό, ζωικό και έναν πιο ορθολογικό τύπο», συνέχισε ο Protzko. «Και ο πιο ορθολογικός τύπος υποτίθεται ότι περιορίζει πάντα το μυαλό της κατώτερης τάξης. Υποτίθεται πως αν ζητήσετε από τους ανθρώπους να απαντήσουν γρήγορα και χωρίς να σκέφτονται, θα πρέπει να σας δώσουν κάποια μυστική πρόσβαση σε αυτό το μυαλό χαμηλότερης τάξης».
Για να δοκιμάσουν αυτή την υπόθεση, ο Protzko και οι συνάδελφοί του επινόησαν μια δοκιμή 10 απλών, με ναι ή όχι, ερωτήσεων. Οι περίπου 1.500 ερωτηθέντες κλήθηκαν να πάρουν λιγότερα από 11 δευτερόλεπτα, ή εναλλακτικά, περισσότερο από 11 δευτερόλεπτα για να απαντήσουν σε κάθε ερώτηση. Η ομάδα ταχείας απάντησης ήταν πιο πιθανό να δώσει κοινωνικά επιθυμητές απαντήσεις, ενώ οι αργές απαντήσεις και όσοι δεν έλαβαν κανένα χρονικό περιορισμό (γρήγορο ή αργό) ήταν λιγότερο πιθανό να είναι οι κοινωνικά επιθυμητές.
Σε ένα μεταγενέστερο πείραμα, οι ερευνητές ήθελαν να μάθουν εάν οι άνθρωποι τείνουν να έχουν κοινωνικά αποδεκτές αντιδράσεις υπό την πίεση του χρόνου, επειδή βλέπουν τους εαυτούς τους ως γνησίως ενάρετους -ένα φαινόμενο που αναφέρεται ως “η μεροληψία του καλού αληθινού εαυτού”.
Οι ερευνητές έβαλαν μια άλλη ομάδα να απαντήσει στις ερωτήσεις υπό διαφορετικούς χρονικούς περιορισμούς. Οι ερωτηθέντες στη συνέχεια κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα έργο κοινωνικής κρίσης που αποσκοπούσε στην εκτίμηση του κατά πόσο ο αληθινός εαυτός τους είχε ηθικά καλή ή κακή συμπεριφορά. Υπέθεσαν ότι αυτοί που βαθμολόγησαν χαμηλότερα τον αληθινό εαυτό θα ήταν λιγότερο επιρρεπείς στο να δώσουν κοινωνικά επιθυμητές απαντήσεις υπό πίεση χρόνου. Ωστόσο, διαπίστωσαν κάτι διαφορετικό. Τα άτομα που βαθμολόγησαν υψηλά τον εαυτό τους ως ηθικό έδωσαν, γενικά, πολύ κοινωνικά επιθυμητές απαντήσεις, αλλά κυρίως όταν τους δόθηκε περισσότερος χρόνος. Αντίθετα, αυτοί που βαθμολόγησαν χαμηλά τον εαυτό τους ρύθμισαν τις απαντήσεις τους ανταποκρινόμενοι με έναν πιο κοινωνικά επιθυμητό τρόπο υπό την πίεση του χρόνου.
Η πίεση του χρόνου δεν αναδεικνύει τον καλό “αληθινό εαυτό ενός ατόμου”, σύμφωνα με τους ερευνητές. Κάτω από την πίεση του χρόνου, οι άνθρωποι επιθυμούν να φαίνονται καλοί, ακόμα και αν παρουσιάζουν λάθος τον εαυτό τους, κατέληξε ο Protzko.
Ο ίδιος και οι συνεργάτες του σχεδιάζουν να εξετάσουν προηγούμενες μελέτες που χρησιμοποίησαν την τεχνική της γρήγορης απάντησης για να δουν αν οι συμμετέχοντες δίνουν κοινωνικά επιθυμητές απαντήσεις.
Πηγή: Rushing to Appear Virtuous: Time Pressure Increases Socially Desirable Responding. DOI: 10.1177/0956797619867939.