Συχνά ακούμε ότι πρέπει να πίνουμε οκτώ ποτήρια νερό την ημέρα, να πίνουμε περισσότερο αν τα ούρα μας είναι πολύ κίτρινα και να περιορίζουμε τα ποτά με αλκοόλ και καφεΐνη γιατί μας κάνουν να χάνουμε νερό.
Υποτίθεται συνήθως ότι εάν ο τρόπος ζωής μας περιλαμβάνει παρατεταμένη δραστηριότητα ή υψηλές θερμοκρασίες, το επίπεδα των υγρών στο σώμα μας μπορεί να είναι κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα. Ωστόσο, μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο The American Journal of Clinical Nutrition υπονοεί ότι η αφυδάτωση μπορεί είναι ένα κοινό πρόβλημα, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Η μελέτη διαπίστωσε ότι η λειτουργία του εγκεφάλου μας μπορεί να επηρεαστεί ακόμα και από έναν μικρό βαθμό αφυδάτωσης.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει πως όταν υπάρχει απώλεια νερού περίπου 2% του σωματικού βάρους, τότε η μνήμη, η προσοχή και η διάθεση επηρεάζονται αρνητικά. Αυτό συνήθως συνδέεται με περιόδους εκτεταμένης σωματικής δραστηριότητας και πολλές έρευνες για την αφυδάτωση έχουν επικεντρωθεί σε αυτόν τον τομέα και όχι στην καθημερινή απώλεια νερού που εξετάσαμε.
Το νερό αποτελεί σχεδόν τα δύο τρίτα του σώματος και είναι ένα θρεπτικό συστατικό, απαραίτητο για όλες τις πτυχές της σωματικής λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της διανομής οξυγόνου και άλλων θρεπτικών συστατικών, την απομάκρυνση των άχρηστων προϊόντων και τη ρύθμιση της θερμοκρασίας. Η σημασία του φαίνεται από το γεγονός ότι ένα άτομο πεθαίνει μέσα σε τρεις έως πέντε ημέρες εάν δεν πιει καθόλου νερό. Ωστόσο, το σώμα μπορεί να επηρεαστεί από την αφυδάτωση πολύ πριν από το σημείο θανάτου.
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η απόδοση των αθλητών μειώνεται όταν χάνουν πολλά υγρά. Κατά τη διάρκεια ενός μόνο αγώνα, ένας ποδοσφαιριστής μπορεί να τρέξει 12 ή περισσότερα χιλιόμετρα και να χάσει έως και το 3% του σωματικού του βάρους. Εάν αρχικά ζυγίζει 75 κιλά, μπορεί να χάσει 2,25 κιλά. Αλλά η απώλεια υγρών είναι επίσης χαρακτηριστικό της καθημερινής ζωής, και δεν συμβαίνει μόνο όταν ασκούμαστε. Η έλλειψη νερού στο σώμα αρχίζει να έχει αρνητική επίδραση πολύ πριν από την απώλεια του 2% που σχετίζεται με την παρατεταμένη αθλητική δραστηριότητα.
Στη μελέτη συμμετείχαν 101 υγιείς ενήλικες σε ελεγχόμενο περιβάλλον στους 30 βαθμούς Κελσίου για τέσσερις ώρες. Χρησιμοποιήθηκε μια πολύ ευαίσθητη ηλεκτρονική ζυγαριά, ακρίβειας μόλις πέντε γραμμαρίων, για να μετρηθεί το σωματικό βάρος κάθε συμμετέχοντα 50 φορές, κάθε λίγα δευτερόλεπτα. Επομένως, οι αλλαγές στο βάρος μέσω της απώλειας νερού με την αναπνοή και την εφίδρωση καταγράφονταν λεπτομερώς. Ύστερα από τέσσερις ώρες οι συμμετέχοντες έλαβαν μέρος σε ένα τεστ μνήμης προκειμένου να ανακαλέσουν μια λίστα λέξεων που είχαν ακούσει. Επίσης, αξιολογήθηκε η προσοχή με ένα άλλο τεστ, όπου το άτομο καλείται να πει εάν ένα βέλος είναι στραμμένο προς τα αριστερά ή προς τα δεξιά με κάποιους περισπασμούς.
Μετά από μιάμιση ώρα στη μελέτη, ο βαθμός στον οποίο βιώθηκε η δίψα προέβλεπε ασθενέστερη μνήμη και προσοχή. Σε αυτό το σημείο σημειώθηκε απώλεια μόλις 0,22% του σωματικού βάρους, μια αλλαγή που μπορεί κάλλιστα να συμβεί τις ζεστές μέρες, όταν είστε δραστήριοι ή εάν δεν πίνετε τακτικά νερό. Μετά από τέσσερις ώρες, όταν σημειώθηκε μια μέση απώλεια 0,72% του σωματικού βάρους, η συγκέντρωση των ούρων προέβλεπε τη γνωστική λειτουργία: όσοι ήταν πιο αφυδατωμένοι είχαν πτωχότερη μνήμη και προσοχή. Όσοι ανέφεραν ότι διψούσαν περισσότερο ένιωθαν λιγότερο ενεργητικοί και περισσότερο ανήσυχοι. Στο τέλος της περιόδου των τεσσάρων ωρών, τα άτομα που κατανάλωσαν νερό βρήκαν τα τεστ ευκολότερα.
Αυτά τα ευρήματα δείχνουν ότι η εγκεφαλική λειτουργία επηρεάζεται ακόμα και όταν το επίπεδο αφυδάτωσης είναι πολύ χαμηλό -αλλά μπορεί να υπάρχουν ομάδες που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο αφυδάτωσης. Τα παιδιά, για παράδειγμα, έχουν μεγαλύτερη επιφάνεια σώματος και η παρούσα μελέτη διαπίστωσε πως όταν τα παιδιά έπιναν ένα ποτήρι νερό το απόγευμα, είχαν καλύτερη μνήμη και αφιέρωναν περισσότερο χρόνο στις εργασίες τους στην τάξη. Οι ηλικιωμένοι επίσης μπορεί επίσης να διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο αφυδάτωσης καθώς τα νεφρά τους είναι λιγότερο αποτελεσματικά και η αίσθηση της δίψας τους μειώνεται.