Τα αμινοξέα βοηθούν στην οικοδόμηση των πρωτεϊνών (υπάρχουν και αμινοξέα που δεν συνθέτουν πρωτεΐνες όπως η ταυρίνη). Εκτός από αυτήν την κρίσιμη λειτουργία τους, ορισμένα αμινοξέα έχουν και άλλους ειδικούς ρόλους.
Η μεθειονίνη είναι ένα αμινοξύ που μεταβολίζεται σε άλλα σημαντικά μόρια στο σώμα μας. Αυτά τα μόρια είναι απαραίτητα για τη σωστή λειτουργία των κυττάρων. Λόγω των σημαντικών μορίων που παράγει, κάποιοι συνιστούν αύξηση της πρόσληψης μεθειονίνης από τη διατροφή. Ωστόσο, άλλοι συνιστούν τον περιορισμό της μεθειονίνης λόγω πιθανών παρενεργειών και εξαιτίας ενός σημαντικού ευρήματος στα ζώα: το αμινοξύ αυτό συνδέεται με πρόωρη γήρανση.
Η μεθειονίνη βρίσκεται σε πολλές πρωτεΐνες, τόσο στις τροφές όσο και στους ιστούς του σώματος. Εκτός από το ότι αποτελεί δομικό στοιχείο για πρωτεΐνες, έχει πολλά άλλα μοναδικά χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά είναι η ικανότητά του να μετατρέπεται σε σημαντικά μόρια που περιέχουν θείο. Τα μόρια που περιέχουν θείο έχουν ποικίλες λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των ιστών, της τροποποίησης του DNA και της διατήρησης της σωστής λειτουργίας των κυττάρων. Για παράδειγμα, η γλουταθειόνη, που περιέχει θείο και είναι ένα σημαντικό αντιοξειδωτικό του σώματος, συντίθεται από το γλουταμινικό οξύ, την κυστεΐνη και τη γλυκίνη. Από τα αμινοξέα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πρωτεϊνών, μόνο η μεθειονίνη και η κυστεΐνη περιέχουν θείο. Η ταυρίνη επίσης περιέχει θείο αλλά δεν ανευρίσκεται στις πρωτεΐνες.
Το σώμα μπορεί να παράγει το αμινοξύ κυστεΐνη αλλά η μεθειονίνη πρέπει να προέλθει από τη διατροφή. Τα αμινοξέα που δεν μπορούν να συντεθούν από το σώμα λέγονται απαραίτητα αμινοξέα. Η ταυρίνη συντίθεται από το σώμα αλλά σε περιορισμένες ποσότητες και έτσι θεωρείται από κάποιους ως ημι-απαραίτητο αμινοξύ.
Η μεθειονίνη παίζει καθοριστικό ρόλο στην έναρξη της διαδικασίας παραγωγής νέων πρωτεϊνών στα κύτταρα, κάτι που συμβαίνει συνεχώς καθώς οι παλαιότερες πρωτεΐνες αποσυντίθενται. Για παράδειγμα, ξεκινά τη διαδικασία παραγωγής νέων πρωτεϊνών στους μυς μετά από μια συνεδρία άσκησης που προκαλεί βλάβες.
Παίζει ρόλο στη μεθυλίωση του DNA
Το DNA περιέχει τις πληροφορίες που μας κάνουν να είμαστε αυτοί που είμαστε. Παρόλο που πολλές από αυτές τις πληροφορίες μπορεί να παραμείνουν ίδιες για όλη μας τη ζωή, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορούν να αλλάξουν ορισμένες πτυχές του DNA μας. Αυτός είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ρόλους της μεθειονίνης γιατί μπορεί να μετατραπεί σε ένα μόριο που ονομάζεται SAM (S-Adenosyl methionine). Το SAM μπορεί να αλλάξει το DNA προσθέτοντας μια ομάδα μεθυλίου, δηλαδή ένα άτομο άνθρακα και τρία συνδεδεμένα άτομα υδρογόνου (-CH3).
Η ποσότητα της μεθειονίνης στη διατροφή μπορεί να επηρεάσει τη διαδικασία της μεθυλίωσης αλλά υπάρχουν πολλές αναπάντητες ερωτήσεις. Είναι πιθανό η αύξηση της μεθειονίνης στη διατροφή να μπορεί είτε να αυξήσει είτε να μειώσει το πόσο αλλάζουν ορισμένες πτυχές του DNA ως αποτέλεσμα της επίδρασης του SAM. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει όφελος και σε κάποιες ζημιά. Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι δίαιτες με υψηλότερη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά που προσθέτουν ομάδες μεθυλίου στο DNA μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου. Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι η υψηλότερη πρόσληψη μεθειονίνης θα μπορούσε να επιδεινώσει ορισμένες παθήσεις όπως π.χ. η σχιζοφρένεια, ίσως λόγω της προσθήκης περισσότερων ομάδων μεθυλίου στο DNA.
Οι δίαιτες χαμηλής μεθειονίνης επεκτείνουν τη διάρκεια ζωής στα ζώα
Αν και η μεθειονίνη παίζει σημαντικούς ρόλους στο σώμα, ορισμένες έρευνες δείχνουν οφέλη από δίαιτες που είναι χαμηλές σε αυτό το αμινοξύ.
Ορισμένα καρκινικά κύτταρα εξαρτώνται από τη μεθειονίνη για την ανάπτυξή τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο περιορισμός της διατροφικής πρόσληψης θα μπορούσε να είναι ευεργετικός για να μην έχουν τα καρκινικά κύτταρα τροφή. Δεδομένου ότι οι πρωτεΐνες από τα φυτά έχουν χαμηλότερη ποσότητα μεθειονίνη σε σχέση με τις ζωικές πρωτεΐνες, ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι οι φυτικές δίαιτες θα μπορούσαν να είναι ένα εργαλείο για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών καρκίνων.
Αρκετές μελέτες σε ζώα δείχνουν ότι η μείωση της μεθειονίνης στη διατροφή μπορεί να αυξήσει τη διάρκεια ζωής και να βελτιώσει την υγεία τους. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι η διάρκεια ζωής ήταν 40% μεγαλύτερη σε ποντίκια που ακολουθούσαν μια δίαιτα χαμηλής μεθειονίνης. Η μακροζωία μπορεί να οφείλεται στη βελτιωμένη αντίσταση στο στρες και στο μεταβολισμό, καθώς και στη διατήρηση της ικανότητας των κυττάρων του σώματος να αναπαράγονται. Ορισμένοι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χαμηλή περιεκτικότητα σε μεθειονίνη επιβραδύνει το ρυθμό γήρανσης σε ποντίκια.
Το αν αυτά τα οφέλη επεκτείνονται ή όχι στον άνθρωπο δεν είναι ακόμη σαφές, αλλά ορισμένες μελέτες δοκιμαστικών σωλήνων έχουν δείξει οφέλη από τη χαμηλή περιεκτικότητα μεθειονίνης στα ανθρώπινα κύτταρα.
Σε ποιες τροφές υπάρχει
Ενώ σχεδόν όλα τα τρόφιμα που περιέχουν πρωτεΐνες έχουν μεθειονίνη, η ποσότητα ποικίλλει ευρέως. Τα αυγά, τα ψάρια και ορισμένα κρέατα περιέχουν υψηλότερες ποσότητες. Εκτιμάται ότι περίπου το 8% των αμινοξέων στα ασπράδια των αυγών περιέχουν θείο (μεθειονίνη και κυστεΐνη). Αυτή η τιμή είναι περίπου 5% στο κοτόπουλο και το βόειο κρέας και 4% στα γαλακτοκομικά προϊόντα. Οι φυτικές πρωτεΐνες έχουν ακόμη χαμηλότερες ποσότητες αυτών των αμινοξέων.
Ορισμένες έρευνες έχουν εξετάσει τη συνολική ποσότητα των αμινοξέων που περιέχουν θείο (μεθειονίνη και κυστεΐνη) σε διαφορετικούς τύπους δίαιτας. Η υψηλότερη περιεκτικότητα (6,8 γραμμάρια ανά ημέρα) αναφέρθηκε σε δίαιτες με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, ενώ υπήρχαν χαμηλότερες προσλήψεις για χορτοφάγους (3,0 γραμμάρια την ημέρα) και βίγκαν (2,3 γραμμάρια την ημέρα).
Παρά τη χαμηλή πρόσληψη μεταξύ των χορτοφάγων, άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι στην πραγματικότητα έχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις μεθειονίνης στο αίμα από εκείνους που τρώνε κρέας και ψάρι. Αυτό το εύρημα οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο της διατροφής και οι συγκεντρώσεις μεθειονίνης στο αίμα δεν σχετίζονται πάντα άμεσα. Ωστόσο, οι ίδιες μελέτες διαπίστωσαν ότι οι βίγκαν έχουν χαμηλή συγκέντρωση στο αίμα.
Τοξικότητα και παρενέργειες
Οι ερευνητές έχουν ορίσει μια συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη αμινοξέων που περιέχουν θείο (μεθειονίνη και κυστεΐνη). Και ορισμένες μελέτες έχουν εξετάσει τις παρενέργειες υψηλότερων δόσεων.
Η ημερήσια συνιστώμενη πρόσληψη μεθειονίνης και κυστεΐνης μαζί είναι 19 mg ανά κιλό σωματικού βάρους την ημέρα για ενήλικες, ήτοι 1,3 γραμμάρια για κάποιον που ζυγίζει 68 κιλά. Ωστόσο, ορισμένοι ερευνητές συνέστησαν την κατανάλωση διπλάσιου ποσού με βάση τους περιορισμούς των μελετών που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό της συνιστώμενης πρόσληψης. Οι ηλικιωμένοι συχνά έχουν χαμηλή πρόσληψη και οι μελέτες δείχνουν ότι μπορεί να χρειάζονται υψηλότερη ποσότητα, 2 έως 3 γραμμάρια την ημέρα. Μια ποικιλία από δίαιτες, συμπεριλαμβανομένης της χορτοφαγικής και της πρωτεϊνικής εκτιμάται ότι περιέχει από 2,3 έως 6,8 γραμμάρια την ημέρα.
Η ομοκυστεΐνη
Μια ανησυχία που σχετίζεται με την υψηλή πρόσληψη μεθειονίνης είναι ότι μπορεί να μετατραπεί σε ομοκυστεΐνη, ένα αμινοξύ που σχετίζεται με τις καρδιακές παθήσεις. Η υψηλή πρόσληψη μεθειονίνης μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της ομοκυστεΐνης, αν και ορισμένα άτομα είναι πιο ευαίσθητα σε αυτήν τη διαδικασία από άλλα.
Η έρευνα δείχνει ότι οι πιθανοί κίνδυνοι της υψηλής πρόσληψης μεθειονίνης οφείλονται στην ομοκυστεΐνη και όχι στην ίδια τη μεθειονίνη. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μπορούν να αλλάξουν τα επίπεδα ομοκυστεΐνης. Για παράδειγμα, παρόλο που έχουν χαμηλότερη διατροφική πρόσληψη μεθειονίνης, οι χορτοφάγοι και οι βίγκαν μπορεί να έχουν υψηλότερη ομοκυστεΐνη από ότι οι παμφάγοι λόγω χαμηλής πρόσληψης βιταμίνης Β12.
Άλλες έρευνες έδειξαν ότι μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και μεθειονίνη δεν αύξησε την ομοκυστεΐνη μετά από έξι μήνες, σε σύγκριση με μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες και χαμηλή σε μεθειονίνη. Επιπλέον, η αλλαγή της πρόσληψης έως και 100% δεν φαίνεται να επηρεάζει την ομοκυστεΐνη σε υγιείς ενήλικες χωρίς ανεπάρκειες βιταμινών.
Παρενέργειες
Για να αξιολογήσουν τις αποκρίσεις του οργανισμού στη μεθειονίνη, οι ερευνητές δίνουν μια μεγάλη δόση και παρατηρούν τις επιπτώσεις. Αυτή η δόση είναι πολύ μεγαλύτερη από τη συνιστώμενη πρόσληψη, συχνά περίπου 100 mg ανά κιλό σωματικού βάρους) ή 6,8 γραμμάρια για κάποιον που ζυγίζει 68 κιλά. Αυτός ο τύπος δοκιμής έχει γίνει πολλές φορές, με μικρές παρενέργειες. Οι παρενέργειες περιλαμβάνουν ζάλη, υπνηλία και αλλαγές στην αρτηριακή πίεση.
Ένα σημαντικό ανεπιθύμητο συμβάν συνέβη κατά τη διάρκεια μιας από αυτές τις δοκιμές, που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο ενός ατόμου με υψηλή αρτηριακή πίεση. Ωστόσο, φαίνεται πιθανό ότι μια τυχαία υπερδοσολογία περίπου 70 φορές η συνιστώμενη πρόσληψη προκάλεσε τις επιπλοκές.
Η μεθειονίνη δεν είναι ιδιαίτερα τοξική σε υγιείς ανθρώπους, εκτός από τις εξαιρετικά υψηλές δόσεις που θα ήταν σχεδόν αδύνατο να ληφθούν μέσω της διατροφής. Παρόλο που η μεθειονίνη συμμετέχει στην παραγωγή της ομοκυστεΐνης, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η πρόσληψη εντός ενός τυπικού εύρους είναι επικίνδυνη για την υγεία της καρδιάς.