Ο όρος ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες χρησιμοποιείται για να περιγράψει ορισμένα συστατικά με γλυκιά γεύση και λίγες ή μηδενικές θερμίδες, ή συστατικά που διαθέτουν τόσο έντονα γλυκιά γεύση, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα, σε συγκεντρώσεις όμως αρκετά μικρές, ώστε να μην συμβάλλουν σημαντικά στο θερμιδικό τους περιεχόμενο.
Οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες χρησιμοποιούνται πολύ συχνά σε μεγάλη ποικιλία τροφίμων και ποτών, όπως αναψυκτικά, τσίχλες, αρτοσκευάσματα, παγωτά, γιαούρτια, επιδόρπια και κρέμες, εξαλείφοντας ή μειώνοντας σημαντικά τις θερμίδες των συγκεκριμένων προϊόντων. Επίσης, χρησιμοποιούνται στη φαρμακοβιομηχανία, κάνοντας πολλά φάρμακα πιο εύγευστα. Οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες αναγράφονται καθαρά στις ετικέτες και τις συσκευασίες των τροφίμων, των φαρμακευτικών προϊόντων και των αναψυκτικών στα οποία περιέχονται.
Για περισσότερο από έναν αιώνα, καταναλωτές σε ολόκληρο τον κόσμο χρησιμοποιούν και απολαμβάνουν τις ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες. Η σακχαρίνη, η πρώτη γλυκαντική ύλη με λίγες θερμίδες που γνώρισε ευρεία χρήση, ανακαλύ φθηκε το 1879. Από τότε, έχει ανακαλυφθεί ένας μεγάλος αριθμός και άλλων ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών υλών.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες που χρησιμοποιούνται σήμερα πιο συχνά είναι η ακεσουλφάμη-Κ, η ασπαρτάμη, το κυκλαμικό οξύ, η σακχαρίνη και η σουκραλόζη ενώ πρόσφατα εγκρίθηκε και η χρήση των γλυκοζιτών στεβιόλης (στέβια) σε τρόφιμα και ποτά.
Καθεμία από τις ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τροφίμων και ποτών έχει ένα μοναδικό γευστικό προφίλ, τα δικά της τεχνικά χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα πλεονεκτήματα.
Οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνες ή σε συνδυασμό με κάποιες από τις υπόλοιπες, ως μείγμα. Συνδυάζοντας δύο ή περισσότερες ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες, οι παρασκευαστές τροφίμων και ποτών έχουν τη δυνατότητα να φέρουν τη γλυκύτητα και τα γευστικά χαρακτηριστικά του προϊόντος τους κοντά στις ιδιαίτερες απαιτήσεις και τις γευστικές προτιμήσεις των καταναλωτών τους, και ταυτόχρονα να λαμβάνουν υπόψη τους παράγοντες, όπως η σταθερότητα και το κόστος.
Ο συνδυασμός των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών υλών θεωρείται ασφαλής και η χρησιμοποίηση κάποιου μείγματος μειώνει την ποσότητα της καθεμίας γλυκαντικής ουσίας που θα έπρεπε να προστεθεί, μόνη, σε κάποιο τρόφιμο ή ποτό.
Ο σύγχρονος καθιστικός τρόπος ζωής και το αυξημένο ενδιαφέρον για τη διαχείριση του σωματικού βάρους καθιστούν τις ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες χρήσιμες και με σημαντικό ρόλο στην επίτευξη ενός δραστήριου και υγιεινού τρόπου ζωής.
Αντικαθιστώντας τη ζάχαρη με μια ουσία ισοδύναμης γλυκύτητας, αλλά όχι ανάλογων θερμίδων και αυξάνοντας την ευχάριστη γεύση των τροφίμων που περιέχουν λίγες θερμίδες, οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες μπορούν να βοηθήσουν στην ελάττωση του συνολικού θερμιδικού περιεχομένου της δίαιτας, στην καλύτερη διαχείριση του σωματικού βάρους, αλλά και στην προστασία της στοματικής υγείας.
Επιπλέον, εφόσον οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες δεν επηρεάζουν τα επίπεδα της ινσουλίνης, μπορούν να χρησιμοποιούνται για να προσθέτουν γλυκιά γεύση σε τρόφιμα και ποτά που προορίζονται για όσους πρέπει να παρακολουθούν αυστηρά την πρόσληψη υδατανθράκων, όπως είναι τα άτομα με προδιάθεση ή με διαγνωσμένο διαβήτη.
Στέβια: Μια νέα γλυκαντική ύλη χωρίς καθόλου θερμίδες
Οι γλυκοζίτες της στεβιόλης, η νέα γλυκαντική ύλη που πήρε έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι το καθαρό εκχύλισμα που λαμβάνεται από τα φύλλα του φυτού στέβια (Stevia Rebaudiana Bertoni).
Η στέβια προέρχεται από την Παραγουάη και ανήκει στην οικογένεια των χρυσανθέμων. Οι γλυκοζίτες της στεβιόλης είναι 200-300 φορές γλυκύτεροι από τη ζάχαρη. Η χρήση τους έχει εγκριθεί σε αρκετές χώρες της Νότιας Αμερικής και της Ασίας, με την Ιαπωνία να είναι ο μεγαλύτερος κατανα λωτής και με την Κίνα και τη Ν. Κορέα να ακολουθούν. Η χρήση των εγκεκριμένων γλυκοζιτών επιτρέπεται επίσης και στις ΗΠΑ. Στο τέλος του 2009 οι γλυκοζίτες στεβιόλης εγκρίθηκαν για χρήση ως γλυκαντική ύλη σε ορισμένα τρό φιμα στη Γαλλία.
Μετά από την εξέταση όλων των δεδομένων αναφορικά με τη σταθερότητα, το μεταβολισμό και τα τοξικολογικά χαρακτηριστικά των γλυκοζιτών στεβιόλης, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) προχώρησε στον προσδιορισμό της Αποδεκτής Ημερήσιας Πρόσληψης (ADI) για τη συγκεκριμένη ύλη, ίση με 0-4 mg ανά κιλό σωματικού βάρους (mg/ kg bw/day), και έλαβε έγκριση στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τον Κανονισμό 1131/2011/EU.
Σημείωση: Βάσει νομοθεσίας στις «γλυκαντικές ύλες» κατατάσσονται τόσο οι γλυκαντικές ύλες «όγκου» (bulk sweeteners), οι οποίες αποδίδουν λιγότερες θερμίδες από τη ζάχαρη και επηρεάζουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα με πιο ομαλό τρόπο (στην κατηγορία αυτή ανήκουν, για παράδειγμα, η ξυλιτόλη, η μαννιτόλη, η ισομαλτόζη, η μαλτιτόλη κ.λπ.), όσο και οι ύλες «έντονης γλυκύτητας» (intense sweeteners) οι οποίες αποκαλούνται «ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες».