Η επίδραση της προστιθέμενης σακχαρόζης (το επιστημονικό όνομα της ζάχαρης) στο σωματικό βάρος φαίνεται να εξαρτάται από το εάν είναι σε υγρή ή στερεή μορφή, σύμφωνα με μια μελέτη που έγινε σε ποντίκια. Εάν τα αποτελέσματα ισχύουν και στον άνθρωπο, τότε ότι η συμβολή της προστιθέμενης διατροφικής ζάχαρης στην παχυσαρκία προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τα ποτά.
Μια ομάδα ερευνητών από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα έκαναν αυτές τις παρατηρήσεις αφού έδωσαν στα ποντίκια προστιθέμενη ζάχαρη είτε στο νερό τους είτε στο φαγητό τους για οκτώ εβδομάδες και έπειτα έκαναν τις συγκρίσεις στο σωματικό βάρος.
Μια ομάδα 10 ποντικών είχε ελεύθερη πρόσβαση σε γλυκανθέν με σακχαρόζη νερό (50% κατά βάρος) χωρίς πρόσβαση σε άλλο πόσιμο νερό. Άλλη ομάδα 10 ποντικιών ακολούθησε μια δίαιτα αποτελούμενη από κατά 20% θερμίδες από λίπος, 25% θερμίδες από πρωτεΐνες και 30% θερμίδες από σακχαρόζη (55% συνολικούς υδατάνθρακες). Υπήρξαν επίσης άλλες δύο ομάδες 10 ποντικών με κάπως διαφορετικές δίαιτες.
“Η κατανάλωση ζαχαρούχων γλυκαντικών ποτών”, είπε ο John R. Speakman, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Aberdeen, στο Ηνωμένο Βασίλειο, “έχει εμπλακεί ευρέως ως παράγοντας που συμβάλλει στην παχυσαρκία και ερευνήσαμε εάν ο τρόπος κατάποσης (στερεός ή υγρός) έχει διαφορετικές επιπτώσεις στη ρύθμιση του σωματικού βάρους των ποντικιών”.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν το σωματικό βάρος των ποντικών, το σωματικό λίπος, την πρόσληψη θερμίδων και την δαπάνη θερμίδων. Μετρήθηκαν επίσης η ανταπόκριση της γλυκόζης και της ινσουλίνης ως ένας τρόπος για να εκτιμηθεί ο βαθμός στον οποίο τα ζώα μπορεί να αναπτύξουν διαβήτη. Η έρευνα σε ποντίκια αποκαλύπτει ότι η κατανάλωση φρουκτόζης-γλυκαντικών ποτών μπορεί να διαταράξει την ικανότητα του ήπατος να καίει λίπος.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα ποντίκια που έπιναν ζάχαρη από το πόσιμο νερό τους κατανάλωναν περισσότερες θερμίδες, έπαιρναν περισσότερο βάρος και αύξησαν το σωματικό τους λίπος. Αντίθετα, τα ποντίκια που είχαν το ίδιο επίπεδο προστιθέμενης σακχαρόζης στα τρόφιμά τους, αλλά έπιναν απλό νερό ήταν πιο λιτά και μεταβολικά υγιέστερα.
Τα ποντίκια που είχαν αυξημένο σωματικό λίπος εξαιτίας της κατανάλωσης υγρής σακχαρόζης ανέπτυξαν επίσης χαμηλότερη ανοχή στη γλυκόζη και ευαισθησία στην ινσουλίνη (αυτά είναι σημάδια αυξημένου κινδύνου για διαβήτη). Ωστόσο, οι συγγραφείς συνδέουν αυτούς τους δυσμενείς μεταβολικούς δείκτες με αύξηση του σωματικού λίπους και όχι άμεσα με υψηλότερη πρόσληψη σακχαρόζης.
Πέρυσι, μια μελέτη της ίδιας ερευνητικής ομάδας έδειξε ότι το διατροφικό λίπος ήταν ο κύριος παράγοντας που προκαλεί αύξηση στο βάρος των ποντικών. “Δείξαμε ότι η διατροφική αντιμετώπιση με σακχαρόζη δεν είχε σημαντική επίδραση στην πρόσληψη ενέργειας και στο σωματικό βάρος σε ποντίκια C57BL / 6, αλλά το εύρος των χρησιμοποιούμενων επιπέδων σακχαρόζης ήταν περιορισμένο (5-30%) και χορηγήθηκε μόνο σε στερεή μορφή ως συστατικό της διατροφής”, έγραψαν οι ερευνητές.
Οι συγγραφείς λένε ότι τα τωρινά ευρήματά τους μπορούν να εξηγήσουν γιατί οι προηγούμενες έρευνές τους σχετικά με την αυξημένη διαιτητική σακχαρόζη σε ποντίκια δεν έδειξαν σημαντική επίδραση στην ενεργειακή πρόσληψη και στο σωματικό βάρος. Είχαν τροφοδοτήσει τα ποντίκια με μια διατροφή που περιείχε 30% ζάχαρη αλλά μόνο σε στερεή μορφή.
Τα αποτελέσματα δείχνουν πως όταν τα ποντίκια εκτίθενται σε υγρή ζάχαρη, έχουν μεγαλύτερη πρόσληψη θερμίδων από ό, τι όταν τους προσφέρεται η ίδια σύνθεση μακροθρεπτικών συστατικών αλλά σε στερεή μορφή. Άρα οι υγρές, και όχι οι στερεές τροφές με πρόσθετη ζάχαρη είναι παράγοντας κινδύνου για παχυσαρκία.
Πολλές μελέτες σε ανθρώπους έχουν αποκαλύψει μια σχέση μεταξύ των ζαχαρούχων ποτών και της συνολικής θερμιδικής πρόσληψης. Αυτή η σχέση δείχνει πως όταν οι άνθρωποι καταναλώνουν περισσότερους υδατάνθρακες σε υγρή μορφή, δεν υπάρχει αντίστοιχη μείωση των θερμίδων που καταναλώνουν σε στερεή μορφή. Ενώ τα νέα ευρήματα έδειξαν ότι υπήρξε κάποια μείωση στην πρόσληψη στερεών τροφών ως αποτέλεσμα της κατανάλωσης νερού με εμπλουτισμένη ζάχαρη, η “μείωση ήταν ανεπαρκής για να εξισορροπηθεί η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων λόγω υγρής σακχαρόζης”.
Αυτά τα δεδομένα, επομένως, υποστηρίζουν τον προτεινόμενο ρόλο των ζαχαρούχων ποτών στην ανάπτυξη της παχυσαρκίας που προκαλείται από τη διατροφή και της αντίστασης στην ινσουλίνη, κατέληξαν οι συντάκτες.
Ο Gunter Kuhnle, καθηγητής διατροφής και επιστήμης των τροφίμων στο Πανεπιστήμιο του Reading στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα, περιγράφει τη νέα μελέτη ως “πολύ ενδιαφέρουσα” λόγω της σημασίας που έχει η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα ζαχαρούχα ποτά συμβάλλουν στην παχυσαρκία. Εφιστά επίσης την προσοχή σε μελέτες στον άνθρωπο που έδειξαν ότι τα ζαχαρούχα ποτά αυξάνουν την συνολική κατανάλωση θερμίδων.
Ο Kuhnle, ωστόσο, επισημαίνει δύο βασικούς περιορισμούς της μελέτης. Πρώτον, η έρευνα σε ποντίκια δεν μεταφράζεται πάντα στον άνθρωπο. Δεύτερον, ο περιορισμός είναι ότι η ποσότητα της ζάχαρης στο νερό των ποντικών ήταν πολύ υψηλότερη από αυτή που υπάρχει σε πολλά από τα ποτά με ζάχαρη που καταναλώνουν οι άνθρωποι. Το νερό των ποντικών ήταν κατά 50% ζάχαρη (αναλογία επί του βάρους). Αυτό είναι πενταπλάσιο του ποσού στο μέσο ποτό τύπου κόλα και διπλάσιο από αυτό που υπάρχει σε πολλά μιλκσέικ. Ωστόσο, παρά τους περιορισμούς αυτούς, η μελέτη υπογραμμίζει σαφώς την ανάγκη για καλύτερη κατανόηση των υποκείμενων αιτιών υπερβολικής πρόσληψης τροφής και του τρόπου με τον οποίο μπορούν να τροποποιηθούν.
Ως κατηγορία τροφίμων, τα ζαχαρούχα ποτά είναι μακράν η πιο σημαντική συνεισφορά της προστιθέμενης ζάχαρης στη μέση διατροφή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μια ανάλυση αμερικανικών στοιχείων το 2005-2006 από το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου (NCI), και τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) έδειξε ότι ο μέσος άνθρωπος στις ΗΠΑ κατανάλωσε 21 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη την ημέρα και ότι τα ποτά που είχαν πρόσθετη ζάχαρη παρείχαν το 35,7% της συνολικής πρόσληψης. Μετά έρχονταν τα επιδόρπια με βάση τα δημητριακά που αντιπροσώπευαν το 12,9% της ημερήσιας πρόσληψης ζάχαρης.