Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι ότι ελαφριά κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να προσφέρει οφέλη για την υγεία της καρδιάς, αλλά το θέμα αυτό ήταν πάντα υπό αμφισβήτηση. Τώρα, μια μεγάλη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο JAMA Network Open, δείχνει η κατανάλωση οποιαδήποτε επιπέδου αλκοόλ συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Και ότι ο κίνδυνος αυτός είναι εκθετικός καθώς αυξάνεται η κατανάλωση αλκοόλ.
Τα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύονται από μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής ερευνητές από το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης, το Broad Institute of MIT και το Χάρβαρντ, υποδηλώνουν ότι τα υποτιθέμενα οφέλη από την κατανάλωση αλκοόλ μπορεί στην πραγματικότητα να αποδοθούν σε άλλους παράγοντες του τρόπου ζωής που είναι κοινοί μεταξύ όσων πίνουν λίγο.
Η μελέτη περιελάμβανε 371.463 ενήλικες -με μέση ηλικία τα 57 χρόνια και μέση κατανάλωση αλκοόλ 9,2 ποτά την εβδομάδα- οι οποίοι συμμετείχαν στην UK Biobank, μια μεγάλης κλίμακας βιοϊατρική βάση δεδομένων που περιέχει σε βάθος γενετικές πληροφορίες καθώς και πληροφορίες για τη διατροφή και την υγεία.
Σε συμφωνία με προηγούμενες επιδημιολογικές μελέτες βρέθηκε και εδώ μια καμπύλη σχήματος J και U για τη συσχέτιση της πρόσληψης αλκοόλ με καρδιαγγειακές παθήσεις. Δηλαδή, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι πίνουν ελαφριά έως μέτρια είχαν χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής νόσου, ακολουθούμενοι από άτομα που απείχαν από το ποτό. Αλλά βρέθηκε επίσης ότι οι ελαφροί έως μέτριοι πότες αλκοόλ είχαν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής από τους απέχοντες.
Το σημαντικό κομμάτι της μελέτης ήταν αυτή η διαπίστωση, πως όσοι έπιναν ελαφριά έως μέτρια έτειναν να έχουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής από εκείνους που απέχουν -όπως περισσότερη σωματική δραστηριότητα και πρόσληψη λαχανικών και λιγότερο κάπνισμα. Και όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους παράγοντες του τρόπου ζωής, εξαφανίστηκε το όφελος που αποδιδόταν στο αλκοόλ. Στην πραγματικότητα, ακόμη και το ελάχιστο αλκοόλ κάνει κακό στην καρδιά, κατέληξαν οι ερευνητές.
Η μελέτη εφάρμοσε τις πιο πρόσφατες τεχνικές με μια μέθοδο που ονομάζεται Μεντελική τυχαιοποίηση, η οποία χρησιμοποιεί γενετικές παραλλαγές για να προσδιορίσει εάν μια παρατηρούμενη σχέση μεταξύ της έκθεσης σε ένα παράγοντα και ενός αποτελέσματος συνάδει ως αιτιολογική επίδραση -εδώ, εάν η κατανάλωση λίγου αλκοόλ ασκεί κάποιο είδος προστασία από τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
«Οι νεότερες και πιο προηγμένες τεχνικές στη «μη γραμμική τυχαιοποίηση Μεντελιανού» επιτρέπουν τώρα τη χρήση ανθρώπινων γενετικών δεδομένων για την αξιολόγηση της κατεύθυνσης και του μεγέθους του κινδύνου για ασθένεια που σχετίζεται με διαφορετικά επίπεδα έκθεσης», είπε ο ανώτερος συγγραφέας Krishna G. Aragam, καρδιολόγος. «Ως εκ τούτου, αξιοποιήσαμε αυτές τις νέες τεχνικές και τα εκτεταμένα γενετικά και φαινοτυπικά δεδομένα από πληθυσμούς βιοτραπεζών για να κατανοήσουμε καλύτερα τη σχέση μεταξύ της συνήθους πρόσληψης αλκοόλ και των καρδιαγγειακών παθήσεων».
Όταν οι επιστήμονες διεξήγαγαν τις γενετικές αναλύσεις δειγμάτων που ελήφθησαν από τους συμμετέχοντες, διαπίστωσαν ότι άτομα με γενετικές παραλλαγές που προέβλεπαν υψηλότερη κατανάλωση αλκοόλ ήταν όντως πιο πιθανό να καταναλώσουν μεγαλύτερες ποσότητες αλκοόλ και πιο πιθανό να έχουν υπέρταση και στεφανιαία νόσο.
Οι αναλύσεις αποκάλυψαν επίσης σημαντικές διαφορές στον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε όλο το φάσμα της κατανάλωσης αλκοόλ μεταξύ ανδρών και γυναικών, με μικρές αυξήσεις του κινδύνου όταν πηγαίνουν από 0 σε 7 ποτά την εβδομάδα, υψηλότερο κίνδυνο όταν προχωρούν από 7 σε 14 ποτά την εβδομάδα, και ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο όταν καταναλώνονται πάνω από 21 ποτά την εβδομάδα.
Τα ευρήματα υποδηλώνουν αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου ακόμη και σε επίπεδα που θεωρούνται «χαμηλού κινδύνου» από τις οδηγίες του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, δηλαδή δύο ποτά την ημέρα για τους άνδρες (14 την εβδομάδα) και ένα ποτό την ημέρα για τις γυναίκες (7 την εβδομάδα).
Η ανακάλυψη ότι η σχέση μεταξύ της πρόσληψης αλκοόλ και του καρδιαγγειακού κινδύνου δεν είναι γραμμική, αλλά μάλλον εκθετική, υποστηρίχθηκε από μια πρόσθετη ανάλυση δεδομένων για 30.716 συμμετέχοντες στη Mass General Brigham Biobank.
Επομένως, ενώ η περικοπή της κατανάλωσης μπορεί να ωφελήσει ακόμη και άτομα που πίνουν ένα αλκοολούχο ποτό την ημέρα, τα οφέλη για την υγεία από τη μείωση μπορεί να είναι πιο ουσιαστικά σε όσους καταναλώνουν περισσότερο.
«Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι η κατανάλωση αλκοόλ δεν θα πρέπει να συνιστάται για τη βελτίωση της καρδιαγγειακής υγείας, αλλά ότι η μείωση της πρόσληψης αλκοόλ πιθανότατα θα μειώσει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε όλα τα άτομα, αν και σε διαφορετικό βαθμό με βάση το τρέχον επίπεδο κατανάλωσης», είπε ο Aragam.
Να σημειωθεί ότι όλες οι μελέτες έχουν ατέλειες και περιορισμούς, συνεπώς η έρευνα γύρω από την επίπτωση του αλκοόλ δεν τελειώνει με αυτή τη μελέτη. Ωστόσο η ιδέα ότι μια μικρή ποσότητα αλκοόλ μπορεί να έχει θετικές συνέπειες για την καρδιά είναι πλέον πολύ αδύναμη.
Πηγή: Association of Habitual Alcohol Intake With Risk of Cardiovascular Disease, JAMA Network Open (2022). DOI: 10.1001/jamanetworkopen.2022.3849.