Το αν οι ανθρωπογενείς πηγές υδραργύρου συμβάλλουν στα επίπεδα υδραργύρου στα ψάρια ανοιχτών ωκεανών αποτελεί αντικείμενο καυτής συζήτησης εδώ και πολλά χρόνια. Μια μελέτη εξέτασε τα δεδομένα των τελευταίων 50 ετών και βρήκε ότι τα επίπεδα υδραργύρου στον κιτρινόπτερο τόνο του Ειρηνικού, που συχνά διατίθεται στο εμπόριο ως τόνος ahi, αυξάνονται κατά 3,8% ετησίως. Τα αποτελέσματα -που ρίχνουν λάδι στη φωτιά- αναφέρθηκαν στο περιοδικό Environmental Toxicology and Chemistry.
Αυτό το εύρημα, όταν ληφθεί υπόψη μαζί με άλλες πρόσφατες μελέτες, υποδηλώνει ότι τα επίπεδα υδραργύρου στα ψάρια ανοιχτού ωκεανού συμβαδίζουν με τις τρέχουσες αυξήσεις στις σχετιζόμενες με τον άνθρωπο ή ανθρωπογενείς εισροές υδραργύρου στον ωκεανό. Ο μεθυλυδράργυρος (MeHg) στα ψάρια –μια νευροτοξίνη– πλησιάζει τώρα αυτό που ο αμερικανικός οργανισμός EPA θεωρεί μη ασφαλές για ανθρώπινη κατανάλωση.
Με κίνητρο το περιβαλλοντικό βιβλίο Silent Spring, οι χημικοί έχουν βρει εδώ και καιρό μια εκτεταμένη ρύπανση υδραργύρου στα λύματα από βιομηχανικές δραστηριότητες. Παραδόξως, ο υδράργυρος βρίσκεται επίσης μακριά από τις πηγές του -σε «παρθένες» λίμνες της Σκανδιναβίας και της βορειοανατολικής Βόρειας Αμερικής. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια και καριέρες για να καταλάβουμε γιατί ο υδράργυρος υπάρχει σε αυτές τις «παρθένες» λίμνες. Μόλις εκπέμπεται από φυσικές ή ανθρωπογενείς πηγές, όπως σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα, ο υδράργυρος μπορεί να ταξιδέψει ως αέριο πολλές φορές σε όλο τον κόσμο πριν πέσει με βροχή, χιόνι ή σκόνη. Μόλις φύγει από τον αέρα και πάει στο νερό, μπορεί στη συνέχεια να προσληφθεί από τα ψάρια.
Υπήρξε μια λανθασμένη αντίληψη, ωστόσο, ότι ο ανοιχτός ωκεανός -μακριά από πηγές ρύπανσης- είναι πολύ ογκώδης για να μολυνθεί με υδράργυρο από τις ατμοσφαιρικές κρούσεις. Η σκέψη ήταν ότι οι ωκεανοί αραιώνουν τη ρύπανση, σε αντίθεση με τις λίμνες. Δύο μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο Science στις αρχές της δεκαετίας του 1970 υποστήριξαν αυτό το επιχείρημα. Η πρώτη ανέφερε ότι η ρύπανση από υδράργυρο θα μπορούσε να οδηγήσει μόνο σε αμελητέα αύξηση των επιπέδων υδραργύρου στα ανοιχτά νερά των ωκεανών.
Η δεύτερη μελέτη εστίασε στον τόνο και δεν ανέφερε διαφορά στα επίπεδα υδραργύρου σ’ αυτό το ψάρι μεταξύ δειγμάτων που είχαν συντηρηθεί και χρονολογούνται από το 1878-1909 και δειγμάτων που αλιεύθηκαν κατά την περίοδο 1970-1971. Αυτό το εύρημα μπορεί να είναι αληθινό, αλλά έχει επίσης ένα κρίσιμο λάθος. Τα επίπεδα υδραργύρου στα δείγματα “μουσείου” δεν διορθώθηκαν για την απώλεια λίπους. Ο υδράργυρος βρίσκεται κυρίως στους μυς των ψαριών και η συντήρηση με αιθανόλη προκαλεί σημαντική απώλεια λιπών. Το καθαρό αποτέλεσμα είναι ότι αυτή η τεχνική συντήρησης διογκώνει τη συγκέντρωση υδραργύρου στον ιστό που παραμένει. Με άλλα λόγια, αυτή η δεύτερη μελέτη δεν αποδεικνύει με βεβαιότητα εάν τα επίπεδα υδραργύρου στα ψάρια έχουν αυξηθεί, μειωθεί ή έχουν παραμείνει σταθερά.
Οι πηγές υδραργύρου
Το επίκεντρο της συζήτησης ήταν η πηγή υδραργύρου στα ψάρια ανοιχτών ωκεανών. Ο υδράργυρος που απορροφάται από τα ψάρια είναι μια ένωση που ονομάζεται μεθυλυδράργυρος, μια μορφή που προσλαμβάνεται εύκολα από τα φυτικά και ζωικά κύτταρα χωρίς να εξαλείφεται εύκολα. Εξαιτίας αυτού, ο υδράργυρος συγκεντρώνεται σε κάθε βήμα της τροφικής αλυσίδας. Ως αποτέλεσμα, τα επίπεδα μεθυλυδραργύρου στα αρπακτικά ψάρια είναι περίπου ένα εκατομμύριο φορές μεγαλύτερα από ό,τι στο νερό στο οποίο κολυμπούν. Στις λίμνες, υπάρχουν συντριπτικά στοιχεία ότι ο μεθυλυδράργυρος σχηματίζεται σε ιζήματα και νερά του βυθού που στερούνται οξυγόνου. Πού όμως σχηματίζεται ο μεθυλυδράργυρος στους ωκεανούς;
Το 2003, οι επιστήμονες του Πρίνστον δημοσίευσαν μια υπόθεση για να απαντήσουν στο ερώτημα από πού προέρχεται ο μεθυλυδράργυρος στα ψάρια ανοιχτών ωκεανών. Η υπόθεση βασίστηκε στην παρατήρηση ότι δεν υπήρξε αύξηση των επιπέδων υδραργύρου στον κιτρινόπτερο τόνο κοντά στη Χαβάη μεταξύ 1971 και 1998. Χωρίς αύξηση των επιπέδων υδραργύρου στον τόνο κατά τη διάρκεια μιας περιόδου πολύ αυξανόμενων ανθρωπογενών εκπομπών υδραργύρου, οι επιστήμονες παρουσίασαν την ιδέα ότι ο μεθυλυδράργυρος στους ανοιχτούς ωκεανούς σχηματίζεται από υδράργυρο που υπάρχει φυσικά σε βαθιά νερά, ιζήματα ή υδροθερμικές οπές.
Στη συνέχεια, ωστόσο, ανεξάρτητες μελέτες έδειξαν ότι δεν υπάρχει αρκετός μεθυλυδράργυρος στα βαθιά νερά του ωκεανού. Μία από αυτές τις μελέτες διαπίστωσε επίσης ότι ο μεθυλυδράργυρος σχηματίζεται σε βυθιζόμενα σωματίδια στο νερό που παρέχουν ένα μικροπεριβάλλον χωρίς οξυγόνο. Αυτή η έρευνα έδειξε ότι ο μεθυλυδράργυρος σχηματίζεται από τον υδράργυρο που προέρχεται από ψηλά -δηλαδή την ατμόσφαιρα- που γνωρίζουμε ότι είναι μολυσμένος από ανθρώπινες δραστηριότητες. Τέλος και το πιο σημαντικό, γνωρίζουμε ότι τα επίπεδα υδραργύρου στο νερό των ωκεανών αυξάνονται παγκοσμίως.
Δεδομένης της συνεχιζόμενης συζήτησης, η παρούσα μελέτη θέλησε να τεστάρει ένα απλό ερώτημα: τα επίπεδα υδραργύρου στα ψάρια παρέμειναν ίδια με την πάροδο του χρόνου; Συγκέντρωσε δεδομένα από δημοσιευμένες πηγές για τον υδράργυρο στον κιτρινόπτερο τόνο από τη Χαβάη για να συγκρίνει τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους: 1971, 1998 και 2008. Η σύγκριση έπρεπε να συνυπολογίσει το μέγεθος κάθε τόνου για κάθε χρονική περίοδο, επειδή το επίπεδο του υδραργύρου αυξάνεται με το μέγεθος του ψαριού. Η στατιστική σύγκριση έδειξε ότι τα επίπεδα υδραργύρου ήταν υψηλότερα το 2008 από ό,τι το 1971 είτε το 1998. Το συμπέρασμα ήταν ότι τα επίπεδα υδραργύρου αυξάνονται στον κιτρινόπτερο τόνο κοντά στη Χαβάη. Ο ρυθμός αύξησης μεταξύ 1998 και 2008 κατά 3,8% ετησίως, που ισοδυναμεί με μια μοντελοποιημένη αύξηση του υδραργύρου στα ωκεάνια ύδατα στην ίδια τοποθεσία.
Ποια είναι η πηγή του υδραργύρου; Τα συντριπτικά επιστημονικά στοιχεία δείχνουν τις ανθρωπογενείς πηγές υδραργύρου που ρυπαίνουν τα νερά των ανοιχτών ωκεανών. Ο μεθυλυδράργυρος που παράγεται στο νερό, στη συνέχεια συσσωρεύεται στα ψάρια. Το μέσο επίπεδο υδραργύρου σε έναν κιτρινόπτερο τόνο του Ειρηνικού πλησιάζει σε επίπεδο που ο EPA των ΗΠΑ θεωρεί μη ασφαλές για ανθρώπινη κατανάλωση (0,3 μέρη ανά εκατομμύριο). Τα ψάρια είναι μια σημαντική πηγή τροφής για δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και η λύση στο πρόβλημα δεν είναι να τρώμε λιγότερο ψάρι, αλλά να επιλέγουμε ψάρια χαμηλότερα σε υδράργυρο, όπως συνιστούν από κοινού ο EPA και η FDA.
Πηγή: The Conversation